[1] Μιχαήλ Δούκας, «Βυζαντινοτουρκική Ιστορία», XXVIII. 12, εκδόσεις «Κανάκη», Αθήνα 1997.
[2] Κωνσταντίνος Σάθας,
«Τουρκοκρατούμενη Ελλάς», σελίδα 13, Αθήνα 1869, ανατύπωση από τις
«Αναστατικές Εκδόσεις – Διονυσίου Νότη Καραβία», Αθήνα 1995.
[3] Κωνσταντίνος Σάθας,
«Τουρκοκρατούμενη Ελλάς», σελίδα 30, Αθήνα 1869, ανατύπωση από τις
«Αναστατικές Εκδόσεις – Διονυσίου Νότη Καραβία», Αθήνα 1995.
[4] Ο οίκος των
Παλαιολόγων χάθηκε με αξιοθρήνητο τρόπο. Ο Δημήτριος (αδελφός του
βασιλιά) πέθανε στα 1470, καλόγερος στην Αδριανούπολη. O Θωμάς (ο άλλος
αδελφός) πέθανε στη Ρώμη στα 1465. Από τους γιους του ο Μανουήλ πήγε
στην Κωνσταντινούπολη, όπου οι απόγονοί του τούρκεψαν και αναδείχτηκαν
σε αξιωματούχους της Υψηλής Πύλης, και ο Ανδρέας στη Ρώμη, όπου πέθανε
ξεπεσμένος το 1502. Απ’ τις κόρες του η Ελένη, χήρα του βασιλιά των
Σέρβων Λαζάρου, πέθανε καλόγρια στη Λευκάδα, ενώ η Ζωή παντρεύτηκε στα
1472 το μεγάλο δούκα της Ρωσίας Ιβάν Γ΄ τον Τρομερό και έτσι του
απένειμε τον τίτλο του Καίσαρα (Τσάρου) και δικαιώματα στο θρόνο της
Νέας Ρώμης.
[5] Φέρντιναντ Γκρεγκορόβιους,
«Μεσαιωνική Ιστορία των Αθηνών», τέταρτο βιβλίο, κεφάλαιο έβδομο, τόμος
τρίτος, σελίδες 427-428, εκδόσεις «Κριτική», Αθήνα 1994.
[6] Τζον Φρίλι, «Κωνσταντινούπολη, Από τον Χριστιανισμό στο Ισλάμ» σελίδα 222, εκδόσεις «Περίπλους», Αθήνα 2001.
[7] «Ο
Μωάμεθ υπήρξε ένα άτομο που εμπνεόταν και που τυραννιόταν από τη
συνείδηση της ιστορίας. Αν πιστέψουμε τις αναφορές πως διάβαζε τις
περιπέτειες του Αλεξάνδρου και την Ιλιάδα, παράλληλα βέβαια με τις
ιστορίες και τους θρύλους των παλαιών σουλτάνων και του εθνικού ήρωα των
Τούρκων Dede Korkut, πως μιλούσε πέντε γλώσσες, πως
συζητούσε για την ελληνιστική φιλοσοφία και πως έγραφε ποιήματα, θα
καταλάβουμε πως υπήρχε στην προσωπικότητά του ένα ισχυρό αισθητικό
στοιχείο…», Βρασίδας Καραλής, εισαγωγή στην «Ελληνοτουρκική Ιστορία» του Μιχαήλ Δούκα, σελίδα 48, εκδόσεις «Κανάκη», Αθήνα 1997.
[8] Κωνσταντίνος Σάθας,
«Τουρκοκρατούμενη Ελλάς», σελίδα 25, Αθήνα 1869, ανατύπωση από τις
«Αναστατικές Εκδόσεις – Διονυσίου Νότη Καραβία», Αθήνα 1995.
[9] Σύμφωνα με τον Γεώργιο Φραντζή,
«Χρονικόν» Α΄, 20, ο γενάρχης της βασιλικής δυναστείας των Οθωμανών
(Οσμανίδων) ήταν ένας ανιψιός του αυτοκράτορα Ιωάννη Β΄ Κομνηνού
(1118-1143). Αυτός, που ονομαζόταν επίσης Ιωάννης, εξαιτίας διαφωνιών
του με τον θείο του και αυτοκράτορα αυτομόλησε στους Τούρκους.
Αλλαξοπίστησε γινόμενος μουσουλμάνος και πήρε το όνομα Τζελεπής.
Παντρεύτηκε την κόρη του αμηρά των βαρβάρων, κάποια Καμερώ, και απέκτησε
μαζί της έναν γιο τον Σολιμάν. Ο Σολιμάν γέννησε τον Ερτογρούλ, τον
ιδρυτή της δυναστείας των Οσμανίδων και θεμελιωτή της Οθωμανικής
αυτοκρατορίας και πατέρα του Οσμάν. Με λίγα λόγια, ο Οσμάν ήταν
δισέγγονος του Ρωμαίου (Βυζαντινού) πρίγκιπα Ιωάννη, ανιψιού του
αυτοκράτορα Ιωάννη Β΄ Κομνηνού και πρόγονος του Μωάμεθ του Πορθητή!
(Γεώργιος Φραντζής, «Χρονικόν», εκδόσεις «Γεωργιάδη», Αθήνα 2001).
[10] Κυριάκος Σιμόπουλος, «Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα», τόμος Γ1΄, σελίδα 337, εκδόσεις «Στάχυ», Έκτη Έκδοση, Αθήνα 1999.
[11] Γρηγόριος Ζαλίκογλου,
πρόλογος στο «Γαλλοελληνικό Λεξικό», Παρίσι 1809, πηγή: Κ. Θ. Δημαράς,
«Ο Κοραής και η εποχή του», σελίδα 292, εκδόσεις: «Ιωάννης Ν.
Ζαχαρόπουλος», Αθήνα 1958.