Γράφει ο Νίκος Χειλαδάκης
Για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια εργασιών ανακίνησης και αναστύλωσης της ιστορικής μονής της Παναγιάς Σουμελά του Πόντου, με την ξεχωριστή σημασία της για την Ορθοδοξία, οι Τούρκοι άνοιξαν τις πύλες του Βαπτηστηρίου και του λεγόμενου, Çile Odası, (Κελί Δοκιμασίας). Εκεί, μόλις εισήρθε το φως του ήλιου, έμειναν έκθαμβοι από την ανακάλυψη μιας μοναδικής περίτεχνης τοιχογραφίας της Παναγιάς με τον Ιησού Χριστό στην στοργική αγκαλιά της.
Όπως αναφέρει η ανακοίνωση του τουρκικού Υπουργείου Πολιτισμού, που εποπτεύει των εργασιών της ανακαίνισης της ιεράς ελληνορθόδοξης σταυροπηγιακής μονής της Παναγιάς Σουμελά, μετά από 16 χρόνια των εργασιών ανακαίνισης οι ειδικοί ερευνητές εισήρθαν για πρώτη φορά στο Βαπτηστήριο της μονής και στο Çile Odası. Εκεί έκθαμβοι ανακάλυψαν μια περίτεχνη τοιχογραφία της Παναγίας που είχε μείνει μέχρι σήμερα στο σκοτάδι από τότε που οι Πόντιοι εγκατέλειψαν τον Πόντο, μέσα στο αίμα της φρικτής γενοκτονίας των Ποντίων. Η τοιχογραφία αυτή προκάλεσε το δέος των Τούρκων που εργάζονταν σε αυτή την πτέρυγα της μονής, η οποία επιφυλάσσει συνεχώς και καινούργιες εκπλήξεις για τα σημάδια της παρουσίας της Παναγίας, η οποία ποτέ δεν εγκατέλειψε την ιστορική και ιερή μονή της παρά του ότι επί πολλές δεκαετίες δεν ακούγονταν οι ύμνοι και οι δοξολογίες προς την μεγάλη της Χάρη.
Η ιστορία της ιεράς σταυροπηγιακής μονής της Παναγιάς Σουμελά του
Πόντου, σύμβολο της ορθοδοξίας για όλο τον ελληνισμό, πέρασε πολλές
φάσεις μετά την τραγική ανταλλαγή των πληθυσμών το 1922. Στις 9 Ιουνίου
του 2001, ο γνωστός αρθογράφος της τουρκικής εφημερίδας, Μιλιέτ,
Γκιουνγκιόρ Αράς, σε μια επίσκεψη που έκανε τότε στο ιστορικό μοναστήρι
και εντυπωσιάστηκε από τον ιερό χώρο, άφησε την πένα του να περιγράψει
την γοητεία του μοναστηριού και την περίοδο από την εγκατάλειψη του το
1922 και μετά.
Από το 1923 και μετά την αναχώρηση των μοναχών από την Παναγία Σουμελά, όπως αναφέρει ο Γκιουνγκιόρ Ουράς στην Μιλιέτ, έπεσε νεκρική σιγή στο ιστορικό μοναστήρι. Μονάχα τα πουλιά και κάποιοι Άγγλοι περιηγητές έδιναν σημεία ζωής στο απότομο και μαρτυρικό τοπίο που κάποτε οι χιλιάδες πιστοί συνέρρεαν για να πανηγυρίσουν την δόξα της Παναγιάς. Το 1931 η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας που είχε κρυφτεί σε κάποιο μυστικό μέρος, μεταφέρθηκε στην Ελλάδα. Από τότε, μέχρι την δεκαετία του πενήντα, το ιστορικό μοναστήρι είχε αφεθεί στην τύχη του. Που και που όμως, όπως λένε και οι μαρτυρίες, κάποια μοναχική φιγούρα συνήθως με την χαρακτηριστική μαντίλα, ανέβαινε το εγκαταλειμμένο πια μονοπάτι προς την Μονή και κάποια φλόγα από κάποιο κερί μέσα στα ερείπια του μοναστηριού, πρόδιδε ότι η ελληνορθόδοξη πίστη δεν είχε χαθεί εντελώς από τον ιστορικό Πόντο.