ΕΜΕΙΣ ΑΔΑ ΚΙ IΝΟΥΜΕΣ,
Σ’ ΕΜΕΤΕΡΑ ΘΑ ΠΑΜΕ...

Tuesday, May 27, 2008

Η Τουρκία ανάμεσα στη δημοκρατία και τον κεμαλικό αυταρχισμό

Μελέτη-Ανάλυση

Αθήνα, 11 Απριλίου 2008


Του Σάββα Καλεντερίδη (www.infognomon.gr, info@infognomon.gr)

Εισαγωγή

Το λεγόμενο «βαθύ κράτος» αποτελεί ίσως το πιο πολυσυζητημένο ζήτημα στην πολιτική ιστορία της σύγχρονης Τουρκίας. Έχουν ειπωθεί πολλά και έχουν γραφτεί αρκετές αναλύσεις και μελέτες για το θέμα, οι οποίες τις περισσότερες φορές καταλήγουν σε συμπεράσματα που μπορούν να χαρακτηριστούν και αυθαίρετα, αφού στηρίζονται σε εκτιμήσεις γύρω από κάποια γεγονότα. Δηλαδή, δεν είχαν παρουσιαστεί μέχρι σήμερα απτές αποδείξεις για ύπαρξη «θεσμοθετημένων» παρακρατικών και παραστρατιωτικών μηχανισμών, με συγκεκριμένη ιεραρχική δομή η οποία διασυνδέεται οργανικά με το στρατό και άλλους φορείς διαχείρισης της κρατικής εξουσίας, οι οποίοι αυτοί μηχανισμοί είναι σε θέση να ελέγχουν τις εκλεγμένες κυβερνήσεις και να παρεμβαίνουν καθοριστικά, ακόμη και με χρήση ένοπλης βίας, όταν οι κυβερνήσεις δεν συμμορφώνονται με τις υποδείξεις του βαθέως κράτους. Δηλαδή, μέχρι σήμερα, βλέπαμε το αποτέλεσμα, υποπτευόμασταν ότι πίσω από αυτό είναι το βαθύ κράτος και οι μηχανισμοί του, πλην όμως δεν υπήρχαν οι απτές αποδείξεις, ούτε άλλες πληροφορίες και στοιχεία που θα καθιστούσαν έστω και κάπως ορατό το περιβόητο «βαθύ κράτος» της Τουρκίας. Αυτά μέχρι πέρυσι, που άρχισε να αναπτύσσεται η φιλολογία περί της κεμαλικής-φασιστικής οργάνωσης«ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ», φιλολογία που σταδιακά εξελίχθηκε σε χειροπιαστή πραγματικότητα, μετά την επιχείρηση σύλληψης δεκάδων μελών της, τον Ιανουάριο του 2008. Ας δούμε παρακάτω το ιστορικό της υπόθεσης, η εξέλιξη της οποίας αναμένεται να επηρεάσει καθοριστικά το πολιτικό σκηνικό στην Τουρκία και μαζί με αυτό μια σειρά από άλλα κρίσιμα ζητήματα, με κυρίαρχο -για μας τους Έλληνες- την πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Οι πρώτες αποδείξεις για την κεμαλική-φασιστική οργάνωση «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ»

Στις 2 Μαρτίου του έτους 2001, μια ομάδα του Τμήματος Λαθρεμπορίου και Οργανωμένου Εγκλήματος της Διεύθυνσης Ασφάλειας Κωνσταντινούπολης, με επικεφαλής τον αστυνομικό διευθυντή Αντίλ Σερντάρ Σατσάν (Adil Serdar SaçanΤσατσάν), μετά από καταγγελία για εκβίαση, εισέβαλε στο διαμέρισμα που στεγαζόταν το γραφείο του δημοσιογράφου Τουντζάι Γκιουνέι (Tuncay Güney). Κατά τη διάρκεια του τυπικού ελέγχου στο γραφείο, οι άνδρες της ασφάλειας έπιασαν «λαβράκι». Ανακάλυψαν και κατάσχεσαν φακέλους με ντοκουμέντα από μια μυστική φασιστική-παρακρατική-παραστρατιωτική οργάνωση, την «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ», για την οποία, μέχρι τότε, όλοι μιλούσαν, αλλά κανείς δεν είχε στοιχεία, για τους σκοπούς, τη δομή, την επάνδρωση και τη σχέση της με το τουρκικό κράτος και τις δομές εξουσίας γενικότερα.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που βρέθηκαν στο γραφείο του Γκιουνέι, η οργάνωση είχε σχέσεις με το στρατό και συγκεκριμένα με την στρατοχωροφυλακή, που -εκ του νόμου- έχει εκτεταμένο δίκτυο μονάδων, σταθμών και φυλακίων σε όλη την τουρκική επικράτεια. Η πάλη ανάμεσα στο στρατό, τη ΜΙΤ και την αστυνομία για τον έλεγχο τέτοιων μηχανισμών που, σημειωτέον, ελέγχουν-διαχειρίζονται και τεράστια κεφάλαια προερχόμενα από την ελεγχόμενη και προστατευόμενη από τις αρχές παράνομη δράση ομάδων και συμμοριών, είναι διαχρονική και γνωστή σε όσους παρατηρούν εκ του σύνεγγυς την ιστορική εξέλιξη της σύγχρονης Τουρκίας. Ο αστυνομικός διευθυντής Σατσάν, εκπροσωπώντας τα συντεχνιακά συμφέροντα της αστυνομίας, άρπαξε την ευκαιρία από τα μαλλιά, για να στριμώξει και να ξεσκεπάσει τους μηχανισμούς της στρατοχωροφυλακής. Έβαλε τον συλληφθέντα Γκιουνέι να καταθέσει επί τρίωρο ό,τι γνώριζε για την ιστορία της «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ».

Ο Γκιουνέι, για να εξασφαλίσει τα ευεργετήματα του μάρτυρα που παρέχει πολύτιμες πληροφορίες για τέτοιου είδους υποθέσεις, …τα είπε όλα. Σε εκείνη την τρίωρη κατάθεση ο συλληφθείς δημοσιογράφος έδωσε διευθύνσεις και ονόματα για άτομα που επάνδρωναν τα διάφορα τμήματα της «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ» και για τους προστάτες τους στις τάξεις των ανωτάτων αξιωματικών, εν ενεργεία ή αποστράτων. Ο αστυνομικός διευθυντής Τσατσάν, κράτησε μια κόπια από τα ντοκουμέντα και από την βιντεοκασέτα της κατάθεσης του Γκιουνέι και παρέπεμψε την υπόθεση αρμοδίως. Φυσικά, η τότε κυβέρνηση του Μπουλέντ Ετζεβίτ (Bülent Ecevit), «προϊόν και αποτέλεσμα» η ίδια της δράσης της «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ», αφού βρισκόταν στην εξουσία μετά από το μεταμοντέρνο πραξικόπημα που έκαναν οι Τούρκοι στρατηγοί, στις 28 Φεβρουαρίου 1997, που οδήγησε στην ανατροπή του Νετζμετίν Ερμπακάν (Necmetin Erbakan), κουκούλωσε το θέμα, όπως κουκούλωσε το περίφημο «Σκάνδαλο ΣΟΥΣΟΥΡΛΟΥΚ» η κυβέρνηση Ερμπακάν-Τσιλέρ, το 1996, κάτω από την αφόρητη πίεση της Τσιλέρ, το κόμμα της οποίας (Κόμμα του Ορθού Δρόμου), ήταν βαθειά χωμένο στο βαθύ κράτος και την «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ».

Πάντως από τα ντοκουμέντα που βρέθηκαν στο γραφείο του Γκιουνέι, προέκυπτε ότι το βαθύ κράτος προχωρούσε στην αναδιάρθρωση και τον εκσυγχρονισμό των δομών και των μηχανισμών ελέγχου και χειραγώγησης του συστήματος εξουσίας στην Τουρκία, κάτω από το βάρος των αλλαγών που είχαν προκύψει στη διεθνή πολιτική σκηνή, στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό, όπου το πολιτικό ισλάμ και το Κουρδικό Ζήτημα απειλούσαν τις δομές του κεμαλικού και του βαθέως κράτους και την ενότητα του τουρκικού έθνους και κράτους. Ένας άλλος παράγοντας που επέβαλε τον «εκσυγχρονισμό» του βαθέως κράτους ήταν και οι εξελίξεις στον τομέα της τεχνολογίας, που άνοιγαν νέους και επικίνδυνους -κατά την άποψη των ηγετικών στελεχών του βαθέως κράτους- δρόμους στην ενημέρωση της τουρκικής κοινής γνώμης.

Το πρώτο πραξικόπημα της «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ»

Ενώ η κυβέρνηση και το κράτος δεν προχώρησαν σε βαθύτερες έρευνες, που θα οδηγούσαν ίσως στην αποκάλυψη της μυστικής οργάνωσης και στην άσκηση διώξεων, η οργάνωση προβαίνει στην πρώτη απόπειρα κεκαλυμμένου πραξικοπήματος, όταν, το Φθινόπωρο του 2001, μεθόδευσε την αντικατάσταση του ασθενούντος τότε πρωθυπουργού Μπουλέντ Ετζεβίτ από τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Χουσαμετίν Οζκάν (Hüsamettin Özkan). Με βάση το σκεπτικό της οργάνωσης, ο Ετζεβίτ ήταν ασθενής και αδυνατούσε να διαχειριστεί τις τύχες της χώρας, εν όψει μάλιστα κρίσιμων εξελίξεων που κυοφορούνταν στο Βόρειο Ιράκ (Νότιο Κουρδιστάν), όπου οι ΗΠΑ προετοίμαζαν ένα κουρδικό κράτος, που θεωρούνταν νάρκη στην ενότητα όχι μόνον του Ιράκ, αλλά και της ίδιας της Τουρκίας. Η άρνηση του Ετζεβίτ να παραδώσει την πρωθυπουργική καρέκλα, οδήγησε σε μια μίνι πολιτική αποσταθεροποίηση με την αποχώρηση του Οζκάν από την κυβέρνηση και το κόμμα. Σημειώνεται ότι ο Οζκάν φεύγοντας «πήρε» μαζί του και 90 βουλευτές του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (DSP) του Ετζεβίτ, πιθανότατα άτομα που διατηρούσαν ισχυρούς δεσμούς με το βαθύ κράτος.

Στη συνέχεια η οργάνωση προσπαθεί, ανεπιτυχώς, να αποτρέψει την τοποθέτηση του μετριοπαθούς στρατηγού Οζκιόκ στη θέση του σκληρού κεμαλιστή και φερόμενου ως ηγετικού στελέχους της «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ» αρχηγού ΓΕΕΘΑ Χουσεΐν Κιβρίκογλου (Kıvrıkoğlu), ο οποίος αποχωρούσε λόγω ορίου ηλικίας. Ο Κιβρίκογλου, πριν αποχωρήσει από τη θέση του, ανέτρεψε τον προγραμματισμό, που τηρείται με ευλάβεια στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις και για να εξασφαλίσει την άμεση πρόσβαση της οργάνωσης στη διαχείριση της εξουσίας, τοποθέτησε σε κρίσιμες και ανώτατες θέσεις δυο σκληροπυρηνικά μέλη της οργάνωσης: τον στρατηγό Αϊτάτς Γιαλμάν (Aytaç Yalman) στη θέση του αρχηγού του στρατού ξηράς και το στρατηγό Σενέρ Έρουιγκουρ (Şener Eruygur) στη θέση του αρχηγού της στρατοχωροφυλακής, η οποία σημειωτέον διαθέτει μια πολυμελή και αρκετά αποτελεσματική υπηρεσία πληροφοριών εσωτερικού. Ο πρωθυπουργός Ετζεβίτ και ο πρόεδρος της δημοκρατίας Σεζέρ αρνούνται μέχρι τελευταίας στιγμής, αλλά τελικά, κάτω από πιέσεις, υποχρεούνται να υπογράψουν το διάταγμα της τοποθέτησης των στελεχών της οργάνωσης «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ» στις κρίσιμες αυτές θέσεις. Τα δυο αυτά άτομα θα παίξουν καθοριστικό ρόλο τα επόμενα χρόνια.

