ΕΜΕΙΣ ΑΔΑ ΚΙ IΝΟΥΜΕΣ,
Σ’ ΕΜΕΤΕΡΑ ΘΑ ΠΑΜΕ...

Monday, June 17, 2013

ΓENOKTONIA ΠΟΝΤΙΑΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ Το ολοκαύτωμα που χρίζει διεθνούς αναγνώρισης

 “…Oι Tούρκοι εφόνευσαν όλους ανεξαιρέτως τους κατοίκους της πόλεως Mερζιφούντος, αφού την ελεηλάτησαν και την επυρπόλησαν. Tους προσπαθήσαντας να διασωθούν ετυφέκισαν και εθανάτωσαν καταλαβόντες τας διόδους… Aπηγχόνισαν εν Aμασεία 168 προκρίτους Aμισού και Πάφρας… Eβίασαν όλας ανεξαιρέτως τας γυναίκας, τας παρθένους και τα παιδία των άνω πόλεων, τας ωραιοτέρας δε παρθένους και νέους έκλεισαν εις τα χαρέμια. Πλείστα βρέφη εφόνευσαν, σφενδονίζοντες αυτά κατά των τοίχων…”.

Με αυτές τις εκφράσεις, που η λακωνικότητα τονίζει τις αποτρόπαιες πράξεις,  περιέγραψαν 40 έλληνες διανοούμενοι το έτος 1921 τα όσα συνέβησαν σε ορισμένες μόνο περιοχές του Πόντου, από το καταστροφικό “πέρασμα” των Τούρκων. Η γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού, που αριθμεί περί τους 353 χιλιάδες νεκρούς, αποτελεί τη δεύτερη μεγάλη γενοκτονία του αιώνα μας. Ναι μεν για τους Τούρκους η έννοια της γενοκτονίας συνεχίζει να είναι άγνωστη, ωστόσο και η Βουλή των Ελλήνων, μόλις τον Φεβρουάριο του 1994 και καταγράφοντας εβδομηκονταετή καθυστέρηση, ανακήρυξε την 19η Μαΐου Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού.

ΤΟ ΔΡΑΜΑ
Το σχέδιο των Τούρκων ήταν καλά οργανωμένο. Όπως προκύπτει από τα ιστορικά στοιχεία, σκοπός τους ήταν να δημιουργήσουν περιοχές με αμιγή πληθυσμό θρησκευτικά και φυλετικά. Στην πρώτη περίπτωση, το σχέδιο προέβλεπε την απομάκρυνση όσων είχαν διαφορετική καταγωγή από τους ίδιους ενώ στη δεύτερη απλά τον εξισλαμισμό τους. Και στις δύο περιπτώσεις, θύματα οι Έλληνες που ζούσαν στην περιοχή.
Και δεν ήταν λίγοι.
Στοιχεία που περιέλαβε σε ειδικό αφιέρωμά του το Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων δείχνουν οτι το 1865 οι Έλληνες του Πόντου ανέρχονταν σε 265.000 άτομα ενώ λίγα χρόνια αργότερα, το 1880, ο αριθμός τους είχε φθάσει στα 330.000 άτομα, κάτοικοι οι περισσότεροι στα αστικά κέντρα της περιοχής. Στις αρχές του 20ου αιώνα σύμφωνα με υπολογισμούς του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των οθωμανικών αρχών, ο ποντιακός ελληνισμός που ζούσε  στις περιοχές Σινώπης, Αμάσειας, Τραπεζούντας, Σαμψούντας, Λαζικής, Αργυρούπολης, Σεβάστειας, Τοκάτης και Νικόπολης αριθμούσε περίπου 600.000 άτομα. Παράλληλα στη Νότια Ρωσία, στην περιοχή του Καυκάσου, την ίδια εποχή υπήρχαν περίπου 150.000 Πόντιοι, που είχαν μετοικίσει εκεί μετά την Άλωση της Τραπεζούντας από τους Οθωμανούς το 1461.

ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΕΞΟΝΤΩΣΗΣ
Το σχέδιο που τέθηκε σε εφαρμογή είχε προετοιμασθεί από καιρό. Εμπνευστές του οι τούρκοι στρατηγοί Εμβέρ και Ταλαάτ. Από τον Δεκέμβριο του 1916 άρχισε η επέμβαση των τουρκικών στρατιωτικών μονάδων αρχικά στις περιοχές της Σαμψούντας και της Πάφρας και περίπου δύο χρόνια αργότερα στην περιοχή της Τραπεζούντας, μετά την αποχώρηση των ρωσικών δυνάμεων που κατείχαν την περιοχή. Στόχος τους η "άμεση εξόντωση μόνον των ανδρών των πόλεων από 16-60 ετών και γενική εξορία όλων των ανδρών και γυναικόπαιδων των χωριών στα ενδότερα της Ανατολής με πρόγραμμα σφαγής και εξόντωσης". Το προσωπείο των Τούρκων πέφτει αφού αρχίζουν να καταφθάνουν καταγγελίες για κρούσματα βίας από διάφορες περιοχές του Πόντου και της Μικράς Ασίας.  Οι καταστροφές και οι λεηλασίες περιουσιών περνούν στην ημερήσια διάταξη ενώ ακολουθούν εκτοπισμοί, απελάσεις και δολοφονίες αθώων ανθρώπων που ενώ πήγαιναν στη δουλειά, δεν επέστρεψαν ποτέ στα σπίτια τους.
Χιλιάδες άνδρες επιστρατεύονται και στέλνονται στα Τάγματα Εργασίας. Παράλληλα οι Τούρκοι αμφισβητούν το δικαίωμα της ελεύθερης άσκησης του επαγγέλματος όλων των Ελλήνων ενώ διαμηνύουν με τον πλέον αυστηρό τρόπο προς τους μουσουλμάνους πως απαγορεύονται οι επαγγελματικές σχέσεις με τους Έλληνες. Όσοι μάλιστα προτίθεντο να παρακούσουν τις εντολές, αντιμετώπιζαν την τιμωρία από τις στρατιωτικές αρχές.
Οι συνέπειες δεν άργησαν να φανούν και η Ελληνική Πρεσβεία σε έκθεση της μεταξύ άλλων ανέφερε πως  “οι εκτοπιζόμενοι από τα χωριά τους δεν είχαν δικαίωμα να πάρουν μαζί τους ούτε τα απολύτως αναγκαία. Γυμνοί και ξυπόλητοι, χωρίς τροφή και νερό, δερόμενοι και υβριζόμενοι, όσοι δεν εφονεύοντο οδηγούντο στα όρη από τους δημίους τους. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς πέθαιναν κατά την πορεία από τα βασανιστήρια. Το τέρμα του ταξιδιού δεν σήμαινε και τέρμα των δεινών τους, γιατί οι βάρβαροι κάτοικοι των χωριών τούς παρελάμβαναν, για να τους καταφέρουν το τελειωτικό πλήγμα...”.
Η αποχώρηση του ρωσικού στρατού από την Τραπεζούντα που αποτελούσε μια ασπίδα προστασίας για τον ελληνικής καταγωγής πληθυσμό της περιοχής και ο φόβος επανάληψης όσων είχαν συμβεί σε γειτονικές περιοχές προκάλεσε ένα κύμα φυγής με αποτέλεσμα τον ξεριζωμό σχεδόν του μισού πληθυσμού της περιοχής ο οποίος κατευθύνθηκε προς τον Καύκασο και τα παράλια της Γεωργίας.
Αν και αρχικά, η λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου έσπειρε ελπίδες στους Έλληνες της περιοχής πως η κατάσταση θα βελτιωνόταν, εντούτοις αυτές δεν επαληθεύθηκαν, αφού δεν εισακούστηκαν οι εκκλήσεις τους από το ελληνικό κράτος για συμπερίληψη της εν λόγω περιοχής εντός της ελληνικής επικράτειας. Κύρια αιτία της άρνησης του Ελευθερίου Βενιζέλου αυτού του ενδεχόμενου ήταν η απόσταση που χώριζε την Ελλάδα από τον Πόντο και η αδυναμία υπεράσπισής του από τις τουρκικές επιδρομές.
Η πρόταση ωστόσο για δημιουργία ομοσπονδίας με τους Αρμενίους πήρε “σάρκα και οστά” τον Ιανουάριο του 1920, όταν ο αρχιεπίσκοπος Τραπεζούντας Χρύσανθος Φιλιππίδης και ο πρόεδρος των Αρμενίων Αλέξανδρος Χατισιάν υπέγραψαν τη σχετική συμφωνία που προέβλεπε τη δημιουργία ποντοαρμενικού κράτους.
Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους όμως ο αρμενικός στρατός ηττήθηκε στο Ερζερούμ από τις δυνάμεις του Κεμάλ, με αποτέλεσμα τη συνθηκολόγηση με τους Τούρκους, που άφησαν για ακόμη μια φορά μόνους τους Έλληνες του Πόντου.
Δύο χρόνια αργότερα ο Κεμάλ, και αφού “εκκαθάρισε” τα δευτερεύοντα μέτωπα στη Μικρά Ασία, επεκτείνει χωρίς να τον εμποδίσει κανείς τις δραστηριότητές του στις περιοχές όπου διαβιεί ο ποντιακός ελληνισμός. Τα αποτελέσματα τραγικά: Οι πόλεις και τα χωριά κάηκαν, οι χωρικοί σφάχτηκαν, ατιμάστηκαν, εξορίστηκαν ή έφευγαν ομαδικά στα δάση και στα βουνά. Όσοι άνδρες συλλαμβάνονταν προωθούνταν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Σχετικοί υπολογισμοί αναφέρουν πως στο διάστημα 1914 - 1922 εξοντώθηκαν περίπου 200.000 Πόντιοι.

ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Η επέμβαση των συμμαχικών δυνάμεων είχε ως αποτέλεσμα να βρεθεί “γραμμή επικοινωνίας” ελληνικής κυβέρνησης και Κεμάλ Ατατούρ, η οποία μεταφράστηκε σε συμφωνία για τη μεταφορά των Ελλήνων του Πόντου με τουρκικά καράβια στην Κωνσταντινούπολη και από εκεί με ελληνικά στην Ελλάδα.
Τον Νοέμβριο του 1922 έλυσε κάβους το πρώτο καράβι που ξεκίνησε από τη Σαμψούντα με τελικό προορισμό την Ελλάδα μέσω Κωνσταντινούπολης, διαδικασία που συνεχίστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια του επόμενου έτους.
Το 1924 υπογράφεται η ελληνοτουρκική σύμβαση που προέβλεπε την ανταλλαγή των πληθυσμών, στους οποίους περιλήφθηκαν και οι χριστιανικοί πληθυσμοί του Πόντου, ενώ όσοι από τους άνδρες είχαν επιζήσει από τα τάγματα εργασίας που εμπνεύστηκαν οι Τούρκοι (τα γνωστά αμελέ ταμπουρού) επέστρεψαν στην Ελλάδα είτε μέσω Σαμψούντας είτε μέσω Συρίας.

ΝΕΑ ΑΡΧΗ
Καστοριά, Δράμα, Κιλκίς, Καβάλα, Κοζάνη, Πρέβεζα, Αθήνα, Θεσσαλονίκη είναι ορισμένες μόνον από τις περιοχές στις οποίες εγκαταστάθηκαν οι Έλληνες του Πόντου. Η προσαρμογή στην ελληνική πραγματικότητα ιδιαίτερα δύσκολη αφού πέραν της αδυναμίας της ελληνικής κυβέρνησης να ανταποκριθεί στο έργο της προσφυγικής αποκατάστασης, οι Έλληνες από τον Πόντο θα έπρεπε επί της ουσίας να ξεκινήσουν από την αρχή, παλεύοντας με τις αναμνήσεις της ζωής που άφησαν πίσω. Το μόνο πράγμα που τους θύμιζε πλέον το σπίτι τους και τον τόπο που γεννήθηκαν ήταν τα ελάχιστα αντικείμενα που κατάφεραν να μεταφέρουν μαζί τους στην Ελλάδα τα οποία ίσα-ίσα που χωρούσαν σε λιγοστά ξύλινα σεντούκια τα οποία μέχρι και σήμερα οι απόγονοί τους φυλάγουν ως "κόρη οφθαλμού". Ο πόνος και η θλίψη για τον άδικο χαμό των δικών τους ανθρώπων αλλά και τη λεηλασία της περιουσίας τους θα έπρεπε να μείνουν πίσω, αφού αυτό που προείχε ήταν η επιβίωση και μάλιστα σε έναν τόπο που επί της ουσίας τους ήταν ξένος.
Η Αθήνα ζήτησε τη βοήθεια της διεθνούς κοινότητας, η οποία και ανταποκρίθηκε αφού φιλανθρωπικές οργανώσεις, κυρίως αγγλικές και αμερικάνικες, όπως η Αmerican Bible Society, η Save the Children Fund και η All British Appeal προσέφεραν σημαντικά στην ανακούφιση των προσφύγων. Παράλληλα, η ελληνική κυβέρνηση προχώρησε στη σύναψη δανείων με ξένες τράπεζες, για να εγκαταστήσει παραγωγικά τους πρόσφυγες.
Την όλη διαχείριση των χρημάτων, καθώς και την πρόοδο του εποικιστικού έργου, ανέλαβε μια διεθνής επιτροπή που συστάθηκε υπό την κηδεμονία της ΚΤΕ, η Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων, γνωστότερη ως ΕΑΠ.
Η εγκατάσταση των προσφύγων προχώρησε προς δύο βασικές κατευθύνσεις,
α) την αγροτική και
β) την αστική εγκατάσταση.
Στην πρώτη περίπτωση τα πράγματα ήταν πιο εύκολα, αφού σε Μακεδονία και Θράκη υπήρχε διαθέσιμη γη ενώ χορηγήθηκαν στους αγρότες-πρόσφυγες σπίτια -συνήθως αντιστοιχούσε 1 σπίτι σε κάθε 2 ή 3 οικογένειες- αλλά και απαραίτητος εξοπλισμός για την καλλιέργεια της γης, διαδικασία που ολοκληρώθηκε το 1930.
Στη δεύτερη περίπτωση ωστόσο η κατάσταση ήταν σαφώς πιο δύσκολη, αφού πέραν του στεγαστικού προβλήματος, οι Έλληνες του Πόντου είχαν να αντιμετωπίσουν και τον εφιάλτη της απασχόλησης.
Άλλωστε, οι αστοί αποτελούσαν το 42% μεταξύ των προσφύγων, ενώ την ίδια εποχή ο συνολικός αστικός πληθυσμός της χώρας δεν ξεπερνούσε το 23%. Αποτέλεσμα των παραπάνω ήταν η δημιουργία προσφυγικών συνοικισμών, με άσχημες συνθήκες στην αρχή, που βελτιώθηκαν στο διάβα του χρόνου.

ΟΙ ΘΕΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ
Η ενσωμάτωση των Ελλήνων του Πόντου στην Ελλάδα είχε πολλαπλές θετικές συνέπειες στους περισσότερους τομείς της οικονομικής και κοινωνικής ζωής της χώρας.
Όπως αναφέρεται στο αφιέρωμα του Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων, όσον αφορά στον εθνολογικό τομέα σημειώνεται πως το 1913 οι μειονότητες στην Ελλάδα αποτελούσαν περίπου το 13% του συνολικού πληθυσμού ενώ το 1920 το ποσοστό αυτό πλησίασε το 20%, όπερ σημαίνει πως ένας στους πέντε κατοίκους της χώρας δεν ήταν Έλληνας. Μάλιστα στη Μακεδονία, το 1920, το ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού κυμαίνονταν γύρω στο 45%.
Η εγκατάσταση των προσφύγων σε Μακεδονία και Θράκη και η αποχώρηση των περίπου 300 χιλιάδων μουσουλμάνων και περίπου 60 χιλιάδων Βούλγαρων ανέτρεψε δραματικά τα πληθυσμιακά δεδομένα. Έτσι, το 1926 το ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού της Μακεδονίας έφτασε το 88,8%, ενώ το 1928 οι Έλληνες αποτελούσαν το 93,8% του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Αυτό σημαίνει πως στα τέλη της δεκαετίας του 1920 η Ελλάδα ήταν το κράτος με τη μεγαλύτερη εθνική ομοιογένεια στη Βαλκανική και ένα από τα πλέον ομοιογενή κράτη στην Ευρώπη. Η άποψη μάλιστα αυτή πιστοποιείται και από τα πλέον επίσημα χείλη, τους προέδρους της ΕΑΠ, Morgentau, Eddy και Howland.
Και στον οικονομικό τομέα η προσφορά των προσφύγων ήταν τεράστια. Στα τέλη του 1922 η οικονομία της χώρας είχε σχεδόν αποσυντεθεί και η παραγωγή είχε πέσει πολύ χαμηλά. Όμως, οι πρόσφυγες ανέτρεψαν πλήρως την κατάσταση. Οι ανάγκες της εγκατάστασής τους οδήγησαν στην απαλλοτρίωση των τσιφλικιών και των μεγάλων κτημάτων που μέχρι τότε αποτελούσαν την κύρια μορφή ιδιοκτησίας γης. Ακόμη, εισήχθησαν νέες καλλιέργειες και εφαρμόσθηκαν νέες τεχνικές. Πιο συγκεκριμένα, μέχρι το 1922 η σταφίδα αποτελούσε την κύρια καλλιέργεια, λόγω, όμως, των συνεχών σταφιδικών κρίσεων αντικαταστάθηκε από τον καπνό, ο οποίος κάλυψε το 70% περίπου των ελληνικών εξαγωγών. Η καλλιέργεια του καπνού γινόταν μάλιστα κατά τα 2/3 από πρόσφυγες. Το αποτέλεσμα ήταν ότι δέκα χρόνια μετά την άφιξη των προσφύγων η καλλιεργήσιμη γη είχε αυξηθεί κατά 55% και το αγροτικό εισόδημα είχε διπλασιασθεί. Αλλά και στον τομέα της βιοτεχνίας και της βιομηχανίας η προσφορά των προσφύγων ήταν ευεργετική. Αναπτύχθηκαν νέοι κλάδοι, όπως η μεταξουργία, η κεραμική, η χαλκουργία, η ταπητουργία, η αργυροχοΐα και η βυρσοδεψία. Στο διάστημα 1923-1930 περισσότερες από 900 βιομηχανίες ιδρύθηκαν. Επίσης, στο ίδιο διάστημα, οι εμπορικές συναλλαγές της χώρας με το εξωτερικό σχεδόν διπλασιάσθηκαν.
Τέλος, και στον πνευματικό τομέα η συμβολή των προσφύγων υπήρξε τεράστια. Επιστήμονες, διανοούμενοι και διάφοροι άλλοι πνευματικοί άνθρωποι από τη Μ. Ασία λάμπρυναν με την παρουσία τους το χώρο των ελληνικών γραμμάτων. Αναφέρονται ενδεικτικά ορισμένα ονόματα.
Ο αξέχαστος αρχαιολόγος Μανώλης Ανδρόνικος, ο ιστορικός Παύλος Καρολίδης, ο φιλόλογος Ιωάννης Συκουτρής, ο Δημήτρης Γληνός, ο Γιώργος Σεφέρης, ο Ηλίας Βενέζης, ο Φώτης Κόντογλου, η Διδώ Σωτηρίου, η Μαρία Ιορδανίδου, ο Μενέλαος Λουντέμης, ο Δημήτρης Ψαθάς, ο Κάρολος Κουν, ο Πάνος Κατσέλης, ο Μανώλης Καλομοίρης. Όσον αφορά, ειδικότερα, την πνευματική συνεισφορά των Ποντίων, είναι σημαντικό ότι το 1927 ιδρύθηκε η Επιτροπή Ποντιακών Μελετών από ομάδα Ποντίων με επικεφαλής τον μητροπολίτη Τραπεζούντας και μετέπειτα αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρύσανθο. Επίσης, κυκλοφόρησαν τα εξής περιοδικά: “Ποντιακά Φύλλα”, “Χρονικά του Πόντου”, “Ποντιακό Θέατρο”, “Ποντιακή Εστία”, “Φίλοι της Ποντιακής Μουσικής” και φυσικά το περιοδικό “Αρχείον Πόντου”. Αλλά τα βάσανα των ξεριζωμένων ενέπνευσαν και πάρα πολλούς καλλιτέχνες. Ολόκληρη η μετέπειτα λογοτεχνική παραγωγή είναι σφραγισμένη από την τραγωδία της Ασίας. Δεν έλειψαν, επίσης, και οι διάφορες τηλεοπτικές παραγωγές. Αναφέρονται ενδεικτικά η ταινία του Νίκου Κούνδουρου ''Μαγική Πόλη'', γυρισμένη το 1955, η ''Τραγωδία του Αιγαίου'' του Βασίλη Μάρου (1961), η ''Ξεριζωμένη Γενιά'' του Απόστολου Τεγόπουλου (1968) και το ''1922'' του Παντελή Βούλγαρη (1978).

