ΕΜΕΙΣ ΑΔΑ ΚΙ IΝΟΥΜΕΣ,
Σ’ ΕΜΕΤΕΡΑ ΘΑ ΠΑΜΕ...

Friday, March 27, 2009

Thursday, March 26, 2009

Monday, March 23, 2009

Από το μύθο στην ιστορία




Η αφετηρία της ιστορίας του Ποντιακού Ελληνισμού βυθίζεται μέσα στην ομίχλη του θρύλου της Αργοναυτικής εκστρατείας, και ο θρύλος αυτός έχει την αρχή του στο μύθο του Φρίξου και της Έλλης. Ο Φρίξος, γιος της Νεφέλης και του Αθάμαντα, βασιλιά του Ορχομενού στη Βοιωτία, συκοφαντημένος βαριά από τη δεύτερη γυναίκα του πατέρα του, την Ινώ, οδηγείται στον τόπο της θυσίας.Ξαφνικά όμως, και ενώ η
αδελφή του η Έλλη κλαίει για τον επικείμενο χαμό του, ένα χρυσόμαλλο κριάρι κατεβαίνει από τον ουρανό και στέκεται μπροστά…Τα δύο παιδιά πηδάνε στη ράχη του και το κριάρι ξανανεβαίνει στον ουρανό, τραβώντας προς την ανατολή… Όταν περνάνε ωστόσο πάνω από μια στενή θάλασσα, η Έλλη ζαλίζεται και πέφτει μέσα! Και από τότε η θάλασσα αυτή λέγεται Ελλήσποντος, γιατί πόντος στα αρχαία σήμαινε θάλασσα.

Μόνος του, λοιπόν, ο Φρίξος συνεχίζει το ταξίδι του, προχωράει στον Εύξεινο Πόντο, και τερματίζει σε μια παραλιακή πόλη, την Κολχίδα. Εκεί θυσιάζει το κριάρι στο Δία για να τον ευχαριστήσει που τον έσωσε και χαρίζει το δέρμα του ζώου στον τοπικό βασιλιά Αιήτη. Το δέρμα αυτό, που είχε χρυσά μαλλιά, ο Αιήτης το κρεμάει σε μια βελανιδιά και βάζει να το φυλάει ένας ακοίμητος δράκοντας.

Αυτή είναι η πρώτη επαφή του μητροπολιτικού ελληνισμού με τον Πόντο, με τη μυθική της βέβαια, έκφραση, που κρύβει φιλότιμα τον ιστορικό πυρήνα της. Η δεύτερη επαφή, πιο δυναμική και προγραμματισμένη, έστω και μυθολογική και όχι τυχαία, όπως η πρώτη, έγινε με την Αργοναυτική εκστρατεία. Το θρυλικό γεγονός ότι κάπου μακριά στην Ανατολή, στη χώρα της Κοχλίδας, υπήρχε ένα χρυσόμαλλο δέρμα, απομεινάρι του κριαριού του Φρίξου, αναστάτωνε τη φαντασία και τα όνειρα κάθε χρυσοθήρα της εποχής.

Και το κοινό μυστικό, ότι στα παράλια της μακρινής Κολχίδας υπάρχει χρυσάφι, αποκαλύφθηκε, πάλι σαν παραμύθι, από τη θεά Ήρα στον ευνοούμενό της Ιάσονα, γιο του βασιλιά της Ιωλκού Αίσονα. Τη στιγμή της αποκάλυψης όμως, ο Αίσονας δεν ήταν βασιλιάς. Προ πολλού τον είχε εκθρονίσει βίαια ο αδελφός του Πελίας. Ο Ιάσονας παρουσιάστηκε μπροστά στο σφετεριστή θείο και του ζήτησε να φύγει από το θρόνο για ν' ανέβει σ' αυτόν ο νόμιμος βασιλιάς, ο πατέρας του Αίσονας. Ο Πελίας τον καλόπιασε και του πρότεινε να κάνει κάποιο κατόρθωμα, με την ελπίδα να τον απομακρύνει από κοντά του και να τον εξοντώσει. Ο Ιάσονας δέχτηκε την πρόταση και είπε ότι θα πάει να φέρει από την Κολχίδα το Χρυσόμαλλο δέρας.

Μ' αυτόν τον τρόπο άρχισε η Αργοναυτική εκστρατεία, που ονομάστηκε έτσι από το πλοίο Αργώ, το οποίο κατασκεύασε ο ξακουστός ναυπηγός Άργος, γιος του Φρίξου, με τη βοήθεια της θεάς Αθηνάς. Πενήντα μυθικοί ήρωες πήραν μέρος σ' αυτήν την εκστρατεία που ξεκίνησε από την Ιωλκό, μια πόλη κοντά στο σημερινό Βόλο. Ανάμεσά τους περιλαμβάνονταν ο πατέρας του Αχιλλέα Πηλέας, ο Ηρακλής, ο Ορφέας, ο Τίφης, ο Θησέας, ο Εύφημος, ο Μελέαγρος, οι Διόσκουροι Κάστορας και Πολυδεύκης, ο Ζήτης, ο Καλάης, ο Πειρίθοος, ο πατέρας του Αίαντα Τελαμώνας, ο Αμφίαρχος, ο πατέρας του Οδυσσέα Λαέρτης, ο Οϊλέας, ο Άδμητος και άλλοι, ανάμεσά στους οποίους και η μοναδική γυναίκα Αταλάντη.