Το δεύτερο πραξικόπημα και το βαθύ ρήγμα στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις

Μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου του 2002 έχουμε την αλλαγή του πολιτικού σκηνικού στην Τουρκία, με το Κόμμα Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης (ΑΚΡ) του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (Recep Tayyip Erdoğan) να παίρνει το 34% των ψήφων και να σχηματίζει αυτοδύναμη κυβέρνηση πρώτα υπό τον Αμπντουλλάχ Γκιούλ (Abdullah Gül) και στη συνέχεια υπό τον ίδιο τον Ερντογάν. Η νεοφώτιστη κυβέρνηση του Κόμματος Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης, το Χειμώνα του 2003 καλείται να διαχειριστεί τον επερχόμενο πόλεμο στο Ιράκ, για τη διεξαγωγή του οποίου οι ΗΠΑ ζητούν πολύ συγκεκριμένες διευκολύνσεις από την Τουρκία: μια σειρά από αεροπορικές βάσεις και λιμάνια και έναν διάδρομο ξηράς, για τη διακίνηση μονάδων, οπλικών συστημάτων και εφοδίων από τα λιμάνια της Μερσίνας και της Αλεξανδρέττας στο Βόρειο Ιράκ (Νότιο Κουρδιστάν), όπου ήταν σχεδιασμένο να ανοίξει το λεγόμενο «Βόρειο Μέτωπο» για την ανατροπή του Σαντάμ Χουσεΐν. Οι ΗΠΑ, που θεωρούσαν δεδομένη την αποδοχή των αιτημάτων τους από την Τουρκία, είχαν μεταφέρει ήδη τα στρατεύματα του «Βορείου Μετώπου» με πλοία, τα οποία είχαν αγκυροβολήσει από τον Ιανουάριο στα ανοικτά της Κύπρου και της Μερσίνας. Η τουρκική κυβέρνηση, που φέρεται να είχε δώσει πολιτικές διαβεβαιώσεις για την αποδοχή των αμερικανικών αιτημάτων, αντιμετώπισε την ψυχρότητα και την αντίθεση των εθνικιστών-κεμαλιστών και των στρατηγών, του βαθέως κράτους δηλαδή, στην ικανοποίηση των αιτημάτων αυτών. Μετά από διεργασίες που κράτησαν 60 ολόκληρες ημέρες και με τα αμερικανικά στρατεύματα να βρίσκονται ήδη μέσα στα αγκυροβολημένα μεταξύ Μερσίνας και Κύπρου πλοία, η τουρκική κυβέρνηση ετοίμασε ένα νομοσχέδιο με το οποίο ικανοποιούνταν τα αιτήματα των ΗΠΑ, και το οποίο έφερε προς ψήφιση στην τουρκική εθνοσυνέλευση, στις 3 Μαρτίου 2003. Για την περίπτωση που η κυβέρνηση και ο πολιτικός κόσμος στο σύνολό του δεν είχαν λάβει το μήνυμα του βαθέως κράτους, ο αρχηγός του στρατού ξηράς Αϊτάτς Γιαλμάν (Aytaç Yalman) -τοποτηρητής της «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ» στις ένοπλες δυνάμεις- την προηγούμενη ημέρα έκανε δηλώσεις στον κεντρικό δημοσιογράφο-σχολιαστή της Μιλλιέτ Φικρέτ Μπιλά (Fikret Bila), λέγοντας ότι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις θεωρούν ότι το νομοσχέδιο δεν έπρεπε να εγκριθεί από την τουρκική εθνοσυνέλευση. Ο δημοσιογράφος δημοσίευσε τη «γραμμή» του βαθέως κράτους στην εφημερίδα, φωτογραφίζοντας τον Γιαλμάν, χωρίς όμως να γράψει ανοικτά το όνομά του. Και φυσικά την επομένη ημέρα το νομοσχέδιο απορρίφθηκε, προκαλώντας σοκ και ένα βαθύ ρήγμα στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις.

Η ανάμειξη της «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ» στο Κυπριακό και στο Σχέδιο Αννάν

Η άμεση εμπλοκή και ανάμειξη της «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ» στην άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας και του κυβερνητικού έργου δεν σταματάει εδώ. Το ίδιο διάστημα (Άνοιξη 2003) ήταν σε εξέλιξη οι διαδικασίες για τη σύνταξη και την αποδοχή του Σχεδίου Αννάν ως βάσης διαπραγμάτευσης για την «επίλυση» του Κυπριακού. Ο Τούρκος πρωθυπουργός Αμπντουλλάχ Γκιούλ έδωσε εντολή στον τότε πρόεδρο του ψευδοκράτους, Ραούφ Ντενκτάς (Rauf Denktaş), να αποδεχτεί το ως άνω σχέδιο ως βάση διαπραγμάτευσης. Παρά την εντολή του Τούρκου πρωθυπουργού, ο Ντενκτάς, κατερχόμενος από το αεροπλάνο στο αεροδρόμιο της Χάγης, όπου είχε μεταβεί για συνομιλίες, δήλωνε: «Ήλθα για να πω όχι στο σχέδιο Αννάν». Ήταν φανερό ότι είχε λάβει εντολή από το βαθύ κράτος για την στάση του αυτή, όπως επίσης ήταν φανερό το ότι η εκλεγμένη κυβέρνηση δεν μπορούσε να υλοποιήσει την πολιτική της και τελικά «περνούσε» η πολιτική του βαθέως κράτους.

Τις αρχές του 2004 ο Ερντογάν, πιεζόμενος από τα πράγματα, προσπάθησε να πάρει την κατάσταση στα χέρια του, σε σχέση με την επίλυση του Κυπριακού. Τον Ιανουάριο του 2004 συναντήθηκε στο Νταβός με τον Γ.Γ. του ΟΗΕ Κόφι Αννάν και του ανακοίνωσε ότι η Τουρκία δέχεται την επιδιαιτησία του για την εξεύρεση λύσης, φέρνοντας έτσι το Σχέδιο Αννάν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Ο Κόφι Αννάν κάλεσε τα δυο μέρη στη Νέα Υόρκη για διαπραγματεύσεις. Ο Ντενκτάς δέχτηκε πιέσεις από την κυβέρνηση και υποχρεώθηκε να συμπεριλάβει στην αποστολή τον Μεχμέτ Αλί Ταλάτ (Mehmet Ali Talat), που είχε κερδίσει τις εκλογές. Ο Ραούφ Ντενκτάς, σύμφωνα με τις διαβεβαιώσεις που είχε λάβει από την «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ», περίμενε τη δημοσιοποίηση ανακοίνωσης του τουρκικού ΓΕΕΘΑ για το Κυπριακό, με βάση την οποία θα καθόριζε τη στάση του στις διαπραγματεύσεις. Η ανακοίνωση δεν έβγαινε και -κυριολεκτικά στο παρά πέντε- ο Ντενκτάς αναγκάστηκε να επικοινωνήσει με τον μετριοπαθή αρχηγό ΓΕΕΘΑ Χιλμί Όζκιόκ. Ο Οζκιόκ δεν δέχτηκε να βγάλει την ανακοίνωση και είπε στον Ντενκτάς: «Εγώ κινούμαι στα όρια που ορίζει το Σύνταγμα».

Την ίδια στιγμή που ο Οζκιόκ έλεγε «όχι», ο αρχηγός του στρατού ξηράς Γιαλμάν και ο αρχηγός της στρατοχωροφυλάκης Ερουιγκούρ έκαναν μυστικές επαφές στην Άγκυρα με επιχειρηματίες και ιδιοκτήτες ΜΜΕ, προσπαθώντας να εξασφαλίσουν στήριξη για την διενέργεια πραξικοπήματος τύπου 28ης Φεβρουαρίου. Το βαθύ κράτος θεωρούσε καταστροφικό για τους σχεδιασμούς και τα συμφέροντα της Άγκυρας και του τουρκισμού το Σχέδιο Αννάν, αφού θα έχανε η Τουρκία το στρατηγικό έλεγχο πάνω στο νησί, έλεγχος που εξασφαλίζεται με την ύπαρξη των δυνάμεων κατοχής. Για να αποτραπεί δε τέτοια εξέλιξη, υπήρχε έτοιμο ένα σχέδιο: το «Σχέδιο Σαρίκουζ», το οποίο δεν ήταν τίποτε άλλο από την σχεδιαζόμενη ανατροπή της κυβέρνησης Ερντογάν, σε περίπτωση που ψηφίζονταν από τα δυο μέρη στην Κύπρο το Σχέδιο Αννάν. Τελικά το Σχέδιο Αννάν δεν πέρασε και το «Σχέδιο Σαρίκουζ» έμεινε στα συρτάρια ή μάλλον στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές στων εμπνευστών του. Από έναν τέτοιον, από τον υπολογιστή του τότε αρχηγού του τουρκικού πολεμικού ναυτικού, Οζντέν Ορνέκ (Özden Örnek), κάποιος υπέκλεψε και διέρρευσε το σχέδιο του πραξικοπήματος, το οποίο δημοσίευσε το περιοδικό ΝΟΚΤΑ, στο τεύχος της 29ης Μαρτίου του 2007. Φυσικά, το συγκεκριμένο φύλλο του περιοδικού ήταν και το τελευταίο.

Η «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ» αντιτίθεται στην Ευρωπαϊκή Προοπτική της Τουρκίας

Ο Ερντογάν, εκτός από την επίλυση του Κυπριακού, ήταν αποφασισμένος να προχωρήσει και το ζήτημα της ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το βαθύ κράτος θεωρούσε από την πλευρά του ότι η ευρωπαϊκή προοπτική είναι ασύμβατη με την κεμαλική Τουρκία, ενώ ήταν προφανές ότι σε μια ευρωπαϊκή Τουρκία δεν είχαν θέση μηχανισμοί ούτε φασιστικές οργανώσεις τύπου «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ». Έτσι το βαθύ κράτος οργάνωσε την άμυνά του μπροστά σε αυτό το ενδεχόμενο. Παρά τις αντιδράσεις του βαθέως κράτους, η κυβέρνηση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης προσπαθούσε να χαράξει το δρόμο προς τον εκδημοκρατισμό της χώρας του, όπως άλλωστε επιβάλλεται από τα Κριτήρια της Κοπεγχάγης και από τις άλλες υποχρεώσεις που απορρέουν από την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Εν τω μεταξύ, το κόμμα και ο ίδιος ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αυξάνουν την επιρροή τους στη λαϊκή βάση της Τουρκίας και μέσα από τη διαχείριση της κυβερνητικής εξουσίας ενισχύουν τη θέση τους στη διαπάλη τους με το βαθύ κράτος. Μπροστά σε αυτές τις εξελίξεις το βαθύ κράτος δεν κάθεται με σταυρωμένα χέρια. Ανώτατοι αξιωματικοί, δικαστές, καθηγητές πανεπιστημίου, πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες, διάφορες ομάδες και συμμορίες προσπαθούν να αντιπαρατεθούν ο καθένας στον τομέα του τη νόμιμη κυβέρνηση και να ακυρώσουν στην πράξη τις όποιες μεταρρυθμίσεις.

Η εγκληματική δράση της «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ»

Ως αποτέλεσμα της δράσης των μηχανισμών, το διάστημα αυτό, εξαπλώνεται στην Τουρκία ένα κύμα εθνικιστικής υστερίας, που υποστηρίζεται από ένα δίκτυο εθνικιστικών-πατριωτικών οργανώσεων και προπαγανδίζεται από εφημερίδες, περιοδικά, τηλεοπτικά κανάλια, ιστοσελίδες κλπ. Εκδίδονται βιβλία τα οποία στηρίζονται σε πληροφορίες και σενάρια που επεξεργάζονται οι υπηρεσίες του κράτους, τα οποία, εκτός των άλλων, καταγγέλλουν των πρωθυπουργό Ερντογάν και το κόμμα του ως όργανο της Νέας Τάξης Πραγμάτων και του διεθνούς σιωνισμού. Ομάδες νομικών και δικηγόρων που είναι διασυνδεδεμένοι με αυτό το εκτεταμένο δίκτυο πολυποίκιλης δράσης στην τουρκική κοινωνία, με βάση το περίφημο άρθρο 301, καταγγέλλουν και μηνύουν όποιον ενοχλεί το βαθύ κράτος και τον τουρκισμό. Στις προανακριτικές διαδικασίες και στις δίκες που γίνονται, ομάδες εθνικιστών τρομοκρατούν και διαπομπεύουν τους κατηγορουμένους, τους συγγενείς και τους δικηγόρους που τολμούν να τους υπερασπίζονται. Ανάμεσα σε εκείνους που στοχοποιούνται είναι ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ο βραβευμένος με Νόμπελ λογοτεχνίας Ορχάν Παμούκ και ο Αρμένιος δημοσιογράφος Χραντ Ντινκ.

Ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, λαμβάνουν χώρα μια σειρά από βίαιες και εγκληματικές ενέργειες, μερικές από τις οποίες είναι οι εξής: Στις 5 Φεβρουαρίου 2006, νεαρός εθνικιστής σκότωσε τον καθολικό ιερέα της Τραπεζούντας, πατέρα Σαντόρο, ο οποίος, σύμφωνα με το έγγραφο που έστειλε η αστυνομική διεύθυνση Τραπεζούντας στον εισαγγελέα του Ερζουρούμ, ζητώντας την παρακολούθηση των τηλεφώνων του, «ανέπτυσσε δράση υπέρ των σχεδίων της Ελλάδας για την αναβίωση της ποντιακής ιδέας στην περιοχή». Ένα χρόνο μετά, στις 19 Ιανουαρίου 2007, νεαρός εθνικιστής από την Τραπεζούντα δολοφονούσε στην Κωνσταντινούπολη τον στοχοποιηθέντα από τους μηχανισμούς του βαθέως κράτους Αρμένιο δημοσιογράφο Χραντ Ντινκ, εκδότη της εφημερίδας Άγκος. Τρεις μήνες μετά, στις 18 Απριλίου 2007, πέντε ισλαμιστές-εθνικιστές κατακρεούργησαν τρεις χριστιανούς στην πόλη Μαλάτεια της Τουρκίας, ενώ τους προηγούμενους μήνες είδαν το φως της δημοσιότητας εκατοντάδες άρθρα για την «επικίνδυνη δράση των ιεραποστολών στην Τουρκία, οι οποίες με τη δράση τους απεργάζονται την ενότητα του έθνους και κράτους». Σημειώνεται ότι πάνω στους δράστες βρέθηκαν περίπου εκατό (100) κάρτες sim, από την εξέταση των οποίων διαπιστώθηκε ότι οι δράστες είχαν εκατοντάδες τηλεφωνικές επαφές με στελέχη της Διοίκησης Ειδικών Δυνάμεων που υπηρετούσαν στην 2η και την 1η Στρατιά, στη Μαλάτεια και την Κωνσταντινούπολη αντίστοιχα. Εν τω μεταξύ, το διάστημα που γίνονται τα παραπάνω, εκατοντάδες βόμβες εκρήγνυνται σε διάφορες πόλεις του τουρκικού Κουρδιστάν, για να δικαιολογούν κάθε φορά την επέμβαση και τη δράση του τουρκικού στρατού και της στρατοχωροφυλακής στο κουρδικό κίνημα.

