ΕΜΕΙΣ ΑΔΑ ΚΙ IΝΟΥΜΕΣ,
Σ’ ΕΜΕΤΕΡΑ ΘΑ ΠΑΜΕ...

Monday, March 23, 2009

Η Αυτοκρατορία Τραπεζούντας



Με την κατάλυση του βυζαντινού κράτους από τους σταυροφόρους (1204) οι αδελφοί Αλέξιος και Δαβίδ, απόγονοι της αυτοκρατορικής δυναστείας των Κομνηνών, ίδρυσαν στην περιοχή του Πόντου ανεξάρτητο βασίλειο, γνωστό και ως «Αυτοκρατορία των Μεγάλων Κομνηνών». Στα 257 χρόνια της, ο Πόντος γνώρισε μεγάλη οικονομική ευμάρεια και πολιτιστική ακμή.

Το λιμάνι της Τραπεζούντας αναπτύχθηκε σε κέντρο εμπορίου, όπου έδρευαν προξενεία Γενουατών, Μασσαλιωτών, Βενετών, κ.ά. Οι τελωνειακοί φόροι και η παραγωγή μεταλλευμάτων εξασφάλιζαν την οικονομική ευρωστία του κράτους.

Οι Μεγαλοκομνηνοί ενδιαφέρθηκαν ιδιαίτερα για την καλλιέργεια των γραμμάτων και των τεχνών. Οι μονές του Πόντου έγιναν κέντρα πολιτιστικής ανάπτυξης, που προσέλκυσαν πολλούς λόγιους της πρώην Βασιλεύουσας. Πόντιοι λόγιοι όπως ο χρονικογράφος Μιχαήλ Πανάρετος, ο μαθηματικός και αστρονόμος Γρηγόριος Χιονιάδης και οι θεολόγοι Βησσαρίων, Γεώργιος Τραπεζούντιος και Γεώργιος Αμιρούτζης διέπρεψαν στις επιστήμες. Οι θαυμάσιες τοιχογραφίες και τα χειρόγραφα που σώζονται μαρτυρούν την ιδιαίτερη ανάπτυξη της ζωγραφικής, ενώ σπουδαία κτίσματα, εκκλησίες, μονές, ανάκτορα και δημόσια κτίρια δείχνουν τη λαμπρότητα της εποχής.

Με σύμβολο τον μονοκέφαλο αετό και προστάτη τον Άγιο Ευγένιο, πολιούχο Τραπεζούντας, οι Μεγαλοκομνηνοί διατήρησαν την αυτοκρατορία τους ως το 1461, οκτώ χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, οπότε υπέκυψε και ο Πόντος στους Οθωμανούς.

Η Δυναστεία των Μεγάλων Κομνηνών

Αλέξιος Α΄
Ανδρόνικος Α΄Γίδων
Ιωάννης Α΄Αξούχος
Μανουήλ Α΄
Ανδρόνικος Β΄
Γεώργιος
Ιωάννης Β΄
Θεοδώρα
Ιωάννης Β΄
Αλέξιος Β΄
Ανδρόνικος Γ΄
Μανουήλ Β΄
Βασίλειος
Ειρήνη Παλαιολογίνα
Άννα Αζαχουτλού
Μιχαήλ
Ιωάννης Γ΄
Μιχαήλ
Αλέξιος Γ΄
Μανουήλ Γ΄
Αλέξιος Δ΄
Ιωάννης Δ΄
Δαβίδ

Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΚΟΜΝΗΝΩΝ ΚΑΙ Η ΣΗ

ΜΑΣΙΑ ΤΟΥ

Ιδρυτές της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντα

ς ήταν δύο βυζαντινόπουλα, οι Κομνηνοί Αλέξιος και Δαβίδ. Αυτοί ήταν παιδιά του σεβαστοκράτορα Μανουήλ, γιου του Ανδρόνικου του Α, ο οποίος σκοτώθηκε μαζί με τον πατέρα του κατά την εξέγερση του 1185. Ο Αλέξιος που γεννήθηκε το 1182 και ο Δαβίδ ένα ή δυο χρόνια νωρίτερα, απομακρύνθηκαν από την επαναστατημένη πρωτεύουσα και το 1185 στάλθηκαν στην αυλή της θείας τους, βασίλισσας των Ιβήρων (Γεωργίας) Θάμαρ (1184-1212).
Τον Απρίλιο του 1204, όταν οι Φράγκοι της Δ Σταυροφορίας κυρίευσαν την Κωνσταντινούπολη και κατέλυσαν το βυζαντινό κράτος, οι δύο νεαροί Κομνηνοί, με τη βοήθεια της θείας τους και των Γεωργιανών στρατιωτών, καθώς και τη συνεργασία των Σχολάριων αρχόντων που έφυγαν από την Κωνσταντινούπολη και των ντόπιων Πόντιων τιμαριούχων και στρατιωτικών αριστοκρατών, κατέλαβαν την Τραπεζούντα και ίδρυσαν το μεσαιωνικό κράτος του Πόντου. Οι αυτοκράτορες του κράτους αυτού, οι Μεγάλοι Κομνηνοί, όπως ονομάστηκαν από την αρχή ακόμα της βασιλείας τους, αισθάνονταν σαν Ελληνες και συνεχιστές του βυζαντινού κράτους.
Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι για καιρό είχαν τον τίτλο << πιστός βασιλεύς και αυτοκράτωρ Ρωμαίων >>. Μόνο αργότερα, ο Μιχαήλ Η’ ο Παλαιολόγος (1261-1282), ανασυσταίνοντας τη βυζαντινή αυτοκρατορία το 1261, ζήτησε από τους αυτοκράτορες της Τραπεζούντας να σταματήσουν να χρησιμοποιούν την προσηγορία αυτή, που ανήκε αποκλειστικά στους βασιλιάδες της Κωνσταντινούπολης. Τότε, κατά πάσα πιθανότητα, εγκαινιάστηκε από τους Κομνηνούς της Τραπεζούντας ο νέος τίτλος << πιστός βασιλεύς και αυτοκράτωρ πάσης Ανατολής, Ιβήρων και Περατείας >>. Ιβηρία λεγόταν η χώρα των Ιβήρων, η σημερινή Γεωργία, και Περατεία η σημερινή Κριμαία.
Πρέπει να σημειώσουμε ότι με την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους το 1204 και την πολυδιάσπαση της βυζαντινής αυτοκρατορίας σε μικρά κρατίδια, ανέβηκε για ένα διάστημα στην εξουσία της Αμισού (Σαμψούντας) ένας απόγονος των Γαβράδων, τιμαριωτών του Πόντου, ο Θεόδωρος Γαβράς.
Οι Μεγάλοι Κομνηνοί της Τραπεζούντας είχαν για έμβλημά τους το μονοκέφαλο αετό, σε διαστολή με το δικέφαλο της αυτοκρατορίας της Κωνσταντινούπολης.


