Xαρούμενη και παναγυριώτικη μέρα στους Πόντιους η Κυριακή, αφιερωμένη στον άπιστο Θωμά και στους αγαπημένους τους νεκρούς, που η παρουσία τους είναι ζωντανή ανάμεσά τους, ξαναζωντανεύουνε με την Ανοιξη, γι' αυτό γλεντάνε, τρώνε, πίνουνε, τραγουδάνε και χορεύουνε γύρω στα μνήματα, κι ο Πόντιος λυράρης:«Παίξον ρίζα μ παίξον».
Ούτε ένα δάκρυ δε στάζει τούτη τη μέρα, γιατί είναι αναστάσιμη κι όχι πονεμένη θύμηση. «Σο Πανποντιακό το Πανοΰρ ντι γίνεται σα Σούρμενα, το σουρμενίτ κον τη χαράν με το τσιμπούσ, τα τραγοδίας και τα χαρόντας, με το συνήθιον "Του Θωμά σα Ταφία". Και ν αϊλί εκείνον που κι θα έρ ται».
«Ελάτεν ας γιορτάζομε
άμον ντ εποίναμ πρώτα
χαρεμέν κι αδελφωμεν».
Το ποντιακό ταφικό «δρώμενο» γίνεται την Κυριακή στο Θωμά από την Ενωση Ποντίων Ελληνικού «Τα Σούρμενα» και το Δήμο στο Κοιμητήρι και στη συνέχεια το Πανποντιακό Πανοΰρ στην πλατεία Εθνικής Αντίστασης, στο Ελληνικό, όπου παίρνουνε μέρος Ποντιακοί Σύλλογοι απ' όλη την Ελλάδα με τα συγκροτήματά τους. Πιστοί στις ρίζες, την παράδοση στις χαμένες πατρίδες, οι Πόντιοι ξαναζωντανεύουνε τα παλιά ήθη κι έθιμά τους.
Οι Πόντιοι στα Σούρμενα ζούνε, τρεις μέρες, γιορταστικές εκδηλώσεις, όπως στις ομηρικές γιορτές, καθώς ο θάνατος και η φθoρά μεταλλάσσονται σε ύμνο για τη ζωή με αθλητικούς, πνευματικούς, καλλιτεχνικούς αγώνες.
Φλογισμένες ψυχές...
Το «δρώμενο» ξεκίνησε από τους πολύ αρχαίους χρόνους, συνεχίστηκε στον Πόντο, κουβαλήθηκε στην Ελλάδα από τους πρώτους Πόντιους πρόσφυγες στο Ελληνικό όπου φτιάξανε τη νέα πατρίδα τους, τα Σούρμενα. Εκεί μαζεύονται Πόντιοι από την Ελλάδα και το εξωτερικό που έρχονται ειδικά για να είναι μέσα στις εκδηλώσεις και να διατηρούνε τις παραδόσεις τους. Την Κυριακή πρωί, μετά τη λειτουργία στο εκκλησάκι, στο Κοιμητήρι, γίνεται το δρώμενο «τα ταφία», γιορτή για νεκρούς, που ξεκινά από τη βαθιά αρχαιότητα κι είναι φλόγα στις ποντιακές ψυχές που η παράδοση δεν τη σβήνει.
Το ποντιακό ταφικό έθιμο βρίσκουμε σε αττική λευκή λήκυθο, στα 440 περίπου π.Χ. Ξεχώθηκε σε αρχαιολογικές ανασκαφές στην Ερέτρια. Εικονίζεται επίσκεψη σε τάφο, μια από τις πιο αγαπημένες σκηνές για λευκές ληκύθους που κείνη την εποχή η χρήση τους ήταν αποκλειστικά ταφική. Η ανδρική μορφή είναι νέος που χάθηκε πρόωρα κι η γυναίκα καταθέτει στον τάφο του κάνιστρο με προσφορές.