Η επέμβαση της «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ» στην εκλογή προέδρου της δημοκρατίας

Ενώ το βαθύ κράτος, δια της «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ», σπέρνει το θάνατο και κατατρομοκρατεί τους εχθρούς του τουρκισμού, συνεχίζεται η πάλη ανάμεσα στις κεμαλικές-φασιστικές δυνάμεις και την κυβέρνηση. Η πάλη εντείνεται με τη λήξη της θητείας του προέδρου Σεζέρ (Μάιος 2007), ενώ προβάλλει το ενδεχόμενο να καθίσει στη θέση του προέδρου της δημοκρατίας ο ίδιος ο Ερντογάν. Δεκάδες μαζικές οργανώσεις, οι οποίες εκ των υστέρων αποδείχτηκε ότι είτε είχαν οργανική σχέση είτε υποκινούνταν από το βαθύ κράτος και την «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ», διοργάνωσαν συλλαλητήρια, διαδηλώνοντας την αντίθεσή τους στην εκλογή ισλαμιστή προέδρου της δημοκρατίας. Συντονιστής στις συγκεντρώσεις αυτές ήταν ο απόστρατος στρατηγός Σενέρ Ερουιγκούρ, πρόεδρος των Συλλόγων Κεμαλιστικής Σκέψης σε παντουρκικό επίπεδο. Ποτέ δεν έγινε γνωστό πού βρέθηκαν τα κεφάλαια για τις τεράστιες εκείνες συγκεντρώσεις. Στις 14 Απριλίου 2007, νέος αρχηγός ΓΕΕΘΑ, ο σκληροπυρηνικός κεμαλιστής και μέλος της οργάνωσης «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ», Γιασάρ Μπουγιούκανιτ (Yaşar Büyükanıt), έκανε ανοικτή παρέμβαση, δηλώνοντας στους δημοσιογράφους ότι: «ο νέος πρόεδρος δεν θα πρέπει να είναι μόνο λόγοις, αλλά έργοις πιστός στο κοσμικό καθεστώς».

Ο Ερντογάν, δεχόμενος εισηγήσεις συνεργατών του, τελικά δεν θέτει ο ίδιος υποψηφιότητα και στις 24 Απριλίου 2007 ανακοινώνει την υποψηφιότητα του μέχρι τότε υπουργού εξωτερικών Αμπντουλλάχ Γκιούλ. Ήδη φαίνεται ότι η Τουρκία θα αποκτήσει τον πρώτο ισλαμιστή πρόεδρο. Μπροστά σε αυτή την προοπτική το βαθύ κράτος ανασυντάσσεται και θέτει στην πρώτη γραμμή του «αγώνα» το ΓΕΕΘΑ. Το βράδυ της 27ης Απριλίου 2007, και ενώ όλα δείχνουν ότι ο Ερντογάν θα ανακοινώσει την υποψηφιότητά του για τη θέση του προέδρου της δημοκρατίας, στην επίσημη ιστοσελίδα του τουρκικού ΓΕΕΘΑ αναρτάται μια ανακοίνωση που ανατρέπει τα δεδομένα. Στην ουσία ο στρατός και το ΓΕΕΘΑ, ως θεσμός, προειδοποιούν ανοιχτά ότι: «….ο νέος πρόεδρος δεν θα πρέπει να είναι μόνο λόγοις, αλλά έργοις πιστός στο κοσμικό καθεστώς….. οι συζητήσεις που γίνονται τις τελευταίες για το θέμα της εκλογής του προέδρου της δημοκρατίας έχουν θέσει υπό διαπραγμάτευση τον ίδιο τον κοσμικό χαρακτήρα του τουρκικού κράτους. Η κατάσταση αυτή παρακολουθείται με ανησυχία από τις Τ.Ε.Δ. Δεν θα πρέπει να ξεχνάει κανείς ότι σε αυτές τις συζητήσεις και τις διαπραγματεύσεις οι Τ.Ε.Δ. δηλώνουν ενεργό παρόν, ξεκαθαρίζοντας ότι θα υπεραμυνθούν του κοσμικού χαρακτήρα του κράτους. Επί πλέον οι Τ.Ε.Δ. δηλώνουν ότι είναι κατηγορηματικά αντίθετες με αρνητικές κρίσεις και σχόλια που γίνονται με αφορμή αυτές τις συζητήσεις και ότι αν χρειαστεί θα δέιξουν την αντίδρασή τους ενεργά και με ξεκάθαρο τρόπο. Κανείς να μην έχει την παραμικρή αμφιβολία γι’ αυτό….

Τελικά, ο Αμπντουλλάχ Γκιούλ εκλέχτηκε πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας, αφού υποχρεώθηκε να ξεπεράσει ο ίδιος και το κόμμα του που τον στήριξε αλλεπάλληλα δικαστικά πραξικοπήματα που έγιναν στη διάρκεια των ψηφοφοριών στην τουρκική εθνοσυνέλευση. Πάντως στις 11 Απριλίου 2008 ο αντιπρόεδρος του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης Μεχμέτ Φιράτ (Dengir Mir Mehmet Fırat) δήλωνε δημόσια ότι κατά τη διάρκεια του πολιτικού διαλόγου που αφορούσε το δημοψήφισμα για τις αλλαγές στο σύνταγμα, το κόμμα του δέχτηκε απειλές. Συγκεκριμένα ο Φιράτ δήλωσε: «Κατά τη διάρκεια των συζητήσεων για την αλλαγή του συντάγματος μας απείλησαν με πραξικόπημα. Τις απειλές εκτόξευσε το Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα (CHP), το οποίο ήταν σαν να καλούσε κάποιους να επέμβουν. Θα πρέπει να καθίσουμε στο τραπέζι να συζητήσουμε για ένα φιλελεύθερο σύγχρονο σύνταγμα, χωρίς να δεχόμαστε απειλές.» Οι αναφορές του Φιράτ έγιναν τη στιγμή που απειλείται με κλείσιμο το κόμμα ΑΚΡ. Να σημειωθεί ότι αποτελεί κοινό μυστικό στην Τουρκία το ότι το Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα (CHP) και το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ) αποτελούν κομματικούς μηχανισμούς που ελέγχονται απόλυτα από το βαθύ κράτος. Τα άλλα δύο κόμματα που εκπροσωπούνται στη βουλή, δηλαδή το ΑΚΡ και το κουρδικό Κόμμα Δημοκρατικής Κοινωνίας (DTP), απειλούνται με κλείσιμο.

Η Διοίκηση Ειδικών Δυνάμεων και η σχεδιαζόμενη απόπειρα δολοφονίας του Ερντογάν

Στις 18 Μαΐου 2007 ένα πρωτοφανές γεγονός έρχεται να συνταράξει την κοινή γνώμη στην Τουρκία. Μετά από τηλεφωνική καταγγελία για ύπαρξη μιας ομάδας που σχεδιάζει τη δολοφονία του πρωθυπουργού Ερντογάν και του συμβούλου του Τζουνεΐτ Ζάπσου (Cüneyd Zapsu), η αστυνομία εισβάλλει σε ένα διαμέρισμα στη συνοικία Έργιαμαν (Eryaman) της Άγκυρας και συλλαμβάνει το λοχαγό Μουράτ Ερέν (Murat Eren), της Διοίκησης Ειδικών Δυνάμεων (Özel Kuvvetler Komutanlığı), τον υπολοχαγό Γιακούπ Γιαϊλά (Yakup Yayla) και τους μονίμους υπαξιωματικούς Ερκούτ Τάς (Erkut Taş) και Γιασίν Γιαμάν (Yasin Yaman), εξειδικευμένοι στην κατασκευή βομβών. Μαζί με τους στρατιωτικούς συνελήφθησαν και επτά πολίτες, ενώ στο διαμέρισμα βρέθηκε μεγάλος αριθμός πυρομαχικών του στρατού, ΤΝΤ, ρολόγια που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή βομβών, στρατιωτικά έγγραφα με σχέδια για τον έλεγχο όλων των συνοικιών της πόλης σε περίπτωση πραξικοπήματος, καθώς και ανάλογα έγγραφα που βρέθηκαν στο γραφείο του Γκιουνέι, το 2001. Το τουρκικό γενικό επιτελείο απαγόρευσε την έρευνα της υπόθεσης από τακτικό ανακριτή και την υπόθεση ανέλαβε η στρατιωτική δικαιοσύνη, η οποία φυσικά υποβάθμισε την υπόθεση σε ένα θέμα παράβασης καθήκοντος σε σχέση με τα πυρομαχικά που βρέθηκαν στο διαμέρισμα και μόνον.

Σε ένα ταβάνι κρίνεται η πολιτική πορεία της Τουρκίας

Εν τω μεταξύ, και ενώ η αντιπαράθεση μεταξύ της κυβέρνησης Ερντογάν και του βαθέως κράτους συνεχίζεται κυρίως στο παρασκήνιο, στις 12 Ιουνίου 2007 συμβαίνει ένα γεγονός, που έμελλε να σημαδέψει τη σύγχρονη πολιτική ιστορία της Τουρκίας. Οι ενοικιαστές ενός αυθαιρέτου σπιτιού, στη συνοικία Ουμράνιγιε 12 (Ümraniye) της Κωνσταντινούπολης, βρήκαν τυχαία στο ταβάνι του σπιτιού που διέμεναν ένα κιβώτιο στο οποίο υπήρχαν 27 χειροβομβίδες και φάκελοι με διάφορα έγγραφα. Ανέφεραν το γεγονός στην αστυνομία, η οποία με έκπληξη διαπίστωσε ότι οι χειροβομβίδες ήταν ίδιες με αυτές που χρησιμοποιεί ο τουρκικός στρατός, ενώ τα έγγραφα που υπήρχαν στους φακέλους παρέπεμπαν στην μυστική-φασιστική οργάνωση «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ». Προχωρώντας ακόμη περισσότερο τις έρευνες η αστυνομία βρέθηκε μπροστά σε μια ένοπλη επιχειρησιακή ομάδα της μυστικής οργάνωσης, η οποία ήταν υπεύθυνη για την ένοπλη επίθεση εναντίον των μελών του Αρείου Πάγου στην Άγκυρα (17 Μαΐου 2006), στην οποία ο δικηγόρος Αρπασλάν Ασλάν (Alparslan Arslan), υποκινούμενος από την οργάνωση, σκότωσε έναν και τραυμάτισε τέσσερις αρεοπαγίτες. Ο Ασλάν δήλωσε δημόσια ότι προέβη στη συγκεκριμένη πράξη ωθούμενος από τα ισλαμικά του αισθήματα, θεωρώντας ότι ο Άρειος Πάγος είναι ένα από τα κέντρα του κεμαλισμού, που απαγορεύουν τη χρήση της μαντίλας στα πανεπιστήμια και με τις αποφάσεις τους καταπιέζουν τους ισλαμιστές στην Τουρκία. Στην κηδεία του αρεοπαγίτη συγκεντρώθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι και η τελετή μετατράπηκε σε αντικυβερνητική διαδήλωση. Ο Ερντογάν γιουχαΐστηκε, ο υπουργός δικαιοσύνης προπηλακίστηκε, ενώ ο Μπουγιουκανίτ και οι άλλοι στρατηγοί καταχειροκροτήθηκαν. Μια προβοκάτσια που πρέπει να διδάσκεται στις σχολές διπλωματίας και πολιτικών επιστημών.

Η πράξη αυτή, μαζί με άλλες που θα ακολουθούσαν, προετοίμαζε το σκηνικό για τη δυναμική επέμβαση των δυνάμεων του βαθέως κράτους και του ίδιου του στρατού εναντίον του «ισλαμικού κινδύνου», που εκφραζόταν από το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης και από την κυβέρνηση Ερντογάν. Από την έρευνα της αστυνομίας προέκυψε επίσης ότι οι δυο βομβιστικές επιθέσεις που έγιναν εναντίον των γραφείων της εφημερίδας Τζουμχουριέτ (Cumhuriyet, προπύργιο του κεμαλισμού), στην Κωνσταντινούπολη, επιθέσεις που αποδόθηκαν σε ισλαμιστές, έγιναν με χειροβομβίδες που είχαν τον ίδιο αριθμό μερίδας με τις χειροβομβίδες που βρέθηκαν στο κιβώτιο, στο ταβάνι του αυθαίρετου σπιτιού στο Ουμράνιγιε. Οι βομβιστικές επιθέσεις εναντίον της Τζουμχουριέτ έγιναν για να συμπληρωθεί το σκηνικό του «ισλαμικού κινδύνου». Μετά από την εξέταση των στοιχείων, η αστυνομία προχώρησε σε συλλήψεις 14 ατόμων, στην πλειοψηφία τους απόστρατοι αξιωματικοί, οι οποίοι παραπέμφθηκαν να δικαστούν με την κατηγορία της σύστασης τρομοκρατικής οργάνωσης.