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΠΕΡΙΟΔΟΙ
Όμως, τα ιστορικά στοιχεία αποδεικνύουν πως η τραγωδία του ποντιακού ελληνισμού επί της ουσίας ξεκινά επτά χρόνια μετά την άλωση της Πόλης, δηλαδή την πτώση της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας το 1461.
Ήταν την εποχή που ο ποντιακός ελληνισμός έχανε μεν την ανεξαρτησία του, όχι όμως την εθνική του συνείδηση, αφού κατάφερε ανάμεσα σε ένα πλήθος αλλόθρησκων και αλλόγλωσσων λαών να διατηρήσει τη γλώσσα και την πίστη του.
Σύμφωνα με τα ιστορικά στοιχεία, η τραγωδία μπορεί να χωριστεί σε τρεις περιόδους.
Η πρώτη αρχίζει το 1461 και λήγει στα μέσα του 17ου αιώνα.
Η δεύτερη προσδιορίζεται στα μέσα του 17ου αιώνα και ολοκληρώνεται λίγο μετά το τέλος του πρώτου ρωσοτουρκικού πολέμου. Κατά τη διάρκεια των εν λόγω ετών, εκφράζεται με τον χειρότερο δυνατό τρόπο η θρησκευτική βία εναντίον των Ελλήνων, ενώ καταγράφονται οι πρώτοι ομαδικοί εξισλαμισμοί των ελληνικών πληθυσμών.
Η τρίτη περίοδος που επί της ουσίας ολοκληρώνεται το 1922 με τα γνωστά αποτελέσματα χωρίζεται σε δύο υποκατηγορίες:
Η πρώτη εκφράζεται με τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζί το 1774 και η δεύτερη ξεκινάει από το 1908, εποχή που αρχίζει να γιγαντώνεται ο τουρκικός εθνικισμός.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΑΣ
Οι Πόντιοι, μέσα στην Οθωμανική αυτοκρατορία αποτελούσαν ένα αποκομμένο τμήμα του ελληνισμού. Το γεγονός ότι ο ποντιακός ελληνισμός ζούσε σε μια περιοχή ιδιαίτερα φτωχή, δεν στάθηκε εμπόδιο για την οικονομική του εξέλιξη και την επέκταση των δραστηριοτήτων του προς τις περιοχές του Καυκάσου και της Κριμαίας.
Η εκμετάλλευση των μεταλλείων της Αργυρούπολης, η διάνοιξη του πολλά υποσχόμενου εμπορικού δρόμου Τραπεζούντας - Ταυρίδας και η ανάπτυξη των εμπορικών σχέσεων με τα λιμάνια του Εύξεινου Πόντου και της Κριμαίας αποτέλεσαν τα βασικά συστατικά για το “οικονομικό θαύμα” που συντελέστηκε την εποχή εκείνη, το οποίο έφερε αξιοσημείωτη δημογραφική άνοδο. Οι καλές οικονομικές επιδόσεις του ποντιακού ελληνισμού αλλά και η δημογραφική αύξηση είχαν ως αποτέλεσμα να αναπτυχθεί και η εκπαιδευτική δραστηριότητα. Έτσι και ενώ το 1860 τα ελληνικά σχολεία ήταν μόλις 100, το 1919 και ύστερα από την κατάλυση της οθωμανικής κυριαρχίας τα σχολεία υπολογίζονταν σε 1.401 με 86.000 μαθητές, με πιο φημισμένο το Φροντιστήριο της Τραπεζούντας. Βέβαια, εκτός από τα σχολεία, οι Πόντιοι διέθεταν τυπογραφεία, περιοδικά, εφημερίδες, λέσχες, και θέατρα, με τα οποία έκαναν αισθητό τόσο το υψηλό πνευματικό τους επίπεδο όσο και το εθνικό τους φρόνημα.
Το 1915 ωστόσο τα πράγματα αρχίζουν να αλλάζουν. Ήταν η εποχή που τα περισσότερα κράτη της γηραιάς ηπείρου ενεπλάκησαν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, την ίδια εποχή δηλαδή που η Τουρκία βρήκε την ευκαιρία να υλοποιήσει ένα από τα χειρότερα σχέδια κατά της ανθρωπότητας που δεν ήταν άλλο από την εξόντωση όλων των χριστιανικών πληθυσμών που ζούσαν στη Μικρά Ασία.
Το πρώτο χτύπημα πραγματοποιήθηκε τον μήνα Ιούνιο, όταν ξεκίνησε η εξορία και εν συνεχεία η σφαγή των Αρμενίων, χωρίς να αργήσουν οι καταγγελίες για βιοπραγίες εναντίον του ποντιακού ελληνισμού.

Ψήφισμα των ελλήνων διανοουμένων για την τραγωδία του Πόντου
"Oι έλληνες συγγραφείς και καλλιτέχναι, απηύθυναν προς τους διανοουμένους της Eυρώπης και Aμερικής την κάτωθι διαμαρτυρίαν:
Mετά βαθυτάτης συγκινήσεως οι συγγραφείς και καλλιτέχναι της Eλλάδος απευθύνονται προς τους διανοουμένους του πεπολιτισμένου κόσμου, όπως γνωστοποιήσουν εις αυτούς την τραγωδίαν χιλιάδων οικογενειών του ελληνικού Πόντου. Ξηρά, εξηκριβωμένα και αναμφισβήτητα τα γεγονότα είναι τα εξής:
Oι Tούρκοι εφόνευσαν όλους ανεξαιρέτως τους κατοίκους της πόλεως Mερζιφούντος, αφού την ελεηλάτησαν και την επυρπόλησαν. Tους προσπαθήσαντας να διασωθούν ετυφέκισαν και εθανάτωσαν, καταλαβόντες τας διόδους.
Mετετόπισαν όλον τον άρρενα πληθυσμόν των πόλεων Tριπόλεως, Kερασούντος, Oρδούς, Oινόης, Aμισού και Πάφρας και καθ' οδόν κατέσφαξαν τους πλείστους εξ αυτών.
Έκλεισαν εντός του ναού του χωρίου Έλεζλη εν Σουλού-Tερέ 535 Έλληνας και τους κατέσφαξαν, διασωθέντων μόνον τεσσάρων. Πρώτους έσφαξαν 7 ιερείς διά πελέκεως προ της θύρας του ναού.
Aπηγχόνισαν εν Aμασεία 168 προκρίτους Aμισού και Πάφρας.
Eβίασαν όλας ανεξαιρέτως τας γυναίκας, τας παρθένους και τα παιδία των άνω πόλεων, τας ωραιοτέρας δε παρθένους και νέους έκλεισαν εις τα χαρέμια. Πλείστα βρέφη εφόνευσαν, σφενδονίζοντες αυτά κατά των τοίχων.
Oι υπογεγραμμένοι θέτουσι τα ανωτέρω υπ' όψιν των διανοουμένων της Eυρώπης και της Aμερικής θεωρούντες ότι όχι μόνον τα γεγονότα ταύτα αλλά και η ανοχή αυτών αποτελεί πένθος της ανθρωπότητος.
Aθήναι, 22 Nοεμβρίου 1921.
Άννινος X., Aυγέρης M., Bλαχογιάννης I., Bώκος Γερ., Γρυπάρης I., Δούζας A., Δροσίνης Γ., Zάχος A., Θεοδωροπούλου Aύρα, Θεοτόκης K., Iακωβίδης Γ., Kαζαντζάκης N., Kαζαντζάκη Γαλ., Kαμπάνης Aρ., Kαμπούρογλους Δ., Kαρολίδης Π., Kόκκινος Δ., Kορομηλάς Γ., Mαλακάσης M., Mαλέας K., Mένανδρος Σ., Nικολούδης Θ., Nιρβάνας Π., Ξενόπουλος Γρ., Παλαμάς K., Παπαντωνίου Z., Παράσχος K., Πασαγιάννης K., Πολίτης Φ., Πωπ Γ., Σικελιανός Άγγ., Σκίπης Σ., Στρατήγης Γ., Tαγκόπουλος Δ., Tσοκόπουλος Γ., Φυλλύρας P., Xατζιδάκις Γ., Xατζόπουλος Δ., Xορν Π., Σβορώνος I. μεθ' όλης της πικρίας μου διά την κυρίως υπό της Γαλλίας και υπό ουδενός αισθήματος ή συμφέροντος ανθρωπίνου, δικαιολογουμένην εγκατάλειψιν εις σφαγήν των χριστιανών".