Με λάβαρα, σημαίες, πανέρια με κόκκινα αβγά, τσουρέκια, η πομπή στο Κοιμητήρι, όπου πάνω στην ταφόπετρα απλώνεται καθαρό άσπρο τραπεζομάντιλο με διάφορους μεζέδες, αβγά, τσουρέκια, ούζο. Ο παπάς κάνει τρισάγιο, πίνει ούζο κι εύχεται «ο Θεός να σχωρά τον». Καθώς απαντέχουνε τον παπά «Επαρ τ σβο σ και έλα ας τσουκρίζομε ους να έρται ο παπάς...». Παινεύουνε το νεκρό, τρωγοπίνουνε και με λύρες τραγουδάνε. Ξεφάντωμα με ποντιακούς χορούς, τραγούδια, που συνοδεύει κεμεντζές. «Χάϊντε κεμεντζετσή, Λελέβω τη χερία το τσάκωμα, παίξον κεμεντζέ κι ας ξύουμεσ σον χορόν».Το ποντιακό ταφικό «δρώμενο», πριν δυόμισι χιλιάδες χρόνια, διατηρήθηκε μόνο σε δυο ποντιακά χωριά. Στα ποντιακά Σούρμενα και στο Σταυρίν. Μετά την προσφυγιά μεταφέρθηκε στο Ελληνικό. Στην αρχαιότητα, που οι νεκροί θάβονταν ή καίγονταν, είχανε την εθιμολατρεία που λεγότανε περίδειπνο ή επικήδεια εστίαση. Στο νιοσκαμένο ταφικό χώμα συνηθίζουνε να σπέρνουνε στάρι. Οταν αυτό φύτρωνε και μεγάλωνε, μετά οχτώ μήνες, ξέσπαγε ο πόνος και τότε πηγαίνανε στον τάφο, κάνανε την επικήδεια εστίαση, όπου παινεύανε το νεκρό με εγκώμια. Φίλοι και συγγενείς που είχε ο νεκρός, οι «συνδειπνούντες», μνημονεύανε τον αποθαμένο και τον εγκωμιάζανε.
Για όσα χάθηκαν...
«Του Θωμά σα Ταφία» στα Σούρμενα οι Πόντιοι γιορτάζουνε, καθώς θυμούνται τις «χαμένες» πατρίδες και τους αγαπημένους νεκρούς τους. Χαμένες πατρίδες στον Πόντο είναι: Τραπεζούντα, Σούρμενα, Κερασούντα, Σινώπη, Αμισός, Σάντα Κωτύωρα, Τρίπολη, Ριζούντα, Αργυρούπολη, Πουλαντσάκη, Οινόη, Νικόπολη, Ινέπολη, Σεβάστεια, Οφις, Αμάσεια, Ματσούκα. Κι ο χαμένος Πόντος θα ζει πάντα σα θρύλος στις ελληνικές γενιές που έρχονται.
Ο Τραπεζούς Χρύσανθος γράφει στο «Αρχείον του Πόντου» (τόμος 4ος-5ος): «Υπό την ένοχον αδιαφορίαν της χριστανικής Δύσεως εν έτει 1453 έπεσεν η Κωνσταντινούπολις και εν έτει 1461 η Τραπεζούς και κατεστράφη ολόκληρος ακμαίος πολιτισμός. Τη ενόχω συνεργία δυο μεγάλων χριστιανικών Δυνάμεων της Δύσεως της Γερμανίας και της Αυστρίας κατά τα έτη 1914-1918 εσφάγη υπό των Νεότουρκων ολόκληρον το έθνος το Αρμενικόν και εκατοντάδες χιλιάδων Ελλήνων βιαίως απεσπάσθησαν από των εστιών αυτών και απέθανον εν τη εξορία. Τη ενόχω συνεργία των συμμάχων χριστιανικών Δυνάμεων της Δύσεως, κατά τα έτη 1919-1922 το εθνικόν κίνημα των Τούρκων του Μουσταφά Κεμάλ πασά συνεπλήρωσε το έργον των Νεότουρκων κατά εκατοντάδες απηγχονίζοντο Ελληνες κληρικοί και πρόκριτοι του Πόντου...». Ενάμισι εκατομμύριο ξεριζωμένους ρίξανε στη θάλασσα, στην τελευταία τραγωδία, και oι πρόσφυγες, ματωμένοι, κυνηγημένοι, με πόνο στην ψυχή και φρίκη από τη σφαγή στα μάτια μετρούσανε τις ρίζες και τα βλαστάρια που χάσανε, ήρθανε να ριζώσουνε σε καινούρια χώματα, στα 1924, δημιουργήσανε τα Σούρμενα. Το 1965 ιδρύσανε τον πρώτο «Ποντιακό Καλλιτεχνικό Σύλλογο», για τη διάσωση, διαφύλαξη και διάδοση της πολιτιστικής τους κληρονομιάς.
«Ελα κορτσόπον μετ εμέν
σα Σούρμενα να πάμεν
και μετ εσέν την έμορφον
τα παλαλά θα εφτιάμεν».
Κι όχι μόνο αυτά. Στη Θράκη, στο κατάγιαλο Πετρωτά, οι Πόντιοι θα υλοποιήσουνε τ' όνειρό τους. Θα δημιουργήσουνε τη νέα Ρωμανία, γιατί «Η Ρωμανία κι αν πέρασε ανθεί και φέρει κι άλλο».
Ο Κωνσταντίνος Καβάφης, για τη χαμένη Ποντιακή Ρωμανία, έγραψε το ποίημα «Πάρθεν».
Στο Πανποντιακό Πανοΰρ, για τους νεκρούς στα Σούρμενα δεν κλαίνε, γλεντάνε αψάφωνα ποντιακά.
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ επιμελήθηκε sub92