Οι εκλογές του Νοεμβρίου 2007

Ενώ η έρευνα για την υπόθεση αυτή προχωρούσε με βραδείς ρυθμούς, αφού οι διωκτικές και δικαστικές αρχές βρήκαν μπροστά τους τις υπηρεσίες του κράτους, δηλαδή τον ίδιο το στρατό και την περιβόητη Διεύθυνση Ανορθοδόξου Πολέμου (Özel Harp Dairesi), τη μετονομασθείσα σε Διοίκηση Ειδικών Δυνάμεων (Özel Kuvvetler Komutanlığı), στις εκλογές του Νοεμβρίου του 2007 το κόμμα του Ερντογάν κατήγαγε λαμπρή νίκη, λαμβάνοντας το 47% των ψήφων, ποσοστό εξαιρετικά υψηλό για τα δεδομένα της Τουρκίας. Με τη συγκεκριμένη νίκη η κυβέρνηση Ερντογάν ένοιωσε ότι ισχυροποιεί τη θέση της απέναντι στο βαθύ κράτος και προχώρησε σε αθόρυβη -αλλά στενή- παρακολούθηση των ηγετικών στελεχών της «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ» και των επικεφαλής των διαφόρων ομάδων παράνομης, αλλά και νόμιμης δράσης. Τα στοιχεία που συλλέγονται, κυρίως από τηλεφωνικές παρακολουθήσεις και από παρακολουθήσεις ηλεκτρονικής αλληλογραφίας και από παγιδεύσεις χώρων όπου συσκέπτονταν τα ανώτερα στελέχη ενός επιχειρησιακού σκέλους της «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ», οδηγούν στην επιχείρηση μαζικής σύλληψης 33 μελών της οργάνωσης. Στη συνέχεια ο εισαγγελέας Κωνσταντινούπολης, με βάση τα στοιχεία που βρέθηκαν στα σπίτια των συλληφθέντων και τα στοιχεία που προκύπτουν από την εξέτασή τους, διατάσσει τη σύλληψη δεκάδων άλλων ατόμων και αποφασίζει τελικά την προφυλάκιση 44 εξ αυτών.

Να σημειωθεί ότι ανάμεσα στους συλληφθέντες είναι ο υποστράτηγος ε.α. Βελί Κιουτσούκ (Veli Küçük), με πολυσχιδή δράση σε διάφορους τομείς και σοβαρό ρόλο στην «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ». Όταν στις 4:00 το πρωί της 18ης Ιανουαρίου 2008 η αστυνομία, συνοδεία εισαγγελέα, κτύπησε την πόρτα και τού ανακοίνωσε το ένταλμα σύλληψής του, ο Κιουτσούκ ζήτησε την άδεια να βγάλει τις πυτζάμες του και να ντυθεί. Ο εισαγγελέας του έδωσε την άδεια. Ο Κιουτσούκ πήγε στο δωμάτιό του και έκανε από το κινητό του -που υποκλέπτονταν από την αστυνομία- οκτώ τηλέφωνα. Ανάμεσα σε αυτούς που κάλεσε ήταν εν ενεργεία ανώτατοι αξιωματικοί, ένας-δύο ανώτατοι απόστρατοι και ένας εν ενεργεία ανώτατος δικαστικός. Από όλους ζήτησε βοήθεια, προσπαθώντας να αποτρέψει τη σύλληψή του, χωρίς να το καταφέρει. Οδηγήθηκε στο τμήμα και αργότερα στις φυλακές, όπου παραμένει μέχρι σήμερα. Στο γραφείο του και τον υπολογιστή του η αστυνομία βρήκε ένα ολόκληρο επιτελείο. Αρχειοθετημένα άκρως απόρρητα έγραφα των αρχών ασφαλείας και των μυστικών υπηρεσιών, φακέλους με πληροφορίες για διάφορα άτομα, ανάμεσα στα οποία και Οικουμενικός Πατριάρχης, στοιχεία για διάφορες ένοπλες επιχειρήσεις της οργάνωσης και, φυσικά, τα ίδια έγγραφα που βρέθηκαν το 2001 στο γραφείο του δημοσιογράφου Γκιουνέι, για την αναδιάρθρωση της «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ» και των άλλων μηχανισμών του βαθέως κράτους. Η εντύπωση που δόθηκε στις διωκτικές αρχές είναι ότι ο Κιουτσούκ ήταν άτυπος αποδέκτης επίσημων έγγραφων του στρατού και διαφόρων άλλων υπηρεσιών του τουρκικού κράτους. Ανάμεσα στους συλληφθέντες είναι επίσης η Σεβγκί Ερενερόλ (Sevgi Erenerol), εκπρόσωπος τύπου του τουρκορθόδοξου πατριαρχείου. Να σημειωθεί ότι η Ερενερόλ και η οργάνωση «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ» παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη στοχοποίηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου καθώς και του ίδιου του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, τα γραφεία του τουρκορθόδοξου πατριαρχείου χρησιμοποιούνταν ως επιτελείο της επιχειρησιακής ομάδας της οργάνωσης, η οποία συσκέπτονταν εδώ μια φορά την εβδομάδα. Μερικές συνεδριάσεις έχει καταγράψει σε βίντεο η αστυνομία, που είχε παγιδέψει το χώρο. Ένας άλλος προφυλακισθείς είναι ο Μουαμέρ Καράμπουλουτ (Muammer Karabulut), πρόεδρος του Ιδρύματος Αγίου Νικολάου (Noel Baba Vakfı) και του Συμβουλίου Ειρήνης Άγιος Νικόλαος (Noel Baba Barış Konseyi), οργανώσεις που ίδρυσε το βαθύ κράτος για να ακυρώσει τις προσπάθειες που κάνει από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 το Οικουμενικό Πατριαρχείο για να αναδείξει το έργο, την προσωπικότητα του Αγίου Νικολάου, προσπάθειες που κορυφώνονται κάθε χρόνο στις 6 Δεκεμβρίου, στα πλαίσια εορταστικών δραστηριοτήτων που γίνονται στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου, στα Μύρα της Λυκίας. Υπάρχουν και άλλες ενδιαφέρουσες προσωπικότητες ανάμεσα στους συλληφθέντες, αυτό όμως είναι αντικείμενο συγγραφής ξεχωριστής μελέτης.

Το δικαστικό πραξικόπημα κατά του ΑΚΡ και του Ερντογάν

Ενώ λοιπόν ο εισαγγελέας Κωνσταντινούπολης Ζεκερία Όζ (Zekeriya Öz) συνέχιζε την ανακριτική διαδικασία, ορισμένοι από τους συλληφθέντες, θεωρώντας ότι η πανίσχυρη οργάνωση δεν είναι σε θέση πλέον να τους υποστηρίξει, άρχισαν να ομολογούν, γεγονός που έθεσε σε κίνδυνο και σημαντικά πρόσωπα του στρατού, της δικαιοσύνης, του ακαδημαϊκού κόσμου, της πολιτικής, της δημοσιογραφίας, του επιχειρηματικού κόσμου, των υπηρεσιών του κράτους κλπ. Δηλαδή, με άλλα λόγια, άρχισε να κινδυνεύει με αποκάλυψη και ξήλωμα ο κεντρικός κορμός και οι κεντρικοί μηχανισμοί του τουρκικού βαθέως κράτους. Το διάστημα αυτό, που οι μηχανισμοί του βαθέως κράτους ένοιωσαν να στενεύουν τα περιθώρια δράσης τους, και ενώ η ανακριτική διαδικασία για την υπόθεση «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ» βρίσκεται στο πιο κρίσιμο σημείο, έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία η είδηση της άσκηση δίωξης εναντίον του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, εναντίον του ιδίου του πρωθυπουργού Ερντογάν και 70 άλλων στελεχών του κόμματός του, μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο πρόεδρος της δημοκρατίας Γκιούλ από τον αρχιεισαγγελέα του Συμβουλίου Επικρατείας, Γιαλτσίνκαγια (Yalçınkaya). Την ώρα δε που οι δυο διαδικασίες -η μια της εξουδετέρωσης του βαθέως κράτους από τη δικαιοσύνη, που υποστηρίζεται από την κυβέρνηση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) και η άλλη της εξουδετέρωσης της κυβέρνησης και του κόμματος ΑΚΡ από το βαθύ κράτος- κινούνται εν παραλλήλω, αναθάρρησαν οι μηχανισμοί του βαθέως κράτους και ...ξαναβρήκε τη μιλιά του ο αρχηγός του τουρκικού γενικού επιτελείου Γιασάρ Μπουγιούκανιτ (Yaşar Büyükanıt), φερόμενος ως ένας από τους επικεφαλής της «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ». Ήδη έδωσε συνέντευξη στην τελευταία έκδοση του περιοδικού «Άμυνα και Αεροναυπηγική» (SAVUNMA VE HAVACILIK), επαναφέροντας μετά από αρκετό καιρό ζητήματα ισλαμικού και κουρδικού κίνδυνου και μια σειρά από άλλες αιτιάσεις που απηχούν τις απόψεις της φασιστικής οργάνωσης «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ». Να σημειωθεί ότι ο στρατηγός Μπουγιούκανιτ, από τις κεφαλές του βαθέως κράτους, όσο διαρκούσε ο υπόγειος πόλεμος μεταξύ του βαθέως κράτους και της κυβέρνησης Ερντογάν, βρήκε έναν απρόσμενο σύμμαχο, την Ελλάδα, η οποία, εξ αντικειμένου, του πρόσφερε νομιμοποίηση, καλώντας τον μάλιστα να επισκεφθεί επίσημα την Ελλάδα δυο φορές, τη μια ως αρχηγός του στρατού ξηράς και την άλλη ως αρχηγός του γενικού επιτελείου. Φυσικά, το θέμα ότι ελληνικό στρατιωτικό άγημα απέδωσε τιμές στον φυσικό ηγέτη των δυνάμεων κατοχής στην Κύπρο και των Τούρκων αεροπόρων που παραβιάζουν καθημερινά τον εθνικό εναέριο χώρο της Ελλάδος στο Αιγαίο, είναι μιας άλλης μορφής ζήτημα.

Επιμύθιον

Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι όλα τα παραπάνω αποτελούν μόνιμο χαρακτηριστικό της τουρκικής πολιτικής πραγματικότητας και, τέλος πάντων, αποτελούν εσωτερικά θέματα της Τουρκίας, αν δεν υπήρχε η πολιτική «επένδυση» που έκαναν οι ΗΠΑ, η Ευρωπαϊκή Ένωση και κυρίως η Ελλάδα στην υπόθεση ότι ο Ερντογάν θα επικρατήσει σε αυτή την ιδιότυπη μάχη εξουσίας και τελικά η Τουρκία θα εκδημοκρατιστεί και θα υποχρεωθεί να συμπεριφερθεί ως μία χώρα που σέβεται το διεθνές δίκαιο και θα προσαρμοστεί σε αυτά που επιβάλλουν τα κριτήρια της Κοπεγχάγης και η ευρωπαϊκή της προοπτική εν γένει. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το τέλος του «αγώνα» δημοκρατικών-φασιστικών δυνάμεων -γιατί περί αυτού πρόκειται- στην Τουρκία. Πάντως, για την Ελλάδα το θέμα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί οι μηχανισμοί του βαθέως κράτους, σε αγαστή συνεργασία με τους «δικούς τους» ανθρώπους που υπηρετούν στο διπλωματικό σώμα, είναι αυτοί που κινούν τα νήματα στα κρίσιμα ζητήματα που απασχολούν τον Ελληνισμό στην Κύπρο, το Αιγαίο, τη Θράκη και το Πατριαρχείο και τελικά επιβάλουν τη δική τους άποψη, ανεξάρτητα με τις υποσχέσεις ή και συμφωνίες που υπογράφει κατά καιρούς η νόμιμη τουρκική κυβέρνηση. Χωρίς να σημαίνει βέβαια ότι η ενδεχόμενη επικράτηση του Ερντογάν θα σημαίνει αυτόματα και εξάλειψη των κινδύνων και των απειλών στα εθνικά μας συμφέροντα, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι, για τη διαχείριση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, το πεδίο του διεθνούς δικαίου και της πολιτικής είναι προτιμότερο από το πεδίο των παράλογων διεκδικήσεων και απειλών που εκπορεύονται από τη δράση των μηχανισμών του βαθέως κράτους και του κεμαλισμού . Ούτως ή άλλως, πάντως, το θέμα αξίζει προσοχής.


Μερικοί από τους συλληφθέντες:

Βελί Κιουτσούκ (Veli Küçük):

Υποστράτηγος ε.α., από τους ιδρυτές της περίφημης Υπηρεσίας Πληροφοριών της Στρατοχωροφυλακής (Jitem). Την περίοδο 1994-1996, που ήταν διοικητής του συντάγματος στρατοχωροφυλακής στο νομό Κοτζάελι (Νικομήδεια), στην περιοχή ευθύνης του έλαβαν χώρα εκατοντάδες εκτελέσεις Κούρδων επιχειρηματιών και διανοουμένων. Αργότερα, με το βαθμό του ταξιάρχου, τοποθετήθηκε διοικητής της Περιφερειακής Διοίκησης Στρατοχωροφυλακής Περιοχής Πόντου, με έδρα την Κερασούντα. Εκεί, από το 1996 μέχρι το 1998, χειρίστηκε προσωπικά το θέμα της τρομοκράτησης των ελληνόφωνων κατοίκων της περιοχής Τραπεζούντας, προσπαθώντας να ποινικοποιήσει οποιαδήποτε επαφή τους με την Ελλάδα. Το 2000 αποστρατεύθηκε με το βαθμό του στρατηγού και έκτοτε ανέλαβε ενεργό δράση σε διαφόρους εθνικιστικούς συλλόγους και οργανώσεις, με κυρίαρχο το Ίδρυμα Ερευνών Τουρκικού Κόσμου (Türk Dünyası Araştırmaları Vakfı). Να σημειωθεί ότι ο Βελί Κιουτσούκ χρημάτισε Διευθυντής Σύνταξης του περιοδικού Yeni Batı Trakya Dergisi, που εκδίδει στην Κωνσταντινούπολη ο καταγόμενος εκ Ξάνθης Σουλεϊμάν Τζαφέρ Τζιχάν (Süleyman Sefer Cihan), ιδρυτής και της «Ένωσης Τούρκων Δυτικής Θράκης» (Batı Trakya Türk Birliği), με έδρα την Κωνσταντινούπολη και παραρτήματα σε διάφορες πόλεις της Τουρκίας.