Sunday, June 9, 2013

ΠΟΛΕΙΣ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ

ΑΜΙΣΟΣ
Η σημερινή Σαμψούντα της Τουρκίας, πόλη του δυτικού Πόντου, στα παράλια της Μαύρης θάλασσας. Αλλά και η λέξη Σαμψούντα έχει τη ρίζα της από την Αμισό:
εις Αμισόν - σ’Αμισόν - σ’Αμσόν - Σαμψούν
Η Αμισός τον 19ον αιώνα είχε περί τις 1000 οικογένειες. Απ’ αυτές 500 οικογένειες ήσαν Ελληνικές και 150 Αρμενικές. Είχε δυο Ελληνικές συνοικίες. Η πρώτη συνοικία ονομαζόταν συνοικία Καδίκιογλου και είχε 350 σπίτια. Είχε δυο εκκλησίες και δυο σχολεία. Το ένα σχολείο ήταν καθαρά Ελληνικό και το άλλο ήταν αλληλοδιδακτικό. Η δεύτερη συνοικία είχε 150 οικογένειες, με ένα Ελληνικό σχολείο και ένα αλληλοδιδακτικό, ως επίσης και ένα Παρθεναγωγείο. Η γύρω επαρχεία είχε περί τους 8000 κατοίκους, από τους οποίους ήσαν 2000 Έλληνες Τουρκόφωνοι.
Υπήρχαν, επίσης και τα παρακάτω κοινωνικά ιδρύματα: Η Φιλόπτωχος Αδελφότης (Ορθοδοξία ), η Φιλόπτωχος Αδελφότης Κυριών, ο Πανευξείνειος Ελληνικός Σύλλογος (Αναγέννησις ), ο Μουσικός Σύλλογος (Ορφεύς ), η Ελληνική Εμπορική Λέσχη, η Αδελφότης (Πατριάρχης Φώτιος ο Ομολογητής ), ο Πολιτικός Σύλλογος (Περικλής ), ο Σύλλογος των Οινοέων, ο Σύλλογος των Σινωπέων και το Σωματείων των καπνεργατών. Στην Αμισό εκδιδόταν και η εφημερίδα (Φως ), στην αρχή εβδομαδιαία και έπειτα δυο φορές τη βδομάδα.
Ήταν αποικία των Μιλησίων και έπειτα των Αθηναίων, οι οποίοι της έδωσαν το όνομα Πειραιάς . Είχε πλήθος ερειπίων. Ο ναός του Αγίου Θεοδώρου έγινε τζαμί. Η Αμισός ήταν έδρα διοικητού, υπό την γενική διοίκηση Τραπεζούντας. Μετά το 1914 άρχισε η ραγδαία ελάττωση και ο πλήρης εξαφανισμός του ελληνικού και Αρμενικού πληθυσμού της Αμισού, εξαιτίας των διωγμών και της γνωστής οργανωμένης γενοκτονίας, που άρχισαν με τον πρώτο μεγάλο πόλεμο και τέλειωσαν με τη σύμβαση της ανταλλαγής, Γενάρη του 1923. Όσοι από τους 20000 Έλληνες κατόρθωσαν να επιζήσουν, είτε σε εξορίες και φυλακές, είτε στην πόλη (ελάχιστα γυναικόπαιδα και γέροι), με την ανταλλαγή ήρθαν στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα, στον Πειραιά, στη Θεσσαλονίκη και σε άλλα μέρη.


ΑΜΑΣΕΙΑ
Πόλη του δυτικού Πόντου κάπου 130 χιλιόμετρα στα νότια της Αμισού (Σαμψούντας). Περιβάλλεται από απόκρημνα όρη και διασχίζεται από τον ποταμό Ίρη. Στις πλαγιές του βουνού που ορθώνεται στα βόρεια της πόλης, σώζονται, μέχρι και σήμερα, οι λαξευτοί τάφοι των βασιλιάδων που προκαλούν το ενδιαφέρον και την περιέργεια των επισκεπτών. Η πόλη επικοινωνούσε με δύο γέφυρες, οι οποίες έγιναν αργότερα πέντε, αρκετά μοντέρνας κατασκευής.
Οι κάτοικοι της Αμάσειας ήταν περίπου 14000 χιλιάδες, πολύ τραχείς και κατά πλειοψηφία Τούρκοι. Υπήρχαν περίπου 600 οικογένειες Αρμενίων και 100 οικογένειες Ελλήνων τουρκόφωνων.
Πατρίδα του γεωγράφου Στράβωνα και γνωστή από τα αρχαία χρόνια η Αμάσεια υπήρξε, στην ελληνιστική περίοδο, πρωτεύουσα του βασιλείου των Μιθριδατών, στη ρωμαϊκή, πρωτεύουσα ομώνυμης ρωμαϊκής επαρχίας και στα βυζαντινά χρόνια, έδρα μητροπολιτικής περιφέρειας. Ιδιαίτερα όμως η πόλη αυτή μας είναι γνωστή για τα φριχτά (δικαστήρια ανεξαρτησίας) του Κεμάλ Ατατουρκ και τις εξοντωτικές φυλακές που στήθηκαν και χτίστηκαν εκεί ειδικά για την εξόντωση του ελληνικού στοιχείου. Από το Γενάρη του 1921 μέχρι την ανταλλαγή (1923) πέρασαν από τις υγρές φυλακές της Αμάσειας όλοι οι Έλληνες που διακρίνονταν στο εμπόριο, στον πλούτο, στις επιστήμες, στη κοινωνική ζωή και προέρχονταν απ’ όλες τις περιοχές του Πόντου. Το Σεπτέμβρη του 1921 καταδικάστηκαν με σύντομη και συνοπτική διαδικασία, και εκτελέστηκαν (δι’ αγχόνης) στο κέντρο της πόλης: οι Έλληνες καθηγητές και μαθητές του ελληνοαμερικανικού κολεγίου Μερζουφούντα, 52 χωρικοί από την Κάβζα, και υπόδικοι από Τοκάτ, Φάτσα, Τσορούμ, Αμισό, Πάφρα και αλλού. Συνολικά καταδικάστηκαν και εκτελέστηκαν γύρω στα 180 άτομα.


ΚΕΡΑΣΟΥΝΤΑ
Αρχαιότατη ελληνική πόλη, που ιδρύθηκε το Ζ΄ αι. π.χ., σύμφωνα με όσα αναφέρει ο Ξενοφών στο έργο του (Κύρου Ανάβασης), από τους Σινωπείς. Το όνομά της το οφείλει στο σχήμα δύο κεράτων τα οποία σχηματίζει ή σύμφωνα με άλλη εκδοχή στα δάση των Κερασιών, που αφθονούν στην περιοχή της. Σήμερα η πόλη αποκαλείται από τους Τούρκους Κιρεσόν. Λέγετε ότι, τους χρόνους της ρωμαϊκής κατάκτησης, ο Λούκουλλος μετέφερε από την πόλη το δέντρο κερασιά στην Ιταλία, όπου δεν υπήρχε προηγουμένως. Στα χρόνια των Μεγάλων Κομνηνών, η Κερασούντα είναι η δεύτερη σε σημασία πόλη της αυτοκρατορίας τους. Πιθανολογείτε ότι κυριεύτηκε από τους Τούρκους εφτά χρόνια μετά την Τραπεζούντα, το 1468, αλλά αυτό δεν είναι βέβαιο.
Κατά την απογραφή του 1913, η Κερασούντα είχε 30000 κατοίκους, από τους οποίους οι Έλληνες ήταν 17000, 3500 οικογένειες, περίπου, οι Αρμένιοι 3000, οι Τούρκοι 7000 και οι διάφορων άλλων εθνικοτήτων 3000.
Το 1915, στις αρχές του μήνα Μαίου, οι Τούρκοι έθεσαν σε εφαρμογή το σχέδιό τους για τον αποδεκατισμό των Αρμενίων. Τα δεινοπαθήματα των Ελλήνων άρχισαν το 1919, με τη σύλληψη 80 προκρίτων και εξεχόντων μελών της ελληνικής κοινωνίας της Κερασούντος. Την εντολή για τη σύλληψή τους έδωσε ο Τοπάλ Οσμάν, ο σφαγιαστής των Κερασουντίων.
Οι Έλληνες αποτελούσαν πάντοτε την πλειοψηφία των κατοίκων της Κερασούντος. Οι συνοικίες, όπου ζούσαν, ήταν:
* Η συνοικία Κόκκαρη, στον ανατολικό τομέα της πόλης. Εδώ βρισκόταν η μεγαλύτερη εκκλησία της πόλης, ο Άγιος Νικόλαος.
* Η συνοικία Σάιτας. Σ’ αυτήν βρισκόταν ο ναός της Αγίας τριάδας, η μικρότερη εκκλησία της Κερασούντος που ήταν παράλληλα και η εκκλησία του χριστιανικού νεκροταφείου.
* Η συνοικία Λιμένη, στο δυτικό τομέα της πόλης, όπου υπήρχε ο ναός της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος.
* Η συνοικία Τσιναρλάρ, αμιγώς ελληνική.
* Η συνοικία Μπεγιούκ Παχτσέ, με οικογένειες ελληνικές και τούρκικες.
* Η συνοικία Τσιρόνη, στην παραλία της πόλης, κατοικούμενη αποκλειστικά από Έλληνες.
* Η συνοικία Γενί Γκιολ, με πληθυσμό μεικτό (Έλληνες και Τούρκους).
* Η συνοικία Υψηλόν, αμιγώς ελληνική, στο ανατολικό τμήμα της πόλης.
* Η συνοικία Φανάρι, στο δυτικό τμήμα της πόλης, αμιγώς ελληνική.


ΑΡΓΥΡΟΥΠΟΛΗ
Πόλη του ν. Τραπεζούντας και έδρα της επαρχίας Χαλδίας, κάπου 100 χιλ. νότια της Τραπεζούντας. Λεγόταν και Κιουμουσχανέ, σαν τόπος αργύρου, για τα πλούσια μεταλλεία αργύρου που είχε άλλοτε η πόλη και όλη η περιοχή. Η πόλη λεγόταν επίσης Καν και ο κάτοικος Κανέτες-Κανέτσα.
Οι πρώτοι κάτοικοι της Αργυρούπολης εγκαταστάθηκαν εκεί αμέσως μετά την άλωση της Τραπεζούντας και γρήγορα έγινε κέντρο μεταλλωρύχων. Πρώτος ο σουλτάνος Μουράτ ο Γ΄ , ο σύζυγος της Ποντίας Γκιούλ-Μπαχάρ από τη Λιβερά, έδωσε πολλά προνόμια στους αρχιμεταλλουργούς και η πόλη είχε αναπτυχθεί σε κέντρο ελληνισμού. Είχε τότε 60000 κατοίκους, το εμπόριο και οι τέχνες προόδεψαν και η Αργυρούπολη και όλη η Χαλδία βρισκόταν σε ακμή. Δείγμα της ανάπτυξης ήταν και η κοπή νομισμάτων με το όνομα Κιουμουσχανέ. Εκεί αναπτύχθηκε άριστα και η χρυσοχοία, η αγιογραφία και άλλες τέχνες. Βέβαια τον πλούτο και την ευμάρεια ακολούθησε η πνευματική ανάπτυξη. Είχε αλληλοδιδακτικό Σχολείο και Ελληνική Σχολή.
Δυστυχώς μετά την ακμή ακολουθεί και η παρακμή. Έλειψαν τα τεχνικά μέσα εκμετάλλευσης των μεταλλείων, ανακαλύφθηκαν νέα πλούσια μεταλλεία στο Ακ-Δαγ-Ματέν και στην Άργονη και επακολούθησε μεγάλη μετοίκιση μεταλλουργών Αργυρουπολιτών στα νέα μεταλλεία.
Μετά τα τραγικά γεγονότα του 1914-1922 λίγοι Αργυρουπολίτες κατέφυγαν στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν κυρίως στη Μακεδονία. Ένα μέρος αυτών εγκαταστάθηκαν κυρίως στη Νάουσα όπου μετέφεραν και πολλά κειμήλια των ιερών ναών της Αργυρούπολης αλλά και την πολύτιμη βιβλιοθήκη του φροντιστηρίου, με σπάνια χειρόγραφα και βιβλία. Σήμερα λειτουργεί άριστα αυτή η βιβλιοθήκη και αποτελεί κόσμημα για την πόλη της Νάουσας.


ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΑ
Η ωραιότερη πόλη του Πόντου, η πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας των Κομνηνών, το τελευταίο καταφύγιο του Ελληνισμού. Η Τραπεζούντα ιδρύθηκε το 756 π.χ. για πρώτη φορά από Ίωνες αποίκους. Έζησε δόξες, καταστροφές, τιμές και θυσίες, αλλά έμεινε και στάθηκε Ελληνική επί 2678 χρόνια μέχρι το 1922 όταν και αναγκάστηκε ο Ελληνισμός της να καταφύγει στην Ελλάδα. Την πόλη την στάλισαν όλοι και όλες οι εποχές με διαφορετικά κτίσματα.
Η Τραπεζούντα στην παρακμή της, τον 19ο αιώνα είχε μόνο 4200 οικογένειες. 1200 οικογένειες ήταν Ελληνικές, 500 Αρμενικές και 180 αρμενοκαθολικές, 20 διαμαρτυρόμενες, 2100 Περσικές, Ευρωπαικές και Οθωμανικές. Μαζί με τα προάστιά της είχε περίπου 31000 κατοίκους, δηλαδή 6500 οικογένειες. Είχε 4 αλληλοδιδακτικά σχολεία Δημόσια, δύο Παρθεναγωγία, την Ελληνική Σχολή (Φροντιστήριο) και άλλα ιδιωτικά Σχολεία. Αρχές του 20ού αιώνα υπήρχαν 700 μαθητές στα αλληλοδιδακτικά, 250 στο Παρθεναγωγείο, 220 στο Φροντιστήριο και 150 στα ιδιωτικά. Δηλαδή αρχές του 20ού αιώνα τπήρζαν 1250 σπουδαστές στην Τραπεζούντα. Η διοίκηση των σχολείων γινόταν από το ανώτατο Συμβούλιο. Το Συμβούλιο άλλαζε κάθε δύο χρόνια και είχε ένα πρόεδρο και Εφορεία με τρία μέλη. Η ανώτερη Ελληνική κοινωνία της Τραπεζούντας φρόντιζε πάρα πολύ για τα Σχολεία, τις εκκλησίες και γενικά την κοινωνική ζωή. Ο Ελληνισμός συντηρούσε την α) Φιλόπτωχο Αδελφότητα, και β) Αδελφώτητα Κυριών η Μέριμνα, η οποία σπούδαζε με έξοδά της άπορα παιδιά και ένα σπουδαστή στην Θεολογική Σχολή. Ιδιαίτερη κίνηση έδινε η Λέσχη με τις διαλέξεις που γίνοταν εκεί. Ο Σύλλογος (Πρόνια), στην Κωνσταντινούπολη ενίσχυε τα Σχολεία της Τραπεζούντας. Από δημόσια υγεία η Τραπεζούντα ήταν σε καλή κατάσταση, χάρη στα 15 λουτρά που διέθετε. Ιδιαίτερη αξία για την Τραπεζούντα και ολόκληρο τον Πόντο έχει το όνομα του Φροντιστηρίου, η Σχολή από την οποία έβγαιναν οι δάσκαλοι του Πόντου. Το Φροντιστήριο στεγαζόταν σε ένα πολύ μεγάλο κτίριο με τρία πατώματα. Η ίδρυδή του, χάνεται μέσα στα σκοτεινά χρόνια της Τουρκοκρατίας. Βγήκε ακριβώς μέσα από το σκοτάδι για να γίνει ο φάρος του απομακρισμένου Ελληνισμού. Γνωστό είναι ότι στην εποχή του Γεωργίου Υπομενά, είχε η Σχολή το ίδιο όνομα. Κατ’ άλλους ιδρύθηκε η Σχολή το 1682 από τον Τραπεζούντιο δάσκαλο Σεβαστό Κιμινήτη.
Η βιβλιοθήκη είχε βιβλία του Γεωργίου Υπομενά, Σκίβα, Σεβαστού ως επίσης και χειρόγραφα εκκλησιαστικών κανόνων του Βαλσαμώνος. Η αξία των χειρογράφων ήταν πολύ μεγάλη λόγω της αρχαίας γραφής. Είχε ακόμα Ευαγγέλια, εκκλησιαστικά βιβλία και νεώτερα χειρόγραφα, του Σεβαστού Κυμινήτου, Ηλία Κανδύλη και άλλα. Όλες τις εποχές έβγαιναν από την Σχολή νέοι που ευδοκιμούσαν στο εμπόριο, τα γράμματα και την εκκλησία.


ΣΑΝΤΑ
Η Σάντα ήταν στην αρχαιότητα γνωστή ως Σίνται. Βρίσκεται σε απόσταση 10 ωρών (με τα πόδια) ΝΑ της Τραπεζούντας.Ήταν μια ομάδα από 7 χωριά Ελληνικά.
* Πιστοφάντων 300 σπίτια
* Τσακαλάντων 53 σπίτια
* Ισχανάντων 260 σπίτια
* Τερζάντων 200 σπίτια
* Πινατάντων 60 σπίτια
* Κοζλαράντων 60 σπίτια
* Ζουρνατσάντων 120 σπίτια
Οι κάτοικοι ήταν ψηλοί, τολμηροί μα ωραίες φυσιογνωμίες. Η μορφωτική και εκπαιδευτική κίνηση αυξήθηκε πάρα πολύ μετά το 1900 και κατάντησε σε ένα είδος ευγενούς συναγονισμού ανάμεσα στα διάφορα χωριά.
Προσπαθούσαν να πάρουν τους καλύτερους απόφοιτους του Φροντιστηρίου. Οι ενορίες Ισχανάντων και Πιστοφάντων είχαν 3 – 4 δασκάλους. Το 1905 – 06 από τους 121 μαθητές της Α΄ Γυμνασίου ήταν 21 Σανταίοι (στην Τραπεζούντα). Έγινε μεγάλη κίνηση με διαλέξεις και θέατρα. Υπήρχε και αναγνωστήριο (η Μελέτη), η οποία έγινε το 1908.
Σήμερα, σ’ όλη αυτή την έκταση κατηκούν μόνο 150 Τούρκοι, κι αυτοί ήρθαν από αλλού. Όσο για τις εκκλησίες σχεδόν όλες είναι ερειπωμένες ή μισοερειπωμένες. Μόνο το παρεκκλήσι της Αγ. Κυριακής, μεταξύ Πιστοφάντων και Ζουρνατσάντων, διατηρείται, και τούτο, γιατί έγινε τζαμί.


ΝΙΚΟΠΟΛIΣ
Η Νικόπολη ήταν έδρα του υποδιοικητού υπό την διοίκηση της Σεβάστειας. Εδά είχε την έδρα του και ο Μητροπολίτης Νεοκαισάρειας. Είχε περίπου 1600 οικογένειες. Από αυτές 500 οικογένειες ήταν Αρμενικές και 100 οικογένειες Ελλήνων Τουρκόφωνων. Η περιοχή είχε όμως πολλά Ελληνόφωνα χωριά. Οι Αρμένιοι είχαν καλές εκκλησίες και Σχολεία.


ΙΜΕΡΑ
Η Ίμερα ήταν χτισμένη σ’ ένα μαγικό και ειδυλλιακό τοπίο, με 2000 μ. περίπου υψόμετρο και υγιεινότατο κλίμα. Τα βουνά της γειτονεύουν με την βουνοσειρά Θήχη, απ’ όπου οι μύριοι του Ξενοφώντα, αντικρίζοντας τη θάλασσα της Τραπεζούντας, φώναξαν (θάλαττα, θάλαττα). Στα πολύ παλιά χρόνια η γύρω περιοχή ήταν κατάφυτη από πυκνά δάση και οργιώδη βλάστηση.
Ογδόντα περίπου χιλιόμετρα την χωρίζουν από την Τραπεζούντα και τριάντα από την Αργυρούπολη. Η γλώσσα της Ίμερας όπως και της Κρώμνης ήταν η πιο καθαρή αρχαιοπρεπής διάλεκτος του Πόντου. Οι κάτοικοί της ασχολούνταν με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Ο πληθυσμός της έφτανε τις 500 οικογένειες, προτού οι κάτοικοί της αρχίσουν να μεταναστεύουν στη Ρωσία. Πριν από τον Α’ παγκόσμιο πόλεμο είχε περίπου 300 οικογένειες, που περιορίστηκαν όμως σε 120 μόνο, κατά την περίοδο του ξεριζωμού. Στα μέσα του 19ου αιώνα είχε γύρω στους 750 κατοίκους από τους οποίους οι 690 ήταν χριστιανοί Έλληνες, 50 κρυπτοχριστιανοί και 10 μουσουλμάνοι. Η Ίμερα είχε πλήρες τετρατάξιο δημοτικό ελληνικό σχολείο.
Πολλές τοποθεσίες είχαν η καθεμιά δικό της χαρακτηριστικό όνομα: Το Γουρνόπον, το Σκυλοφούρκ, το Τσεφόπον, το Γαζοκόλ, το Βαθύν τ’ Ορμίν, το Τραπεζόλιθον, το Ζούμωτρον, το Λευκέν, το Λιμνίν, ο Καστρόλιθον, η Αερεμίτσα, τη Ποπά τα Ραχία, τη Καμελή, τα Πεγαδόπα, κ.α. Πάνω από την Ίμερα, υπήρχε μοναστήρι γυναικών, του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου με 15 καλογριές.
Ενορίες:
Στο κέντρο του χωριού ήταν η ενορία Ζιτράντων, με καθεδρικό Ναό την Κοίμηση της Θεοτόκου. Στα Κάτω Ίμερα ήταν η ενορία Καθημερετίων, με εκκλησία τον Άγιο Γεώργιο. Στα Άνω Ίμερα ήσαν οι ενορίες Τσακαλινάντων και Χαλτογιαννάντων, με εκκλησία τον Άγιο Δημήτριο. Οι ενορίες Ζουβακάντων και Γιαννάντων είχαν εκκλησίες τον Άγιο Βασίλειο και τον Άγιο Γεώργιο. Η ενορία Θωμάντων, που απείχε από το κέντρο του χωριού, νότια, περίπου 45’ λεπτά, είχε εκκλησία τον Άγιο Κωνσταντίνο.
Αμφίεση:
Η καθαριότητα ήταν εμφανής και στο ρουχισμό, είτε στα παλιά χρόνια που φορούσαν τσαρούχια, παντελόνι από τσόχα, ζουπούναν, κοντές (κοντή εσθήτα), φοτάν, καμίς, πιστιαμπάλ (ποδιά), σπαλέρ γουτνίν (προστήθιο μεταξωτό), ζωνάρ, είτε όταν εξευρωπαίστηκε η φορεσιά.
Παρχάρια:
Τα σπουδαιότερα παρχάρια της Ίμερς ήσαν το Ζούμωτρον, το Λευκέν, τα’ Ομάλ’, τα Μουζενίτκα, τα Κωλονάτκα και τα Βάζια.
Οι Ιμεραίοι, μετά την καταστροφή, εγκαταστάθηκαν στο Πανόραμα Θεσσαλονίκης 75 οικ., στη Νεάπολη Κοζάνης 60 οικ., στη Νέα Ίμερα (Σαλτικλή) Ξάνθης 50 οικ., στον Κεχρόκαμπο (Τάροβα) Καβάλας 20 οικ., στην Κορομηλιά (Σλίβενι) Καστοριάς 15 οικ., μέσα στην Θεσσαλονίκη 60 οικ.και στον Πειραιά, την Αθήνα και αλλού.