Αλλά και οι τέχνες και οι επιστήμες, και ο πολιτισμός γενικά, άνθησαν στον Πόντο την περίοδο της βασιλείας των Μεγάλων Κομνηνών. Αξιόλογη είναι η αρχιτεκτονική που αναπτύχθηκε στις διάφορες πόλεις, και ιδιαίτερα στην Τραπεζούντα, με το χτίσιμο πολλών φρουρίων, εκκλησιών, δημόσιων χτιρίων και ανακτόρων. Οσο για τις επιστήμες, μεγάλη ανάπτυξη παρουσίασαν η αστρονομία, η φυσική και τα μαθηματικά. Στη σχολή της Τραπεζούντας των θετικών επιστημών σπούδαζαν μαθητές που έρχονταν ακόμα και από την Κωνσταντινούπολη, όπως και από την Αρμενία. Η ζωγραφική πάλι έφτασε σε μεγάλη ακμή, όπως δείχνουν ιδιαίτερα οι τοιχογραφίες στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας Τραπεζούντας, η οποία αποτελούσε μικρογραφία της Αγίας Σοφίας της Κωνσταντινούπολης. Σπουδαίας τέχνης ήταν και οι εικονογραφήσες των ευαγγελίων και των χειρογράφων (δημόσιων, εκκλησιαστικών και αυτοκρατορικών).
Επίσης, αναφέρεται ότι την εποχή των Μεγάλων Κομνηνών χτίστηκαν στον Πόντο 3.000 περίπου χριστιανικές εκκλησίες. Μικροί και μεγάλοι ναοί είχαν ωραίες τοιχογραφίες, αγιογραφίες και διακόσμηση, μωσαϊκά και καλλιτεχνικές μικρογραφίες , που συνέχιζαν αδιάπτωτα τη βυζαντινή παράδοση. Πολλά εικονογραφημένα χειρόγραφα σε εκκλησίες και μοναστήρια είναι σωστά αριστουργήματα, ποντιακής τέχνης, και σώζονται ακόμα και σήμερα στο Αγιο Ορος και σε διάφορα ελληνικά και ξένα μουσεία, ιδιαίτερα στο Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών και στο Μουσείο Μπενάκη.
Η μικρογραφική τέχνη, ιδιαίτερα στον Πόντο , έφτασε κατά τον 14ο αιώνα σε τέτοια ακμή, ώστε ο ξένος μελετητής Strzygowski να τη συγκρίνει με τη μικρογραφική τέχνη των μαθητών της σχολής του Giotto(Τζιόττο) στην Ιταλία, κα μάλιστα να τη βρίσκει και ανώτερη. Η ακμή τούτη της μικρογραφίας παρουσιάστηκε, όταν όλο το ποντιακό κράτος των Κομνηνών βρισκόταν σε πλήρη άνθηση και το λάμπρυναν όχι μόνο οι επιστήμες αλλά και οι τέχνες, κάθε κατηγορίας, και ο πολιτισμός γενικά. Ανάμεσα στις τέχνες, ξεχωριστή θέση κατείχαν η ψηφιδογραφία, η ζωγραφική των ναών και των ιερών βιβλίων, των ευαγγελίων και των χρυσοβούλων, αλλά και των λαϊκών χειρογράφων, όπως ενός περίφημου που σώθηκε στο μοναστήρι του Αγίου Ευγενιου στην Τραπεζούντα. Σαν σπουδαίο στοιχείο της αγιογραφικής τέχνης στον Πόντο πρέπει να θεωρηθεί και η εικόνα της Παναγίας Σουμελά, άσχετα αν ο θρύλος τη θεωρεί << αχειροποίητη>> ή δημιούργημα του ευαγγελιστή Λουκά.
Τα μοναστήρια του Πόντου, εξάλλου, τον 13ο και 14ο αιώνα ήταν σχολεία σοφίας.
Εκεί καλλιεργούσαν τα μαθηματικά και την αστρονομία, γιατί η Εκκλησία θεωρούσε τις επιστήμες αυτές, πριν ακόμα από την Αναγέννηση στη Δύση, βοηθητικές στη θεολογία και τη φιλοσοφία. Κληρικοί και κοσμικοί, λοιπόν, διαλεχτά τέκνα του Πόντου, καλλιέργησαν της επιστήμες και διατήρησαν την ελληνική παιδεία, την τέχνη και τον πολιτισμό.
Μεγάλη, λοιπόν, η σημασία του ποντιακού κράτους της Τραπεζούντας για τη διατήρηση και ακτινοβολία της ορθοδοξίας και του ελληνικού πολιτισμού στην περιοχή της βορειοανατολικής Μικρασίας. Και τα δύο αυτά εθνικά στοιχεία, προφυλάχτηκαν αρχικά απέναντι στη φράγκικη πλημμυρίδα των Σταυροφόρων και , κατοπινά, απέναντι στη σελτζουκική και τουρκική επέκταση και αφομοίωση.
Ο ιστορικός Joinville, που έγραψε το 1305 την ιστορία του Λουδοβίκου του Αγίου, δίκαια ονομάζει την Τραπεζούντα <<η βαθιά Ελλάδα>>, ενώ ο βυζαντινός ιστορικός Λαόνικος Χαλκοκονδύλης , το 15ο αιώνα, αναφέρεται με θαυμασμό στην αυτοκρατορία της Τραπεζούντας αποκαλώντας την <<ηγεμονία Ελλήνων και εις τα ήθη και οίαιταν τετραμμένη Ελλήνων>>.