Πασά Ουμίτ Ερενερόλ (Paşa Ümit Erenerol)

Πατριάρχης του τουρκορθόδοξου πατριαρχείου, που ιδρύθηκε με πρωτοβουλία του Μουσταφά Κεμάλ, το 1919, για να προσεταιριστεί τους τουρκόφωνους χριστιανούς της Καππαδοκίας, της Κεντρικής Ανατολίας και του Πόντου, και να αποτρέψει μια γενικευμένη επανάσταση των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, όσο διαρκούσε η μικρασιατική εκστρατεία. Επικεφαλής της κίνησης ήταν ο παπά-Ευθύμιος Καραχισαρίδης, αυτοχρισθείς τουρκορθόδοξος πατριάρχης (1923-1962). Τον διαδέχτηκε ο πρωτότοκος γιος του Τουργκούτ (1968-1991) και αυτόν ο μικρός του γιος Σελτσούκ (1991-2002). Τελευταίος αυτοαποκαλούμενος τουρκορθόδοξος πατριάρχης είναι ο συλληφθείς για συμμετοχή στην «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ» είναι ο εγγονός του παπά-Ευθύμ Πασά Ουμίτ Ερενερόλ. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, σε αίθουσα του πατριαρχείου συνεδρίαζε κάθε εβδομάδα η ηγετική ομάδα της «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ». Την αίθουσα είχε παγιδεύσει η αστυνομία και μαγνητοσκοπούσε τις συνεδριάσεις. Στους λογαριασμούς του τουρκορθόδοξου πατριαρχείου διακινήθηκαν 50 εκατομμύρια δολλάρια, για λογαριασμό της «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ».

Σεβγκί Ερενερόλ (Sevgi Erenerol)

Εκπρόσωπος τύπου του τουρκορθόδοξου πατριαρχείου, με πολύχρονη δράση εναντίον του Οικουμενικού Πατριαρχείου και εναντίον του Ελληνισμού γενικότερα. Ταυτισμένη με το ακροδεξιό-φασιστικό Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης και με τη ΜΙΤ (η ίδια δήλωσε σε συνέντευξή της ότι έχει τακτικές επαφές με τη ΜΙΤ), συμμετείχε σε όλες σχεδόν τις δράσεις της «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ» τα τελευταία χρόνια.

Μουαμέρ Καράμπουλουτ (Muammer Karabulut),

Πρόεδρος του Ιδρύματος Αγίου Νικολάου (Noel Baba Vakfı) και του Συμβουλίου Ειρήνης Άγιος Νικόλαος (Noel Baba Barış Konseyi), οργανώσεις που ίδρυσε το βαθύ κράτος για να εξουδετερώσει την αυξανόμενη επιρροή του Οικουμενικού Πατριαρχείου στα Μύρα της Λυκίας. Ως πρόεδρος των οργανώσεών του και ως μέλος του συλλόγου «Αγία Σοφία» (Ayasofya Derneği) και της Ένωσης Εθνικής Δύναμης (Mili Güç Birliği) κινήθηκε από κοινού με τους συγκρατούμενούς του Σεβγκί Ερενερόλ και τον Κεμάλ Κεριντσίζ εναντίον του Οικουμενικού Πατριαρχείου, με μηνύσεις, συγκέντρωση υπογραφών, συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας κλπ.

Κεμάλ Κεριντσίζ (Kemal Kerinçsiz)

Πρόεδρος της Ένωσης Δικηγόρων, σύλλογος που ιδρύθηκε από την «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ» με σκοπό τη διαπόμπευση μέσα από διαδικασίες μηνύσεων όσων δημοσιογράφων, συγγραφέων και άλλων προσώπων εξέφραζαν επικίνδυνες για τον κεμαλισμό και τον τουρκισμό απόψεις (άρθρο 301). Ανάμεσα στους μηνυθέντες ο δολοφονηθείς Χραντ Ντινκ και ο συγγραφέας Ορχάν Παμούκ.

Κεμάλ Αλεμντάρογλου (Kemal Alemdaroğlu)

Πρώην πρύτανης του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης, συντονιστής των πανεπιστημιακών που ήταν μέλη στην οργάνωση «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ». Σε συνέντευξή του είχε πει ότι η Τουρκία θα καταλάβει τη μισή Ελλάδα και τη Θεσσαλονίκη.

Ντογού Περιντσέκ (Doğu Perinçek)

Πρόεδρος του Εργατικού Κόμματος, με πλούσια προβοκατόρικη δράση στο αριστερό κίνημα. Υπήρξε από τους πρωτεργάτες των μαοϊκών οργανώσεων στην Τουρκία. Τα τελευταία χρόνια συντάχτηκε με τους κεμαλιστές και φιλοδοξούσε, με τη βοήθεια της «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ», να εκφράσει στη βουλή ένα νέο εθνικοσοσιαλιστικό πλειοψηφικό ρεύμα. Το κόμμα του, με τη βοήθεια της οργάνωσης, απέκτησε το παντουρκικής εμβέλειας τηλεοπτικό σταθμό ULUSAL KANAL (Εθνικό Κανάλι).

Ιλχάν Σελτσούκ (İlhan Selçuk)

Εκδότης και διευθυντής της εφημερίδας Τζουμχουριέτ, που θεωρείται το κάστρο του κεμαλισμού. Η οργάνωση, δια του στρατηγού Βελί Κιουτσούκ, έκανε προσπάθειες να αποκτήσει το σύνολο των μετοχών της. Ο ίδιος ο Σελτσούκ θεωρείται ένας από τους ιδεολογικούς καθοδηγητές της οργάνωσης.

Σεντάτ Πεκέρ (Sedat Peker)

Ένας από τους νέους αρχηγούς της μαφίας των ακροδεξιών στην Τουρκία, μετά το θάνατο -στο ατύχημα του Σουσουρλούκ- του Αμπντουλλάχ Τσατλί και την υπερβολική έκθεση στη δημοσιότητα του φυλακισμένου για διακίνηση ναρκωτικών και σύσταση συμμορίας Αλλαατίν Τσακιτζί (Alaatin Çakıcı). Βρίσκεται στη φυλακή από το 2005, εκτίοντας φυλάκιση 14 ετών και 5 μηνών για σύσταση συμμορίας. Θεωρείται ο επικεφαλής της «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ» στο χώρο του οργανωμένου εγκλήματος.

Γιασάρ Όζ (Yaşar Öz)

Βρίσκεται στη φυλακή για συμμετοχή στο σκάνδαλο Σουσουρλούκ και για διακίνηση ναρκωτικών. Όταν τον συνέλαβαν οι αρχές και τον οδηγούσαν στις φυλακές, δήλωσε στις κάμερες ότι οι τουρκικές αρχές τον χρησιμοποίησαν και τον έβαλαν να καίει τα ελληνικά δάση και τώρα τον βάζουν μέσα. Ενώ είναι στη φυλακή, οδηγήθηκε στον ανακριτή που διεξάγει την ανάκριση για την «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ».

Σαμί Χοστάν (Sami Hostan)

Ένας από τους μεγαλύτερους εμπόρων ναρκωτικών της Τουρκίας, με παλιές σχέσεις με τις κρατικές αρχές. Αποτελούσε επί σειρά ετών τον εθνικό έμπορο ναρκωτικών. Από τα έσοδα του εμπορίου ναρκωτικών χρηματοδοτείται βασικά το βαθύ κράτος και η ίδια η οργάνωση «ΕΡΓΕΝΕΚΟΝ». Κατηγορήθηκε για εμπλοκή στη δολοφονία του βασιλιά των καζίνων μεγαλοεπιχειρηματία Ομέρ Λιουτφί Τοπάλ (Ömer Lütfi Topal), το 1996, καθώς και του επίσης εμπόρου ναρκωτικών και έμμισθου υπαλλήλου της ΜΙΤ, Ταρίκ Ουμίτ (Tarık Ümit). Διατηρούσε στενές σχέσεις με τον προφυλακισμένο στρατηγό Βελί Κιουτσούκ.

Σεμίχ Τουφάν Γκιουλατάι (Semih Tufan Gülaltay)

Φέρεται ως ο ένας από τους ιδρυτές της παραστρατιωτικής-τρομοκρατικής οργάνωσης «Τουρκική Ταξιαρχία Εκδίκησης» (ΤΙΤ- Türk İntikam Tugayı), με πλούσια ανθελληνική δράση. Ο ίδιος καταδικάστηκε ως ηθικός και φυσικός αυτουργός της απόπειρας δολοφονίας του πρόεδρου της τουρκικής Ένωσης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Ακίν Μπιρντάλ (Akın Birda). Στην επίθεση συμμετείχε και ένας νεαρός, που είχε γεννηθεί στην ελληνική Θράκη.

ΙΝΦΟΓΝΩΜΩΝ Εκδόσεις, Αναλύσεις, Μελέτες

Φιλελλήνων 14, Σύνταγμα Αθήνα

www.infognomon.gr

info@infognomon.gr



Η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ

Μετά τη γενική επιστράτευση που κήρυξε η Τουρκία ως σύμμαχος της Γερμανίας στις 21 Ιουλίου 1914 εισερχόμενη στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Ελληνες του Πόντου επιστρατεύτηκαν κι αυτοί, αλλά όχι για να σταλούν στα πολεμικά μέτωπα. Στρατεύσιμοι άνδρες 20-45 ετών απομακρύνθηκαν αναγκαστικά από τα σπίτια τους, αφοπλίστηκαν ως ύποπτοι μετά την κατάρρευση του ρωσοτουρκικού μετώπου, αντιμετωπίστηκαν με εχθρότητα από τους Τούρκους αξιωματικούς και αποστάλθηκαν στα εργατικά τάγματα (αμελέ ταμπουρού). Ακόμα κι οι μη στρατεύσιμοι δεν εξαιρέθηκαν απ αυτήν την τελευταία πρακτική, ιδιαιτέρως μετά την κατάληψη της Τραπεζούντας από τους Ρώσους στις 5 Απριλίου 1916. Ο κίνδυνος της φυσικής εξόντωσης ανάγκαζε συχνά τους πλούσιους Ελληνες να πληρώνουν ειδικό χρηματικό ποσό («πετέλι») 20 χρυσών λιρών, ενώ οι πιο φτωχοί κατέφευγαν στα βουνά. Κοντά στους τελευταίους, προστέθηκαν κι όσοι λιποτακτούσαν από τον τουρκικό στρατό εξαιτίας των σκληρών συνθηκών. Δημιουργήθηκαν, έτσι, οι πρώτες ανταρτικές ομάδες, που δρούσαν είτε μεμονωμένα είτε σε συνεργασία.

Ο αντάρτικος αγώνας εντοπίζεται κυρίως στον δυτικό Πόντο, στην περιοχή Αμισού και Πάφρας. Αν από τις 183.000 Ελλήνων της Αμάσειας επέζησαν έστω κι οι 50.000, οφείλεται στην προστασία που παρείχαν στον πληθυσμό οι αντάρτες. Από το 1915 είχε αρχίσει τον αγώνα του κατά των Τούρκων ο Βασίλ-αγας (Βασίλειος Ανθόπουλος) με την ομάδα του, που έγινε ο φόβος κι ο τρόμος των Τούρκων της Αμισού, ενώ η ομάδα του Παντέλ-Αμισού (Παντελή Αναστασιάδη) κατόρθωσε να αντιμετωπίσει στη μάχη του Αγιού-τεπέ (16 Νοε. 1917) χιλιάδες τουρκικού στρατού σε πολυήμερη μάχη. Σημαντικότατη μάχη έδωσε η ομάδα αυτή και στο Νεμπιένταγ (τέλη 1917) της Πάφρας, όπου αντιμετώπισαν ολόκληρο τουρκικό σύνταγμα άριστα εξοπλισμένο. Όταν εξαντλήθηκαν τα πυρομαχικά τους, προτίμησαν να σκοτωθούν μόνοι τους, παρά να παραδοθούν. Ο Κοτσά-Αναστάς (Αναστάσιος Παπαδόπουλος) το φθινόπωρο του 1921 εξόντωσε 700 Τούρκους στρατιώτες, σε μάχη κατά του Τούρκου στρατηγού Λιβά πασά στο βουνό Τόπσαμ. Στα τέλη του 1921, το χωριό Δαζλή έγινε θέατρο τρομερών συγκρούσεων μεταξύ των ανταρτών και του στρατηγού Τζεμάλ Τζεβήτ, τον οποίο αποδεκάτισαν οι αντάρτες και με τη βοήθεια του Ιστύλ-αγά.