ΚΡΩΜΝΗ
Κωμόπολη της επαρχίας Χαλδίας στο νομό Τραπεζούντας. Βρίσκεται στο όρος Παρύαρδη, ανατολικά των Ποντικών ορέων, σε απόσταση 16 ωρών (με τα πόδια) στα νότια της Τραπεζούντας και 5 ωρών ΒΑ της Αργυρούπολης. Το υψόμετρο της περιοχής της ανέρχεται σε 2000 μ. Στα βόρεια συνορεύει με το οροπέδιο της Ματσούκας και το χωριό Λαραχανή, ανατολικά με το οροπέδιο της Σάντας, στα νότια με τα χωριά Γήμερα, Λιβάδι, Λυκάστι, και δυτικά με τα χωριά Παρτίν, Βαρενο΄ύ, Μουσάντων, Πουσίον κ.α.
Ο πληθυσμός της Κρώμνης υπολογίζεται ότι, το β’ μισό του 19ου αιώνα, ανέρχεται σε 1000 περίπου οικογένειες, δηλ. κάπου 6000 άτομα, ενώ τις παραμονές της ανταλλαγής κατεβαίνει στις 250.
Ενορίες:
Σιαμανάντων, Μαντζάντων, Φραγκάντων, Γλούβενα, Ζεμπερέκια, Σιαινάντων, Αληθινός, Μόχωρα, Σαράντων, Κωδωνάντων, Ρακάν, Τσαχματάντων, Ρουσταμάντων, Νανάκ και Λωρία.
Είναι αξιοπρόσεχτο ότι η ελληνική (ποντιακή) εξακολουθεί να μιλιέται μέχρι σήμερα, από λίγους βέβαια, γέρους της περιοχής. Να σημειωθεί, ακόμη, ότι οι πολλές εκκλησίες της Κρώμνης δεν έχουν βεβηλωθεί εσκεμμένα και σκόπιμα μετά το 1923, αλλά κατέρρευσαν από έλλειψη, και μόνο, φροντίδας, ενώ προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι σ’ όλη την έκτασή της υπάρχει μόνο ένα τζαμί.


ΜΟΥΖΕΝΑ
Χωριό της περιοχής Αργυρούπολης. Βρισκόταν στο ψηλότερο σημείο της περιφέρειας Μούζενας και κατοικούνταν από περίπου 70 οικογένειες. Το χωριό είχε τους εξής 4 συνοικισμούς: Στεφανάντων με 17 οικ., Λογιζάντων με 15 οικ., Αδαμάντων με 14 οικ., και Γεράντων με 6 οικ.
Η Μούζενα γειτόνευε με το Σταυρίν και την Άνω Ματσούκα και ήταν από τα πιο φτωχά χωριά της περιοχής. Το έδαφός της ήταν άγονο, ανώμαλο και βραχώδες και – το κυριότερο- δεν διέθετε αρκετό νερό, με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να είναι αναγκασμένοι να υδρεύονται, με ανοιχτό αυλάκι, από το χωριό Σπενταμόνια. Είχε δημοτικό σχολείο και εκκλησία, του ‘ι- Γιάννη. Όσοι κάτοικοι δεν ξενιτεύονταν ασχολούνταν με την γεωργία.


ΟΙΝΟΗ
Η Οινόη ήταν η ωραιότερη επαρχεία της Τραπεζουντιακής Αυτοκρατορίας. Είχε αρκετά προνόμια και χριστιανό Διοικητή. Τον 18ο αιώνα ήταν διοικητής ο γνωστός Σάββας Πασάς. Είχε 1700 οικογένειες από τις οποίες 800 ήσαν Ελληνικές, οι υπόλοιπες ήσαν Αρμενικές και Τουρκικές οικογένειες. Είχε αλληλοδιδακτικό σχολείο με 300 μαθητές και Ελληνικό με 300 μαθητές. Οι κάτοικοι ασχολούνταν με το εμπόριο και την γεωργία.


ΠΛΑΤΑΝΑ
Τα Πλάτανα ήταν μικρή κωμόπολη με 300 οικογένειες Ελληνικές. Είχαν καλή οργάνωση με δύο εκκλησίες. Η εκκλησία του Ταξιάρχου, ήταν από την εποχή των Κομνηνών. Η δεύτερη ήταν του 19ου αιώνα. Είχε δύο αλληλοδιδακτικά σχολεία και ένα Ελληνικό. Στα οροπέδιά της έμεναν οι Θοανοί (Τόνιαλι). Αυτοί ήσαν Ελληνικής καταγωγής, αλλά είχαν γίνει Τούρκοι μετά την άλωση. Ήσαν αρκετά βάρβαροι, αλλά με ωραία φυσιογνωμία Ελληνική και χορούς Ελληνικούς. Η γλώσσα τους είχε πλήθος Ελληνικών λέξεων.


ΠΟΥΛΑΝΤΖΑΚΗ
Η Πουλαντζάκη ίσως να είναι η αρχαία Πολεμωνιάς. Αυτή είχε στην αρχή του 20ου αιώνα 350 οικογένειες μόνο Ελληνικές. Είχε αλληλοδιδακτικό σχολείο και ένα καθαρά Ελληνικό σχολείο και μια μεγαλοπρεπή εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Οι κάτοικοι είχαν γίνει με την βία Μωαμεθανοί, αλλά μετά τα Κριμαϊκά έγιναν πάλι χριστιανοί. Για την αλλαγή αυτή βασανίστηκαν πολύ από τους Τούρκους, ώσπου ο Νικόλαος Ταυρόπουλος πήγε στην Τραπεζούντα και με την βοήθεια των Ευρωπαϊκών Προξενείων τους δόθηκε το δικαίωμα να είναι χριστιανοί.


ΣΟΥΡΜΕΝΑ
Τα Σούρμενα ονομάζονται από τον Αρειανό Σουσάρμενα. Ήταν μια σειρά χωριών με 1600 οικογένειες Χριστιανών στα παράλια, ενώ στα βουνά έμεναν άγριοι Μωαμεθανοί. Οι Χριστιανοί των Σουρμένων είχαν σχολεία. Η κύρια ασχολία τους ήταν το εμπόριο.

Saturday, June 8, 2013

ΟΙ ΠΟΝΤΙΟΙ ΧΑΙΡΕΤΟΥΝ ΤΟΝ «ΠΑΣΧΟΝΤΑ» ΜΑΝΔΡΑΒΕΛΗ

ΕΓΡΑΦΑ ΤΟΝ ΑΥΓΟΥΣΤΟ ΤΟΥ 2008...


Του Βασίλη Ν. Τριανταφυλλίδη (Χάρρυ Κλυνν)

Χαιρετούμε με τον προσήκοντα σεβασμό το «μεγάλο διπλωματούχο ιστορικό», τον «υμνητή» της φιλελεύθερης πολιτικής παρακαταθήκης ΤΟΥ MILTON FRIEDMAN, τον «υπερήφανο μαθητή» του «σεσημασμένου» νεοταξίτη αμπελοφολόσοφου Νίκου Δήμου, τον «αβανταδόρο» της «επιστημονικής ληστοσυμμορίας» Ρεπούση-Λεωντσίνη, τον «ιδεολογικό παρατρεχάμενο» της «παρέας» Ανδριανόπουλου, Ευαγγελόπουλου, Μπήτρου, Παπανδρόπουλου, Χρηστίδη, τον αθεράπευτο θιασώτη του «αμερικάνικου ονείρου» και του «άσχημου, αλλά βολικού μπλου τζιν»!!!