Στον ανατολικό Πόντο, η Σάντα με τους σκληροτράχηλους υπερασπιστές της ανάγκασε τους Τούρκους να της αποδώσουν μια άτυπη μορφή αυτονομίας. Στη μάχη των Κοπαλάντων, στις 25 Ιαν. 1918, οι Τούρκοι ηττήθηκαν με αποτέλεσμα ως το 1921 να μην ξαναενοχλήσουν την περιοχή. Ο Κεμάλ αποφάσισε τότε να καταστρέψει την περιοχή με πολυάριθμο στρατό. Ο αρχηγός των ανταρτών Ευκλείδης Κουρτίδης το μόνο που κατάφερε τότε ήταν να σώσει τα γυναικόπαιδα. Αξιόλογες ήταν κι οι ανταρτικές ομάδες του Ευστάθιου Θεοδωρίδη, του Ιορδάνη Τσαρουχωνέτα, του Ιωάννη Κιαγχίδη, του νεαρού παπά Παναγιώτη Μακρίδη και του Δημοσθένη Ευφραιμίδη. Νέο Ζάλογγο έγινε το Σιμικλή της Κερασούντας, όταν οι γυναίκες και τα κορίτσια της περιοχής, καταδιωκόμενες από τους Τούρκους, προτίμησαν να πνιγούν στο ποτάμι παρά να βιασθούν.

Σύμφωνα με ελληνικούς υπολογισμούς, οι αντάρτες ήταν συνολικά 6-7.000. Οι συνθήκες διαβίωσής τους ήταν άθλιες. Καλύβες φτιαγμένες με κλαδιά ή μια σπηλιά ήταν τα συνηθέστερα καταλύματα. Οι σκληρές καιρικές συνθήκες και κυρίως το χιόνι του χειμώνα, εμπόδιζαν την τροφοδοσία τους από τα γύρω χωριά. Με τον πρωτόγονο οπλισμό τους (μαχαίρια, αξίνες, κ.α.) προσπαθούσαν να προστατεύσουν τα γυναικόπαιδα από τις επιθέσεις των Τούρκων. Αν οι συμπλοκές εξελίσσονταν νικηφόρες, αφαιρούσαν από τους Τούρκους τα όπλα τους. Αργότερα άρχισαν να τους ενισχύουν με όπλα και οι Ρώσοι.

Η απουσία ενιαίας διοίκησης και συντονισμού, η έλλειψη κατάλληλου οπλισμού και τροφίμων, η δυσκολία κινήσεων, αφού σχεδόν πάντα ακολουθούνταν από απροστάτευτα γυναικόπαιδα, και κυρίως η αδιαφορία του ελληνικού κράτους παρά τις εκκλήσεις για βοήθεια, στάθηκαν οι βασικές αιτίες της αποτυχίας του αντάρτικου κινήματος του Πόντου. Ίσως, αν είχαν εισακουστεί σχετικές υποδείξεις για βοήθεια προς τους αντάρτες του Πόντου ως δύναμη αντιπερισπασμού προς τον Κεμάλ, η μοίρα της Μικράς Ασίας σήμερα να ήταν διαφορετική.

Monday, May 26, 2008

ΚΩΣΤΙΚΑΣ ΤΣΑΚΑΛΙΔΗΣ

KΩΣTAΣ (ΚΩΣΤΙΚΑΣ) TΣAKAΛIΔHΣ


Γράφει ο Δημήτρης Σ Προβάδος

Image

Ο Κωστίκας Τσακαλίδης γεννήθηκε στα Δενδράκια Δράμας το 1933. Ήταν το τρίτο παιδί από τα επτά αδέλφια του Ιωάννη και της Όλγας, προσφυγικής καταγωγής απ' την Τραπεζούντα του Πόντου. Από μικρό παιδί άκουγε τον πατέρα του και τους θείους του να παίζουν και να τραγουδούν στο σπίτι τους. Σε ηλικία 15 ετών έπαιζε ολοκληρωμένα κομμάτια της πατρίδας του, εμφανίζονταν σε θεατρικές ποντιακές παραστάσεις, σε γάμους και πανηγύρια της Δράμας.

Οι Δραμηνοί τον αγαπούσαν και τον θαύμαζαν όχι μόνον διότι ήταν ένας μικρός σε ηλικία καλός λυράρης, αλλά και για τον χαρακτήρα του, που ήταν πρόσχαρος σεμνός, πρόθυμος να τους ευχαριστήσει στα γλέντια που κάνανε. Υπηρετεί την θητεία του στην Βέροια, όπου γνωρίζει την μέλλουσα γυναίκα του. Παντρεύεται και αποκτά τρία παιδιά.

Το 1965 διοργανώνεται Πανποντιακή εκδήλωση στους Φιλίππους Καβάλας που κρατάει τρεις ημέρες όπου και του απονέμεται το πρώτο βραβείο Λύρας. Ακολουθεί ο πρώτος του μικρός δίσκος. Πιο ώριμος τώρα θέλει να αφήσει την δική του σφραγίδα στην ποντιακή μουσική. Ο κόσμος μιλάει για ερμηνεία παραδοσιακών «επιτραπέζιων» κομματιών τόσο ολοκληρωμένα όσο κανένας άλλος Πόντιος καλλιτέχνης δεν τα έχει τραγουδήσει. Βλέποντας ότι η ποντιακή νεολαία απέχει από τα ποντιακά παραδοσιακά ακούσματα προσθέτει μουσικά όργανα, δικούς του στίχους και μουσική και τους κερδίζει. Το 1968 κάνει το πρώτο μικρό δίσκο του στην εταιρεία Πάνου Γαβαλά, με τίτλο «Σα μαλίας δέσομεν» και «Τα ολύμαυρα το μάτας»

ImageΑνοίγει το πρώτο ποντιακό οικογενειακό κέντρο στην οδό Πλάτωνος στην Καλλιθέα, Αθήνας. Όλο και περισσότεροι τον επισκέπτονται και τον γνωρίζουν από κοντά, απλός κόσμος μουσικοσυνθέτες, ηθοποιοί και από το εξωτερικό όπως ο Lee Cline ο Καναδός μουσικολόγος, όπου κάθεται κοντά του ένα χρόνο, για να ακούσει και να καταλάβει τον τρόπο που έπαιζε τα ποντιακά παραδοσιακά τραγούδια. Στην συνέχεια ο Lee Cline, γυρίζει στην πατρίδα του όπου με το μουσικό ύφος του Τσακαλίδη, δημιουργεί ένα δίσκο με ποντιακά παραδοσιακά τραγούδια.

Ο Τσακαλίδης γνωρίζει τον μουσικοσυνθέτη Μαρκόπουλο και παίζει με την ορχήστρα του σε μια ταινία όπου πρωταγωνιστεί η διάσημη ηθοποιός Ράκελ Γουέλς. Ακολουθεί η καλλιτεχνική σεζόν 1975-76 όπου συνεργάζεται με τον Ξυλούρη και την Κωχ σε μια μπουάτ στην οδό Σίνα, της Αθήνας. Εμφανίζεται στην ταινία «Οι Κυνηγοί» του Θόδωρου Αγγελόπουλου όπου έχει μια δίλεπτη μουσική παρουσία. Παίρνει μέρος σε δισκογραφική δουλειά του Χριστόδουλου Χάλαρη με τίτλο «Οι Δροσουλίτες».

Παράλληλα δημιουργεί και τους προσωπικούς του μεγάλους δίσκους. Γνωρίζεται και με τον μουσικοσυνθέτη Νάκη Πετρίδη και έχει συμμετοχή σε ένα τραγούδι όπου ερμηνεύει η Χαρούλα Λαμπράκη. Επίσης συμμετέχει σε μία δισκογραφική δουλειά του Τζον Τίκη (Να μπορούσα μια στιγμή να γινόμουνα παιδί). Είναι πολύ εύκολο να παίζει με την λύρα του ότι του ζητούσαν οι μουσικοσυνθέτες χωρίς να έχει σπουδές πάνω στην μουσική, ένας ουσιαστικά αυτοδίδακτος μουσικός από την ηλικία των 10 ετών.

ImageΘέλει τη λύρα του τετράχορδη ξεπερνώντας την παραδοσιακή τρίχορδη για να ‘χει τα ακούσματα που αυτός επιθυμεί. Φτιάχνει μόνος του τις λύρες που χρησιμοποιεί. Άλλες τις αποκαλούσε βαριές και άλλες ψιλές. Οι ψιλές ήταν μικρόσωμες, λεπτές λύρες που βγάζουνε ψιλές νότες, (ζιλ και καπάν).

Πραγματοποιεί ένα όνειρο του με δικά του έξοδα. Συναυλίες σε όλη την Ελλάδα όχι μόνο με ποντιακά τραγούδια και χορούς, αλλά και με δημοτικά, νησιώτικα, κρητικά και έντεχνα τραγούδια. Παίζοντας ο ίδιος με την λύρα του κρητικά και δημοτικά τραγούδια κερδίζει τον θαυμασμό των μη Ποντίων. Αυτό έχει ως αφορμή και την μετέπειτα δημιουργία ενός δίσκου και με Δημοτική μουσική.

Μια στενή συνεργάτις του και φίλη, ήταν και η Λιζέτα Νικολάου, επίσης ο Βασιλόπουλος (κλαρίνο), ο Κώστούλας (κλαρίνο), Μπάρμπα Μαθιός (τουμπελέκι),ο Τσανάκαλης (λυράρης), Σοπίδης (ντραμς) και Χρυσανθακόπουλος (λυράρης). Μέσα σ' αυτούς τους συνεργάτες που αγάπησε και τον λάτρεψαν ήταν οι Λάζος Τερζάς και Χάρρυ Κλύν άνθρωποι που στάθηκαν κοντά του στις δύσκολες προσωπικές ώρες.

ImageΤο 1979 συμμετέχει στο Διεθνές συνέδριο Μουσικολογίας στο Ζάγκρεμπ της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας με την εθνομουσικολόγο και συνθέτρια Ελένη Καραΐνδρου και άλλους Έλληνες οργανοπαίκτες. Εμφανίστηκαν στο Μέγαρο ΠΙΖΙΣΚΝΙ στις 24 Αυγούστου. Οι μουσικοί Χαλκιάς (Δημοτικό), Μουντάκης (Κρητικά), Γιώτα Βέη (Ερμηνεύτρια), Κώστας Τσακαλίδης (Ποντιακά). Την επομένη ημέρα τα Μ.Μ.Ε. της Γιουγκοσλαβίας αναφέρονται με τα κολακευτικότερα λόγια στον Έλληνα καλλιτέχνη Κώστα Τσακαλίδη. Στο εξώφυλλο ενός δίσκου του γράφει ο Μίμης Πλέσσας πως ανακάλυψε την αυθεντική μουσική του Πόντου, την ομορφιά του Ομηρικού Μύθου απ’ τον σεμνό και απλό καλλιτέχνη.

Σε ορισμένα τραγούδια συμμετέχει η κόρη του (Γιούλη Τσακαλίδου) όπου σε κάθε εμφάνιση τους ο κόσμος δείχνει την συγκίνηση του και την αγάπη του. Διοργανώνει συναυλίες στο εξωτερικό και βοηθάει τα σωματεία των Ελλήνων μεταναστών. Το 1980 τον βρίσκει η επάρατος νόσος στην Γερμανία όπου ευρίσκονταν σε περιοδεία. Διακόπτεται η προγραμματισμένη περιοδεία και έρχεται εσπευσμένα στην Ελλάδα όπου αρχίζει ο προσωπικός του Γολγοθάς. Διαρκεί δύο χρόνια, εκεί ανακαλύπτει και την αγάπη του κόσμου που του δίνει κουράγιο και απαλύνει τον πόνο του στις δύσκολες αυτές ώρες. Κοντά του η οικογένεια του οι συγγενείς και οι φίλοι.

Τελευταία του επιθυμία, ήταν να ταφεί δίπλα στον πατέρα του, τελευταίες του λέξεις {Αφήνω γεια σας Άρχοντες), πεθαίνει στις 7/7/1982.

ImageΤο 1995 οι συντελεστές της Ποντιακής εκπομπής Ευξείνου Λέσχης Βέροιας (Διαδημοτικό Ραδιόφωνο Ημαθία) ζητούν να ονομαστεί μία πλατεία με το άνομα του και τοποθετούν την προσωπογραφία του. Η πρόταση έγινε δεκτή από το κοινοτικό συμβούλιο της Πατρίδας και επιλέχτηκε η πλατεία που βρίσκεται δίπλα ακριβώς από το οικογενειακό κέντρο «Λεύκες», σήμερα. «Ακρίτες», όπου ο ίδιος δημιούργησε στην Πατρίδα Ημαθίας. Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στις 23/7/1995 τελικά από τους συντελεστές της εκπομπής «Πόντος και Μαύρη Θάλασσα» της Τ.V. Ημαθίας με σε συνεργασία το κοινοτικό συμβούλιο της Πατρίδας Ημαθίας. Ο παρουσιαστής της εκδήλωσης ήταν ο Λάζος Τερζάς και παραβρέθηκαν η οικογένεια του, φίλοι του από παντού, συγγενείς από τη Δράμα και πάρα πολλοί καλλιτέχνες.

Έγραψαν για τον Κωστίκα Τσακαλίδη:

«Ο Κωστίκας μπορεί να πέθανε, αλλά άφησε πίσω του αθάνατα τραγούδια. Είναι σαν να ζει στις καρδιές όλων. Όσοι θα ακούν τα τραγούδια του και τη λύρα του στα σύγχρονα μέσα θα νοτίζουν τα μάτια τους και ένα καυτό δάκρυ θύμησης θα αυλακώνει το πρόσωπο τους και είναι χιλιάδες αμέτρητοι οι φίλοι του.»
Πάρης δημοσιογράφος

«Στον λαμπρό άνθρωπο και καλλιτέχνη εμείς οι νεότεροι που τον γνωρίσαμε και τον αγαπήσαμε οφείλουμε ελάχιστο φόρο τιμής μεταφέροντας στις επόμενες γενεές τις εμπειρίες μας για την αξία και την προσφορά του».

« Εσείς οι τυχεροί θα πιείτε από τα αυθεντικά του Πόντου με την αλήθεια που τα λέει ο Κωστικας πριν εμείς οι έντεχνοι οι επιτήδειοι θολώσουμε την διαύγεια και την καθαρότητα τους ».
Μίμης Πλέσσας Μουσικοσυνθέτης

«Στον λαμπρό άνθρωπο και καλλιτέχνη εμείς οι νεότεροι που τον γνωρίσαμε και τον αγαπήσαμε οφείλουμε ελάχιστο φόρο τιμής μεταφέροντας στις επόμενες γενεές τις εμπειρίες μας για την άξια του και την προσφορά του ».
Εύξεινος Λέσχη Βέροιας
(Τμήμα Χορευτικού συγκροτήματος στις αρχές της δεκαετίας του 1980).

Τελειώνοντας να υπενθυμίσουμε ότι ο Κώστας Τσακαλίδης άφησε πίσω του επτά δίσκους 33 στροφών (LP) με δικές του στιχουργικές και μουσικές δημιουργίες.

Το μεγάλο κεφάλαιο «Κωστίκας Τσακαλίδης» δεν κλείνει τόσο εύκολα, Θα χρειαζόμασταν πολλές σελίδες διότι ήταν ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ -ΑΝΕΠΑΝΑΛΗΠΤΟΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ.

Σημείωση Τα βιογραφικά στοιχεία είναι της Ιωάννας Μπρανιώτου, από την εφημερίδα «ΕΥΞΕΙΝΟΣ ΠΟΝΤΟΣ» Σελ 6-7


Thursday, May 22, 2008

Ο πυρρίχιος

*Πυρρίχη (η). Χορευτικό αγώνισμα με στρατιωτικό χαρακτήρα. Ήταν ένοπλος (ενόπλιος) χορός, γνωστός με το όνομα πυρρίχιος και αποτελούσε ένα είδος ενόπλιου πολεμικού χορού. Χορευόταν από παιδιά, έφηβους και άνδρες, αλλά και από γυναίκες (βλ. πιο κάτω).

Κατά την εκτέλεση του ενόπλιου Χορού Οι χορευτές, κρατώντας ασπίδα και δόρυ και φορώντας περικεφαλαία, μιμούνταν τις Κινήσεις των στρατιωτών σε ώρα μάχης. 0 χορός διακρινόταν για τη ζωηρότητα των κινήσεων και τις παράδοξες περιστροφές του σώματος.
Για τη γέννηση της πυρρίχης υπάρχουν διάφορες εκδοχές. Μία αναφέρει πως ήταν απομίμηση του χορού της Παλλάδας Αθηνάς, η οποία μόλις γεννήθηκε πάνοπλη απ’ το κεφάλι του Δία, έσειε την ασπίδα και το δόρυ χορεύοντας έναν ενόπλιο χορό, ή πως γινόταν σε ανάμνηση του Χορού της Αθηνάς μετά τη νίκη της κατά των Γιγάντων. Άλλη εκδοχή λέει πως η πυρρίχη πρωτογεννήθηκε κατά την πολιορκία της Τροίας και εκτελέστηκε για Πρώτη φορά κοντά στη φωτιά, που είχαν ανάψει σι Έλληνες για να κάψουν τον νεκρό Πάτροκλο. Τρίτη εκδοχή αναφέρει πως πρωτοχορεύτηκε απ’ τους Δωριείς στην Κρήτη, ενώ άλλη Θέλει την καταγωγή του ενόπλιου χορού λακωνική. Αναφέρεται ακόμη πως τον πυρρίχιο πρωτοχόρεψε ο Νεοπτόλεμος, ήρωας της Τροίας και γιος του Αχιλλέα, απ’ τη χαρά του που σκότωσε τον Ευρύπυλο, γιο του Τήλεφου. Επειδή δε ο Νεοπτόλεμος ονομαζόταν και Πύρρος

(απ’ το θηλυκό όνομα Πύρρα, που είχε ο πατέρας του όταν κρυβόταν ντυμένος σαν γυναίκα στα ανάκτορα του Λυκομήδη), λέγεται Πως ο χορός του ονομάστηκε πυρρίχιος απ’ το όνομα αυτό (‘’... ικανόν ηγούμαι τόν Νεοπτόλεμον, Άχιλλέως μέν παίδα όντα, πάνυ δέ διαπρεψιαντα έν τή ορχηστρική καί είδος τό κάλλιστον αυτή προστεθεικότα, Πυρρίχιον άπ’ αυτού Κεκλημένον... ‘’, Λουκιανός, Περί ορχήσεως, 9 ή 273). Κατά τον Αριστόξενο (Αθήν. 1Δ 63Οι) η πυρρίχη Πήρε το όνομά της από τον, λακωνικής καταγωγής, Πύρριχο: «Αριστόξενος δέ φησι τήν πυρρίχην άπό Πυρρίχου Λάκωνος τό γένος τήν προσηγορίαν λαβείν· λακωνικόν δ είναι μέχρι καί νυν όνομα τόν Πύρριχον». Υποστηρίζεται πως το όνομα «πυρρίχη» προέρχεται από το πυροειδές χρώμα του χαλκού, με Το οποίο οπλίζονταν οι χορευτές («πυρριχίζειν· τήν ενόπλιον όρχησιν καί σύντονον πυρρίχην έλεγον· οί μέν άπό Πυρρίχου τού Κρητός·οί δέ από τού διάπυρον είναι· οί δέ άπό Πύρρου τού Αχιλλέως», Ησύχιος). Αναφορά στις παραπάνω εκδοχές κάνει και ο Ευστάθιος (Ιλ. Ι. 771,49- Ν. 957,46-Π. 1078, 19 και 0δ. Λ. 1697, 5).
Ως δημιουργοί της πυρρίχης αναφέρονται και οι Κουρήτες, οι Διόσκουροι και οι Αμαζόνες.

0 Αθήναιος (1Δ, 631α) αναφέρει πως στην εποχή του η πυρρίχη υπήρχε μόνο στους Λακεδαιμονίους σαν προγύμνασμα του πολέμου (τη μάθαιναν από πέντε ετών), ενώ στους άλλους Ελληνες είχε σταματήσει, επειδή είχαν σταματήσει και οι πόλεμοι: «ή δέ πυρρίχη παρά μέν τοις άλλοις Έλλησιν ούκ έτι παραμένει· καί εκλιπούσης δέ αυτής συμβέβηκε τούς πολέμους καταλυθήναι. παρά μόνοις δέ Λακεδαιμονίοις διαμένει προ γύμνασμα ούσα τού Πολέμου· έκμανθάνουσί τε πάντες έν τή Σπάρτη άπό πέντε έτών πυρριχίζειν» Συμπληρώνει δε (ο Αθήναιος) πως στις μέρες του η πυρρίχη χορευόταν σαν διονυσιακός χορός, ήταν επιεικέστερη της αρχαίας και χορευόταν με θύρσους αντί για δόρατα: «ή δέ καθ’ ημάς πυρρίχη διονυσιακή τις είναι δοκεί, έπιεικεστέρα ούσα τής αρχαίας. έχουσι γάρ σί ορχούμενοι θύρσους άντί δοράτων... » Η πυρρίχη είχε και το όνομα «χειρονομία» (‘’... καλείται δέ η πυρρίχη καί χειρονομία», Αθήν. όπως Πριν).
Ο
ανδρικός πυρρίχιος εμφανίζεται στην αγγειογραφία (τελευταίο τέταρτο 6ου αι. π.Χ. έως τα μέσα του 5ου αι. π.Χ.) άλλοτε ως ατομικός (ένας χορευτής) και άλλοτε ως ομαδικός (δύο ή περισσότεροι χορευτές). Στην ατομική εκτέλεση ο χορευτής μιμείται μάχη εναντίον ενός αντιπάλου. Τα κύρια χαρακτηριστικά είναι: α) η παρουσία αυλητή (μουσική), β) η γυμνότητα των χορευτών, γ) ο οπλισμός (δόρυ και ασπίδα, όπως και ο οπλισμός της θεάς Αθηνάς), δ) ο έντονος χορός και ε) ο αριθμός των χορευτών.
Αναφέρθηκε πιο πριν πως μία απ’ τις εκδοχές γέννησης της πυρρίχης είναι ότι αυτή αποτελεί απομίμηση του χορού της Παλλάδας Αθηνάς, η οποία χόρεψε πάνοπλη αμέσως μετά τι γέννησή της απ’ το κεφάλι του Δία, ή πως καθιερώθηκε σε ανάμνηση του χορού της θεάς μετά τη νίκη της εναντίον των Γιγάντων.
Οι αγγειογράφοι επηρεασμένοι απ’ τις πληροφορίες των διαφόρων συγγραφέων της εποχής τους ή και παλαιότερων (π.χ. Ομηρικός Ύμνος στην Αθηνά
6ος (;) αι. π.Χ.- Κρατύλος του Πλάτωνα 4ος αι. π.Χ.- Θεών Διάλογοι του Λουκιανού 2ος αι. π.Χ.), όπου περιγράφεται η σκηνή της γέννησης της θεάς Αθηνάς ένοπλης, απεικόνιζαν αυτή τη σκηνή (από το β’ τέταρτο του 6ου π.Χ. αι. και μετά) σε πολλές παραλλαγές, παρουσιάζοντας τις τέσσερις φάσεις του γεγονότος: α) την «προ- γέννηση» (ο Δίας κάθεται και οι δύο Ειλείθυιες δίπλα του τον ανακουφίζουν απ’ τους πόνους της γέννας στο κεφάλι), β) την «κύρια σκηνή της γέννησης» (η θεά πετιέται πάνοπλη και χορεύει τον πυρρίχιο κρατώντας ασπίδα και δόρυ), γ) τη «μετά τη γέννηση» (η θεά στηρίζεται στα γόνατα του πατέρα της), δ) τη φάση «η θεά έφηβος» (η θεά μπροστά στον Δία και στους υπόλοιπους παριστάμενους θεούς). 0 πυρρίχιος που εκτελεί η θεά Αθηνά είναι χορός νίκης, που συμβολίζει τον αγώνα και τη δικαίωση απέναντι στα επί γεια, ακόμη και στο ίδιο το γεγονός της γέννησης.

Αλλά, πλην της θεάς Αθηνάς, τον πυρρίχιο χόρευαν και οι θνητές γυναίκες, όπως τούτο βεβαιώνεται από την αρχαία ελληνική αγγειογραφία του 5ου αι. π.Χ. Οι παραστάσεις του γυναικείου πυρρίχιου στην αγγειογραφία είναι λιγότερες από εκείνες του ανδρικού πυρρίχιου και εμφανίζονται αργότερα από τις αντίστοιχες των ανδρών (μέσα του 5ου αι. π.Χ.). Σ’

αυτές εικονίζονται: 1) Μία πυρριχίστρια. 2) Πυρριχίστρια και αυλητρίδα. 3) Πυρριχίστρια ή πυρριχίστριες, αυλητρίδα και άνδρες παρατηρητές σε κλειστό χώρο. 4) Πυρριχίστρια και αυλητρίδα ανάμεσα σε άλλες χορεύτριες, σε αίθουσα χορού. 5) Πυρριχίστρια σε συμπόσιο. 6) Πυρριχίστρια σε ιερό της Αρτεμης. Βασικός οπλισμός τους: κράνος ασπίδα - δόρυ. Σε όλες τις παραστάσεις οι χορεύτριες, μιμούμενες κάποιες κινήσεις και στάσεις, αναπαριστούν μια μάχη σε διάφορες χρονικές στιγμές.

Η εισαγωγή της πυρρίχης στην Αθήνα, ως αγωνίσματος των Παναθηναίων (βλ. Παναθήναια), Πιθανόν και των «εν Άστει Διονυσίων», έγινε από τη Σπάρτη τον 6ο αι. π.Χ. Χορευόταν από παιδιά, έφηβους και άνδρες με τη συνοδεία μουσικής. ‘Ηταν μεγαλοπρεπής και εντυπωσιακός χορός και είχε παιδευτικό χαρακτήρα.

*Από το υπέροχο βιβλίο του Λάμπρου Σ. Βρεττού ‘’Λεξικό Τελετών, Εορτών και Αγώνων των Αρχαίων Ελλήνων’’

Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ.

Πολύ πριν το αντάμωμα του ανθρώπου με την ιστορία, την εποχή που Τιτάνες, θεοί και ήρωες ευδαιμονούσαν σε αυτόν τον τόπο, πάνοπλοι Κουρήτες στο Ιδαίο Άντρο, χόρεψαν τον πυρρίχιο χορό χτυπώντας με τα δόρατα τους την γη, δημιουργώντας εκκωφαντικό θόρυβο που κάλυψε το κλάμα του νεογέννητου Δία, σώζοντας τον έτσι από τον αδηφάγο Κρόνο.

Μια άλλη εκδοχή θέλει την θεά Αθηνά να χορεύει τον ενόπλιο χορό, σείοντας την ασπίδα και το δόρυ της στιγμές μετά την γέννηση της από το κεφάλι του πατέρα της, Δία. Τον ίδιο χορό λέγεται ότι χόρεψε και μετά την συντριβή των Τιτάνων και την αιώνια φυλάκιση τους στα Τάρταρα. Η ίδια θεά στην Ιωλκό πρόσφερε ως δώρο-όπλο τον πυρρίχιο στους Αργοναύτες, στο ξεκίνημα της εκστρατείας τους.