Χαιρετούμε των «πρωτοπόρο των αγραμμάτων», το νέο δείγμα του «ελεγχόμενου μικροαστικού λαϊκισμού» που ανακάλυψε «το διχασμό της δυτικής φιλοσοφίας, της αντίληψης δηλαδή που έχουμε για τον κόσμο που έχει μακρά ιστορία. Από τη μία υπάρχουν οι «ηπειρωτικοί φιλόσοφοι» (continentals) και από την άλλη οι Αγγλοσάξωνες…» Πρωτοποριακώς ανατριχιαστική η φιλοσοφική σκέψη που θα μείνει ακέραια στην αιωνιότητα για να δείχνει στον τυφλό κόσμο ότι πέραν των μεγάλων της ανθρώπινης σκέψης (Πλάτωνας, Αριστοτέλης, Στωικοί, Επικούρειοι, Ντεκάρτ, Σπινόζα, Λάιμπνιτς, Λοκ, Κοντιγιάκ, Ντιντερό, Χιουμ, Καντ, Χέγκελ, Μαρξ, Νίτσε, Κοντ, Μπέρξον, Μπασελάρ, Χάιντεγκερ, Σαρτρ… υπάρχει και ο εκ Κοζάνης «Πάσχων» μανδραβέλης φιλόσοφος, ιστορικός, αρθρογράφος ειδικός σε θέματα πολιτικά, επιστημονικά, οικονομικά, περιβαλλοντικά, στρατιωτικά, βιοτεχνολογικά, απορρυπαντικά, ποδοσφαιρικά, ενδοκρινολογικά, ηλεκτρολογικά, υδραυλικά, ζαχαροπλαστικά, εδώδιμα αποικιακά, είδη κιγκαλερίας και είδη υγιεινής! (Μακάρι να ήξερε να τραβάει και το καζανάκι!)
Χαιρετούμε τον «Πάσχοντα» Mανδραβέλη γεννηθέντα το 1963 στην Kοζάνη. Σπουδάσαντα οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Aθηνών με μεταπτυχιακές σπουδές στο πανεπιστήμιο της Nέας Yόρκης “New School for Social Research”.
(Εσείς που νομίζατε ότι θα σπούδαζε στο Πανεπιστήμιο της Λάρισσας;)
Από 1982 εργαζόμενο(;) σε αθηναϊκές εφημερίδες και περιοδικά. Σήμερα αρθρογραφούντα στην εφημερίδα «Καθημερινή».
Μέλος της «΄Eνωσης Συντακτών Hμερησίων Eφημερίδων Aθηνών» (EΣHEA), του Oικονομικού Eπιμελητηρίου Eλλάδος, της Eλληνικής Eταιρείας Oικονομολόγων, του Electronic Frontier Foundation (EFF), και της «American Association for the Advancement of Science».
(Εσείς νομίζατε ότι δε θα ήταν μέλος της AMERICAN ASSOCIATION;)

Χαιρετούμε τον εμπνευστή της «συλλογικής ιδιοκτησίας της γνώσης», (!) τον βαθυστόχαστοι αναλυτή του «δομικού στοιχείου κάθε ζώντος συστήματος», τον χαριτοσυνεντευξιαζόμενο μετά της «Λολίτας» γίγαντα της σκέψης, τον υπέρμαχο της Φιλευλεύθερης Συμμαχίας που δεν έχει καμία σχέση με το Ουράνιο Τόξο, τα Σκόπια και τον Τζορτζ Σόρος…
Χαιρετούμε τον «Πάσχοντα» Μανδραβέλη, υπέρλαμπρο άστρο της Θεωρίας του «ιστορικού ενταφιασμού» και τους ομοϊδεάτες του Παναγιωτόπουλο, Λιάκο, Λούκο, Νικολακόπουλο, Πεσματζόγλου, Ρεπούση, Κουλούρη καθώς και τα κραυγάζοντα δημοσιογραφικά απομεινάρια του Ιού της Ελευθεροτυπίας και των άλλων «εκσυγχρονιστικών αμερικανοϊσραηλινών φυλλάδων» τύπου Καθημερινής.
Χαιρετούμε τον ιστορικά ημίαιμο «Καθημερινό» ινστρούχτορα της Νεοταξικής κουλτούρας μια και αναρωτιέται «πως και τι» περί του«ολοκαυτώματος» (όχι, βεβαίως, του Εβραϊκού) αλλά του Ποντιακού, και των «γενοκτονιών» επί το γενικότερο και απαντούμε στο ερώτημα αν και γνωρίζουμε ότι ο «Πάσχων» Μανδραβέλης θα συνεχίζει να μεταφέρει, προσβάλλοντας βάναυσα ιστορία και δημοσιογραφία , μόνο όσα του υπαγορεύονται…

ΤΙ ΕΝΝΟΥΜΕ ΜΕ ΤΟΝ ΟΡΟ «ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ»
Η γενοκτονία ως όρος διαμορφώθηκε κυρίως στη δίκη της Νυρεμβέργης το 1945, όπου δικάστηκε η ηγεσία των ναζιστών εγκληματιών του πολέμου. Συγκεκριμένα ο όρος σημαίνει τη μεθοδική εξολόθρευση, ολική ή μερική, μιας εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας. Πρόκειται για ένα πρωτογενές έγκλημα, το οποίο δεν έχει συνάρτηση με πολεμικές συγκρούσεις. Ο γενοκτόνος δεν εξοντώνει μια ομάδα για κάτι που έκανε, αλλά για κάτι που είναι. Στην περίπτωση των Ελλήνων του Πόντου, επειδή ήταν Έλληνες και Χριστιανοί.
Αποτελεί το βαρύτερο έγκλημα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, για το οποίο μάλιστα δεν υπάρχει παραγραφή.Η διεθνής κοινότητα αναγνώρισε άμεσα ή έμμεσα τις άλλες δύο γενοκτονίες του αιώνα μας, των Εβραίων και Αρμενίων. Η γενοκτονία των Ποντίων έχει τις ίδιες ηθικές αναλογίες με αυτές των Εβραίων και των Αρμενίων, δυστυχώς όμως αποτελεί τη λιγότερο μνημονευόμενη και περισσότερο λησμονημένη από τους εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς.

ΠΩΣ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΔΙΑΠΡΑΧΤΗΚΕ Η ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ;
Ο Ποντιακός Ελληνισμός, από την πτώση της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας (1461) γνώρισε συνεχείς διωγμούς, σφαγές, ξεριζωμούς και προσπάθειες για το βίαιο εξισλαμισμό και εκτουρκισμό του, με αποκορύφωμα τη συστηματική και μεθοδευμένη εξόντωση–γενοκτονία του αιώνα μας.
Επτά χρόνια μετά την άλωση της Πόλης, οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Τραπεζούντα. Η οθωμανική κατάκτηση του μικρασιατικού Πόντου μπορεί να διαριθεί σε τρεις περιόδους.
Η πρώτη αρχίζει με την άλωση της Τραπεζούντας το 1461 και λήγει στα μέσα του 17ου αιώνα. Την περίοδο αυτή οι Τούρκοι κρατούν μάλλον ουδέτερη στάση κατά των Ελλήνων του Πόντου.
Η δεύτερη αρχίζει στα μέσα του 17ου αιώνα και λήγει με το τέλος του πρώτου ρωσοτουρκικού πολέμου. Χαρακτηρίζεται με τη θρησκευτική βία κατά των χριστιανικών πληθυσμών. Κατά την περίοδο αυτή πραγματοποιούνται οι ομαδικοί εξισλαμισμοί των ελληνικών πληθυσμών.
Η τελευταία περίοδος, που τελειώνει το 1922 υποδιαιρείται σε δύο υποπεριόδους. Η πρώτη αρχίζει με τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, το 1774. Χαρακτηρίζεται από τη συστηματική προσπάθεια των τοπικών αρχών να μην εφαρμόζουν προς όφελος των χριστιανώντους φιλελεύθερους νόμους. H δεύτερη υποπερίοδος αρχίζει το 1908 και χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη του τουρκικού εθνικισμού.

Η ΝΕΟΤΟΥΡΚΟΙ ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΕΞΟΝΤΩΣΗ
Από τους βαλκανικούς πολέμους και από τους επίσημους συμβούλους, των Γερμανών, οι Νεότουρκοι διδάχθηκαν ότι μονάχα με την εξαφάνιση των Ελλήνων και Αρμενίων θα έκαναν πατρίδα τους τη Μικρά Ασία. Οι διάφορες μορφές βίας δεν αρκούσαν για να φέρουν τον εκτουρκισμό.
Η απόφαση για την εξόντωσή τους πάρθηκε από τους Νεότουρκους το 1911, εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου και ολοκληρώθηκε από το Μούσταφα Κεμάλ (1919 – 1923).
Το Νεοτουρκικό Κομιτάτο «Ένωση και Πρόοδος» ιδρύθηκε το 1889. Στο συνέδριο τους, που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1911 πάρθηκε η απόφαση, ότι η Μικρά Ασία πρέπει να γίνει μωαμεθανική χώρα. Η απόφαση αυτή καταδίκασε σε θάνατο διάφορες εθνότητες.
Οι Τούρκοι στον Πόντο άρχισαν με την επιστράτευση όλων από 15 έως 45 ετών και την αποστολή τους σε Τάγματα Εργασίας. Παράλληλα αμφισβήτησαν το δικαίωμα των Ελλήνων να ασκούν ελεύθερα τα επαγγέλματά τους και επί πλέον απαγόρευσαν τους μουσουλμάνους να εργάζονται επαγγελματικά με τους Έλληνες με την ποινή της τιμωρίας από τις στρατιωτικές Αρχές. Κατ΄ αρχάς οι άτακτες ορδές των Τούρκων επιτίθονταν στα απομονωμένα ελληνικά χωριά κλέβοντας, φονεύοντας, αρπάζοντας νέα κορίτσια, κακοποιώντας και καίγοντάς τα.
Οργανωμένες επιθέσεις Οι Τούρκοι χωρίς προσχήματα πια περνούν στην επίθεση. Από κάθε γωνιά του Πόντου και της Μικράς Ασίας έρχονται καταγγελίες. Οι σποραδικές δολοφονίες αρχίζουν να αυξάνονται. Χωρικοί, που πήγαιναν να δουλέψουν στα χωράφια τους, βρίσκονταν καθημερινά δολοφονημένοι.
Οι διωγμοί εκδηλώθηκαν αρχικά με τη μορφή σποραδικών κρουσμάτων βίας, καταστροφών, απελάσεων και εκτοπισμών. Φαίνονταν σαν να προέρχονταν από ανεύθυνα κυρίως στοιχεία. Πολύ γρήγορα όμως έγιναν συστηματικοί, πιο οργανωμένοι και εκτεταμένοι και στρέφονταν τόσο κατά των Ελλήνων όσο και κατά των Αρμενίων. Εμπνευστής και εγκέφαλος αυτής της επιχείρησης της γενοκτονίας ήταν ο Μεχμέτ Ταλαάτ, υπουργός των Εσωτερικών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Με δικές του εντολές, που καλούσαν τις αρχές να μη δείχνουν κανένα έλεος και για τoυς χριστιανούς, εξαπολύθηκαν οι διωγμοί κατά των «ανεπιθύμητων» εθνοτήτων σε μια τεράστια έκταση.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο αναγκάστηκε, σε ένδειξη πένθους, να κλείσει στις 15 Μαϊου 1914 όλες τις εκκλησίες και τα σχολεία και να καταγγείλει στις Μεγάλες Δυνάμεις τους νέους διωγμούς. Δεν κατάφερε όμως τίποτε γιατί κηρύχθηκε στο μεταξύ ο Α΄ Παγόσμιος πόλεμος, στον οποίο η Τουρκία έλαβε μέρος ως σύμμαχος της Γερμανίας, έχοντας πια την ευχέρεια να εφαρμόσει πλήρως το παλιότερο σχέδιο της εξόντωσης των χριστιανών.

ΟΙ ΔΙΩΓΜΟΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ
Η εφαρμογή αυτής της πολιτικής ανάγκασε χιλιάδες Έλληνες των παραλίων της Μικρασίας να εγκαταλείψουν τις προαιώνιες εστίες τους και να μετοικήσουν με πολυήμερες εξοντωτικές πορείες.
Σύμφωνα με μια έκθεση της Ελληνικής Πρεσβείας, με ημερομηνία τον Ιούνιο του 1915 είναι γραμμένα τα εξής: «Οι εκτοπιζόμενοι από τα χωριά τους δεν είχαν δικαίωμα να πάρουν μαζί τους ούτε τα απολύτως αναγκαία. Γυμνοί και ξυπόλητοι, χωρίς τροφή και νερό, δερόμενοι και υβριζόμενοι, όσοι δεν εφονεύοντο οδηγούντο στα όρη από τους δημίους τους. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς πέθαιναν κατά την πορεία από τα βασανιστήρια. Το τέρμα του ταξιδιού δεν σήμαινε και τέρμα των δεινών τους, γιατί οι βάρβαροι κάτοικοι των χωριών, τους παρελάμβαναν για να τους καταφέρουν το τελειωτικό πλήγμα …»
Σκοπός των Τούρκων ήταν, με τους εκτοπισμούς, τις πυρπολίσεις των χωριών, τις λεηλασίες, να επιτύχουν την αλλοίωση του εθνολογικού χαρακτήρα των ελληνικών περιοχών και να καταφέρουν ευκολότερα των εκτουρκισμό εκείνων που θα απέμεναν.
Το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η ήττα της Τουρκίας από τις δυνάμεις της Αντάντ και το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου έφερε μια προσωρινή ανάπαυλα στο απάνθρωπο σχέδιο των Νεότουρκων. Η νέα τουρκική κυβέρνηση υποχρεώνεται από τις νικήτριες δυνάμεις να δώσει άδειες επιστροφής στους λίγους εξόριστους που είχαν απομείνει.
Το τελικό πλήγμα. Το 1919 αρχίζει νέος διωγμός κατά των Ελλήνων από το κεμαλικό καθεστώς, πολύ πιο άγριος κι απάνθρωπος από τους προηγούμενους. Εκείνος ο διωγμός υπήρξε η χαριστική βολή για τον ποντιακό ελληνισμό.
Στις 19 Μαϊου, με την αποβίβαση του Μουσταφά Κεμάλ στη Σαμψούντα, αρχίζει η δεύτερη και σκληρότερη φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας. Με τη βοήθεια μελών του Νεοτουρκικού Κομιτάτου συγκροτεί μυστική οργάνωση, τη Mutafai Milliye, κηρύσσει το μίσος εναντίον των Ελλήνων και σχεδιάζει την ολοκλήρωση της εξόντωσης του ποντιακού ελληνισμού. Αυτό που δεν πέτυχε το σουλτανικό καθεστώς στους πέντε αιώνες της τυραννικής διοίκησής του, το πέτυχε μέσα σε λίγα χρόνια ο Κεμάλ, εξόντωσε τον ελληνισμό του Πόντου και της Ιωνίας.
Η τρομοκρατία, τα εργατικά τάγματα, οι εξορίες, οι κρεμάλες, οι πυρπολήσεις των χωριών, οι βιασμοί, οι δολοφονίες ανάγκασαν τους Έλληνες του Πόντου να ανέβουν στα βουνά οργανώνοντας αντάρτικο για την προστασία του αμάχου πληθυσμού. Τα θύματα της γενοκτονίας θα ήταν πολύ περισσότερα, αν δεν υπήρχε το επικό και ακατάβλητο ποντιακό αντάρτικο.

Η ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΥ ΚΕΜΑΛ
Με την επικράτηση του Κεμάλ, οι διωγμοί συνεχίζονται με μεγαλύτερη ένταση. Στήνονται στις πόλεις του Πόντου τα διαβόητα έκτακτα δικαστήρια ανεξαρτησίας, που καταδικάζουν και εκτελούν την ηγεσία του ποντιακού ελληνισμού. Το τέλος του Πόντου πλησιάζει. Οι φωνές λιγοστεύουν.
Ελληνικός λαός – Προσφυγικός λαός … Τον επίλογο της τραγικής ποντιακής γενοκτονίας αποτελεί ο βίαιος ξεριζωμός των επιζώντων μετά τη νίκη της Τουρκίας. Με τη συνθήκη της ανταλλαγής των πληθυσμών έρχονται στην Ελλάδα και τα τελευταία ζωντανά υπολείμματα. Οι ξεριζωθέντες εγκαταλείπουν την πατρώα γη και όλα τα υπάρχοντά τους. Παίρνουν μαζί τους ιερά κειμήλια και λίγο χώμα από τη γη του Πόντου. Αφήνουν πίσω τη Μαύρη Θάλασσα και μπαίνουν στην Άσπρη Θάλασσα. Φτάνουν στην Ελλάδα.
Η προσφορά των Ελλήνων του Πόντου στο ελληνικό κράτος. Πάμφτωχοι, έχοντας αφήσει πίσω τους περιουσίες και πλούτη, έφτασαν ταλαιπωρημένοι από τις διώξεις, με το φόβο ακόμη ζωντανό μέσα τους, κι εγκαταστάθηκαν δίχως να χάσουν το θάρρος τους, εδώ κι εκεί στη νέα ελληνική πατρίδα. Σκόρπισαν σε χωριά και πόλεις της Μακεδονίας και της Θράκης, στους συνοικισμούς της πρωτεύουσας και σε άλλες περιοχές, με μοναδικό εφόδιο την αυτοπεποίθηση, την αισιοδοξία, την αγάπη στη γη και τα γράμματα ή τις τέχνες.
Αλλά και με την τραγική θέση της η Ιωνία ήλθε να διαδραματίσει τον εθνικό της ρόλο. Μοναδική αλλά και μεγάλη παρηγοριά ότι οι ξεριζωμένοι πρόσφυγες, οι αιώνιοι Ακρίτες, θωράκισαν τη Μακεδονία και τη Θράκη. Περισσότεροι από 700.000 πρόσφυγες από τη Μικρασία και τον Πόντο εγκαταστάθηκαν στη βόρεια Ελλάδα. Οι Ίωνες, με μια πλούσια πολιτισμική και εθνική παράδοση, συνέβαλαν στην επιβεβαίωση της εθνικής ταυτότητας.

Η Γαλλία και η «ποινικοποίηση της άρνησης». Εγκρίθηκε από την Γαλλική εθνοσυνέλευση η πρόταση νόμου για την ποινικοποίηση της άρνησης της γενοκτονίας των Αρμενίων από τους Τούρκους. Πέντε χρόνια μετά από την αναγνώριση της αρμενικής γενοκτονίας η πρόταση νόμου έρχεται να πλαισιώσει την θεσμική κατοχύρωση του θλιβερού ιστορικού γεγονότος. Η γενοκτονία των Αρμενίων από τους Νεότουρκους είναι ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός για το γαλλικό κράτος…

Αλλά εδώ αξιοθρήνητε mister Mandravelis είναι, βλέπεις, Βαλκάνια, δεν είναι παίξε γέλασε… Είθε να βρεθεί κάποιος να σε λυπηθεί!

Ο ΧΑΡΡΥ ΚΛΥΝΝ ΣΤΟ ΤΡΙΗΜΕΡΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΟΥΜΕΛΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΕΡΙΝΗ

Ο ΧΑΡΡΥ ΚΛΥΝΝ ΜΕ ΤΟΝ ΠΡΟΕΔΡΟ ΤΟΥ ΠΟΝΤΙΑΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ "ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΟΥΜΕΛΑ" ΑΡΗ ΚΑΣΙΜΙΔΗ

Στα πλαίσια του 14 Φεστιβάλ βιβλίου-Αφιέρωμα στον Προσφυγικό Ποντιακό Ελληνισμό που διοργανώνει ο "ΠΟΝΤΙΑΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΕΤΕΡΙΝΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΟΥΜΕΛΑ", έγινε το βράδυ της Παρασκευής στην πλατεία Ελευθερίας της Κατερίνης η ομιλία του Χάρρυ Κλυνν με θέμα «Η ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΤΟΥ ΠΟΝΤΙΑΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ»

ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΧΑΡΡΥ ΚΛΥΝΝ



Κάποτε πρέπει επί τέλους να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους.

Απευθύνομαι λοιπόν, στους εντός και εκτός των τειχών «προοδευτικούς  μονοπωλητές» των ανθρωπίνων δικαιωμάτων….
Στους εντός και εκτός των τειχών «προοδευτικούς  υμνητές» του σφαγέα «απελευθερωτή» Κεμάλ…
Στους εντός και εκτός των τειχών «προοδευτικούς πληρωμένους κοντυλοφόρους…»
Στους  εντός και εκτός των τειχών «προοδευτικους εξολοθρευτες» των 2.700 χρόνων της ενδοξης ιστορίας του Ποντιακού Ελληνισμού…


Συνεχίστε επιδεικτικά να αγνοείτε και να μάχεστε την γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού...
Συνεχίστε να σπαταλιέστε σε μια μίζερη και αδιέξοδη ελληνοκεντρική αλγολαγνεία…
Συνεχίστε να αρνείστε τη δημιουργία Σχολείων της Ποντιακής γλώσσας και Ιστορίας όπου υπάρχουν ικανοί Ποντιακοί πληθυσμοί…
Συνεχίστε να κρατάτε τα μάτια σας κλειστά μπροστά στο δράμα που ζουν οι 8.000.000 κρυπτοχριστιανοί της νεοκεμαλικής Τουρκίας, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι «Ποντιακής καταγωγής»…
Συνεχίστε να προβάλλεται ως "φωτεινή" τη "σκοτεινή πλευρά» του μυαλού σας…»