Σύμφωνα με άλλους μύθους η γέννηση του πυρρίχιου συντελέστηκε κάτω από τα αιματοβαμμένα τείχη της Τροίας. Ήταν λένε ο Νεοπτόλεμος-Πύρρος, ο γιος του ημίθεου Αχιλλέα που επαρμένος από χαρά για τον θάνατο του Ευρύπυλου τον πρωτοχόρεψε. Στην επικρατέστερη εκδοχή του μύθου, ήταν ο Κουρήτης Πύρριχος που όταν αντίκρισε το νεκρό σώμα του Πατρόκλου, συντετριμμένος από την οδύνη και τον πόνο, άρχισε να ταλαντεύεται στην αρχή αργά και πονεμένα και στη συνέχεια έντονα και ρυθμικά μετατρέποντας τη θλίψη του σε οργή και ξέσπασμα για τον άδικο θάνατο του φίλου του. Οι συμπολεμιστές του, παρασύρθηκαν από τον ρυθμό και εκείνο το βράδυ γύρω από τις αναμμένες φωτιές κάτω από τα τείχη της Τροίας, γεννήθηκε ο άγριος χορός που ονοματίστηκε από τα πυρρά μαλλιά του πρωτοχορευτή του....

Η ΙΣΤΟΡΙΑ

« Ο Πυρρίχιος είναι θείο Δώρο των θεών προς τους ανθρώπους »
Πλάτων

Για πολλούς αιώνες η φλόγα του πυρρίχιου έκαιγε άσβεστη. Ο χορός χορευόταν σε μεγάλες γιορτές όπως αυτή των Παναθηναίων αλλά και αποτελούσε μέρος της στρατιωτικής εκπαίδευσης των αρχαίων Ελλήνων.

Οι Σπαρτιάτες ξεκινούσαν την εκμάθηση του από τα πέντε τους χρόνια . Όπως γνωρίζουμε ήταν οι πρώτοι που πριν αναχωρήσουν για τον πόλεμο ή λίγο πριν την μάχη, αλλά και κατά την διάρκεια των πολεμικών αναμετρήσεων, ασκούνταν και μάθαιναν να χορεύουν τον χορό αυτό με όπλα, τόξα, ασπίδες και δόρατα για να μπορούν να είναι νικητές . Οι χορευτές-πολεμιστές που έφεραν πολεμική εξάρτυση ήταν χωρισμένοι και κατανεμημένοι σε δύο συμπλέγματα, τους επιτιθέμενους και τους αμυνόμενους και μιμούνταν τις κινήσεις των πολεμιστών την ώρα της μάχης.

Οι Μακεδόνες τον ανήγαγαν σε χορό των δυνατών και τον αγάπησαν τόσο που ονομάστηκαν πυρριχιστές.

Στην επιστροφή των Ελλήνων πολεμιστών από την Περσία το 400 π.Χ. ο Ξενοφών περιγράφει τον Ελληνικό Πόντο και ιδιαίτερα τη γιορτή που οργάνωσαν οι κάτοικοι της Κερασούντας και των Κοτυώρων και φυσικά τον πυρρίχιο που χορεύτηκε σε αυτή. Ας σημειωθεί ότι ο Ξενοφών αναφέρει πως τον πυρρίχιο χορό χόρεψαν όχι μόνο άνδρες αλλά και γυναίκες, κάτι που δεν ήταν ασυνήθιστο τότε.

ΣΕΡΡΑ.

Τον πυρρίχιο διασώζουν σήμερα οι Πόντιοι και τον ονομάζουν και Σέρρα από τον ποταμό Σέρρα, ανατολικά της Τραπεζούντας. Κατά τον καθηγητή Ευγ. Δρεπανίδη προήλθε από τη φράση "όρχησις εις ιερά" και από αυτό Σιέρα-Σέρρα. Στον χορό Σέρρα δείχνει ο χορευτής την τέχνη του. Στην αρχή η κίνηση του χορού είναι αργή. ΑΤΣΑΠΑΤ λέγεται το αργό μέρος του. Πάντα με το κεφάλι ψηλά οι χορευτές εκτελούν το κάθε βήμα. Είναι χαρακτηριστικές οι κινήσεις των ώμων. Στο δεύτερο μέρος του χορού βλέπουμε τον ρυθμό να ανεβαίνει. Και εκεί οι χορευτές κρατούν το κεφάλι τους ψηλά. Το δεύτερο μέρος του χορού ονομάζεται ΤΡΟΜΑΧΤΟΝ. Παλαιότερα η σέρρα χορεύονταν κυκλικά ενώ σήμερα την βλέπουμε να χορεύεται με τους χορευτές σε ευθεία παράταξη.

Οι παραλλαγές του χορού πολλές, μαρτυρούν το πέρασμα του μέσα από το χώρο και χρόνο και το συναπάντημα του με το σήμερα. Αυτό που δεν άλλαξε και έφτασε αναλλοίωτο ως εμάς είναι η ίδια η ουσία του χορού, η εσωτερική διονυσιακή του δύναμη που κατορθώνει να μεταλλάξει την ενεργειακή υπόσταση του χορευτή παρασύροντας τον σε έναν τόπο με ανέμους που ξεριζώνουν πέτρες και λυγίζουν κορμιά....

ΑΡΜΕΝΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΝΤΙΑΚΗ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ

Sunday, May 18, 2008

Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου.

Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου.

Ιστορία, πολιτική και αναγνώριση.

Θεοφάνης Μαλκίδης

Αθήνα 2008.Εκδόσεις Γόρδιος
Μακεδονίας 17 -τηλ. 210-8252279
e-mail: gordiosbooks@yahoo.gr



Ο καθηγητής και συγγραφέας πολλών βιβλίων για τη γενοκτονία των Αρμενίων Τανέρ Ακσάμ τονίζει στον πρόλογο του βιβλίου ότι « η εκτόπιση και οι δολοφονίες δεν ήταν μια μεμονωμένη πράξη μόνο ενάντια σε Αρμενίους. Πραγματοποιήθηκαν ως τμήμα ενός γενικού σχεδίου που θα μπορούσε να κληθεί «εθνοκάθαρση της Ανατολίας», μια πολιτική εκκαθάρισης του χριστιανικού πληθυσμού. Αυτή η πολιτική εφαρμόστηκε ως γενικό σχέδιο μεταξύ του 1913-1918 και συνεχίστηκε ενάντια στους Έλληνες του Πόντου από το 1920 μέχρι το 1924. Ο κύριος στόχος όλης αυτής της πολιτικής ήταν να εξασφαλιστεί ο σχηματισμός μιας ομογενοποιημένης Ανατολίας, η οποία θα προετοίμαζε το έδαφος για ένα έθνος- κράτος, αποβάλλοντας οποιαδήποτε «επικίνδυνα στοιχεία» που θα μπορούσαν να εμποδίσουν την πραγματοποίηση αυτού του σχεδίου....»

Είναι γεγονός ότι μετά τη βίαιη εκδίωξη του Ελληνισμού της Ανατολής και την έλευση των υπολειμμάτων αυτού του ιδιαίτερου και πλούσιου κομματιού του ελληνικού έθνους στον ελλαδικό χώρο, το ζήτημα της γενοκτονίας του έμεινε στο περιθώριο. Η πρώτη περίοδος της προσφυγιάς και οι τεράστιες δυσκολίες που υπήρξαν, μαζί με την πολιτική της ελληνοτουρκικής φιλίας και της λήθης που ακολουθήθηκε δεν επέτρεψαν να αναδειχθεί τόσο ο πολιτισμός και η ιστορική του διαδρομή.

Ο Δημήτρης Ψαθάς, στο ομολογουμένως σημαντικότατο βιβλίο του, όχι μόνο για το περιεχόμενό του αλλά και για τη χρονική περίοδο που εκδόθηκε όταν το ζήτημα των Ελλήνων της Ανατολής ήταν στο περιθώριο, τονίζει σχετικώς με το ζήτημα αυτό, στον πρόλογό του: «....ούτε επιτρέπεται να θυσιάζουμε την ιστορική αλήθεια σε καμία σκοπιμότητα, όπως, δυστυχώς, καθιερώθηκε να γίνεται απ΄ τον καιρό που χαράχτηκε η λεγόμενη ελληνοτουρκική φιλία. Η άστοχη τακτική της αποσιώπησης των γεγονότων της Ιστορίας ήταν ίσως κι΄ ένας απ΄ τους λόγους που τόσο άσκημα πορεύτηκε η «φιλία» με τους Τούρκους. Να ρίξουμε τον πέπλο της λήθης στο παρελθόν αλλά να ξέρουμε, όχι να κρύβουμε....».

Όλα αυτά μέχρι πολύ πρόσφατα όταν το δικαίωμα στη μνήμη προβλήθηκε ως κεντρικό αίτημα, μαζί με το δικαίωμα στη γνώση, στην ιστορία, στην αναφορά στην ιδιαίτερη πατρίδα μας, παράλληλα με το ζητούμενο της αναγνώρισης της γενοκτονίας. Αυτή που για διάφορους, εν πολλοίς γνωστούς λόγους οι οποίοι σχετίζονται με τις εγχώριες και ξένες πολυποίκιλες δεσμεύσεις και συμφέροντα, δεν προχώρησε, αφού σημειώθηκε μία ομολογουμένως προκλητική αδιαφορία του ελληνικού κράτους, ενώ οι κινήσεις του ελλαδικού συστήματος απονοενεχοποιούν την Τουρκία, τιμώντας τον πρωτεργάτη του εγκλήματος. Πως αλλιώς μπορεί να ερμηνευτεί το γεγονός ότι από το 1994 που ψηφίστηκε το σχετικό νομοσχέδιο για την καθιέρωση της ημέρας μνήμης της γενοκτονίας, το ελλαδικό θεσμικό σύστημα και πολιτική τάξη, συνεχίζει να αδιαφορεί για την διεθνοποίηση του εγκλήματος και αρκετές φορές παρεμποδίζει τις σχετικές προσπάθειες; Μάλιστα αυτά συμβαίνουν την περίοδο κατά την οποία πολιτικοί, κυβερνήτες, βουλευτές, ακαδημαϊκοί, επιστήμονες και ερευνητές, σε όλον τον κόσμο έχουν πειστεί για την τέλεση του εγκλήματος και εκδίδουν σχετικές αναγνωρίσεις και ψηφίσματα.

Το Ποντιακό, το Θρακικό, το Ιωνικό ζήτημα και γενικότερα ο Ελληνισμός της Ανατολής και η ιστορική του πορεία από την αρχαιότητα μέχρι τη βίαιη εκρίζωσή του, δεν αποτελεί ένα ευκαιριακό θέμα. Δεν αποτελεί δηλαδή ένα θέμα της επικαιρότητας, εφήμερο, προεκλογικό. Είναι ένα ζωντανό ζήτημα, με ιδιαίτερες αναφορές στο πεδίο της δυναμικής μνήμης που καθημερινά εμπλουτίζεται. Ειδικότερα, η ιστορία, η γνώση, η ανάδειξη της γενοκτονίας συνηγορούν σε μία ιδιαίτερη προσπάθεια για το ζήτημα. Αυτό που επισήμανε ήδη από τη δεκαετία του 1920 ο μητροπολίτης Τραπεζούντας Χρύσανθος, ο οποίος γράφοντας στο εκδοτικό σημείωμα του «Αρχείου του Πόντου», επεσήμανε ότι δεν έπρεπε ν΄ «απολεσθή ο ιστορικός εθνικός πλούτος, της γλώσσης, και του κοινωνικού και πνευματικού εν γένει βίου των Ποντίων» .

Το βιβλίο αποτελεί συμβολή στην προσπάθεια ανάδειξης ενός ζητήματος, της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, ζήτημα το οποίο έμεινε στο περιθώριο για λόγους και συμφέροντα έξω από την ιστορική αλήθεια και τη δικαιοσύνη και θέλει να συνεισφέρει στην μεγάλη προσπάθεια που γίνεται σε όλον τον κόσμο για την διεθνοποίηση του μαζικού εγκλήματος.

Το βιβλίο είναι αφιερωμένο στις γυναίκες και στα παιδιά που δολοφονήθηκαν κατά τη διάρκεια της γενοκτονίας, αποτελώντας μία ιδιαίτερη πτυχή του μαζικού εγκλήματος ενάντια στους Έλληνες. Αυτό που ονομάστηκε δολοφονία του μέλλοντος, δηλαδή τη γυναικοκτονία και η παιδοκτονία, τη δολοφονία της συνέχειας του έθνους με την εκκαθάριση των γυναικών και των παιδιών.

Friday, May 16, 2008

ΖΕΙ Ο ΠΟΝΤΟΝ

Όλα σκωτούμες για τεσέν, σα χώματα να κείμες.
Εσύ, πατρίδα μου, θα ζεις, εμείς πα να μην είμες.
Ζει ο Πόντον, ζει ο Πόντον, κι αν σκωτούμες όλ' εμείς.
Ίνας Πόντιος κανείτε για να παίρ' ατόν οπίς!

Όσα σον κόσμον εν τεσά τα άξια παιδία σ',
Συ απές θα ζεις, κι θ'αποθάν'ς σ' ποντιακά καρδίας.

Πόνος εμόν πάντα σ'εσέν και σ'άλλα τόπ' αν ζούμαι,
Εσέν απές σο ψόπον μου με το Χριστόν κρατούμαι.

Ζει ο Πόντον, ζει ο Πόντον, κι όλ' α χάμες α ση γη.
Ίνας Πόντιος κανείτε να τσαΐζ' «ο Πόντον ζει»!

Παυλίδης