Πρόκειται για την πρώτη ομαδική συλλογική ενέργεια των Ελλήνων, πριν από την άλλη αποικιστική εκστρατεία τον Τρωικό πόλεμο και, όπως βλέπουμε, σ' αυτήν εδώ παίρνουν μέρος οι γονείς των Τρωικών ηρώων, δηλαδή μια γενιά παλαιότερη. Ο στόχος ήταν ίδιος, η κατάκτηση της Ανατολής και ο αποικισμός της. Η δεύτερη εκστρατεία, όμως, βρήκε μεγάλη αντίσταση από τις ακμάζουσες πόλεις της Τροίας, ενώ τούτη, η πρώτη, στάθηκε κάπως πιο εύκολη και πιο παραμυθένια.

Έτσι ξεκινάει ο μύθος της έλευσης των πρώτων Ελλήνων στον Εύξεινο Πόντο, για να καταλήξει 2600 χρόνια μετά στον τραγικό ξεριζωμό και την επιστροφή στην προαιώνια πατρίδα.

Αποικισμός Εύξεινου Πόντου.

Όταν οι Έλληνες πέτυχαν την εγκατάσταση τους στις ακτές του Ευξείνου Πόντου κατά τη διάρκεια του 8ου αιώνα, μια σειρά από ελληνικές αποικίες ξεφυτρώνουν στις παραλίες του τόπου. Πρώτη η Ηράκλεια αποικία των Μεγαρέων, έπειτα η Σινώπη, αποικία των Ιώνων της Μιλήτου, κατόπιν τα Κοτύωρα (η σημερινή Ορντού), η Κερασούντα, η Τραπεζούντα, αποικίες των Σινωπέων δηλαδή, Ιωνικές κι αυτές και στη συνέχεια, πιο πέρα, μια αλυσίδα από ελληνικές πόλεις όπως η Φάσις, η Διοσκουριάς, το Παντικάπαιον, η Όλβια, η Θεοδοσία, η Οδησσός κλπ. Τέλος το 562 π.χ. οι Ίωνες της Φώκαιας ίδρυσαν την Αμισό (Σαμψούντα).

Μ' αυτόν τον τρόπο, η ελληνική φυλή απόχτησε μια δεσπόζουσα παρουσία ανάμεσα στις άλλες φυλές του τόπου, τις ντόπιες, τις "βαρβαρικές" όπως τις ονομάζουν οι άποικοι, και η ελληνική δραστηριότητα ρίζωσε στη μακρινή χώρα της βόρειας Μ. Ασιας.

Στα κατοπινά χρόνια, οι άποικοι συνέχισαν να επικοινωνούν με τη μητροπολιτική Ελλάδα, ιδιαίτερα με το Ιωνικό στοιχείο της Μιλήτου, από όπου καταγόταν. Συνέχισαν να τροφοδοτούνται πνευματικά από τη μητέρα πατρίδα και, σε αντάλλαγμα οι ίδιοι πρόσφεραν σ΄ αυτήν τον πλούτο τον υλικό και την άνεση της ναυσιπλοΐας, τα κέρδη της ναυτιλίας και τις ωφέλιμες εμπορικές συναλλαγές. Στο μεταξύ, δούλεψαν σκληρά, πολέμησαν με τους ντόπιους στον περίγυρό τους, έχτισαν οικοδομήματα, ναούς, πρόκοψαν και αναπτύχθηκαν. Επιπλέον ως ξενιτεμένοι που ήταν, είχαν κουβαλήσει μαζί τους ολόκληρο κόσμο από παραδόσεις, θρύλους, έθιμα, θεσμούς, θρησκεία και πολιτισμό. Η νοσταλγία, όπως συμβαίνει σ' όλους τους ξενιτεμένους, τους έφερνε νοερά πιο κοντά στην παλιά πατρίδα και, καθώς διέστελλαν τον εαυτό τους από τους ντόπιους, δημιουργούσαν έντονη συνείδηση της ελληνικότητάς τους και της εθνικής τους ενότητας με τους ελλαδίτες, συνείδηση που παρέμεινε αναλλοίωτη, αν όχι επαυξημένη, σ' όλη τη διάρκεια των κατοπινών αιώνων ως την ύστερη ώρα του ξεριζωμού, το 1922.

Έτσι γεννήθηκαν οι πρώτοι Πόντιοι. Έτσι δημιουργήθηκε ο Ποντιακός Ελληνισμός των 26 αιώνων ζωής στη Μαύρη Θάλασσα. Έτσι το ελληνικό δαιμόνιο έβαλε τα θεμέλια μιας καινούριας Ελλάδας στην ανατολή, όπως συνέβηκε να δημιουργήσει με τις αποικίες στη Σικελία και κάτω Ιταλία, τη Μεγάλη Ελλάδα στη Δύση. Έτσι μεταφέρθηκε στην Ανατολή, εκτός από τα ήθη και έθιμα των Ελλήνων, το ελληνικό πνεύμα, η ελληνική σκέψη, η ελληνική δημοκρατική οργάνωση των πόλεων-κρατών, οι ελληνικοί νόμοι, η ελληνική γλώσσα και θρησκεία.

Για αιώνες ολόκληρους, οι ελληνικές αποικίες στον Εύξεινο Πόντο θα ακμάζουν και θα ανθούν, χωρίς να επηρεάζονται ακόμη και από την Περσική κυριαρχία που θα έχει επιβληθεί στην περιοχή από τον 6ο αιώνα π.χ. Κι αυτό γιατί η κυριαρχία των Αχαιμενίδων θα είναι χαλαρή και ασθενική, και οι ελληνικές πόλεις θα είναι αυτόνομες, αυτοδιοικούμενες και ανεξάρτητες. Σ' αυτή την κατάσταση θα τις συναντήσουν το 401 π.χ. οι Μύριοι του Ξενοφώντα, έπειτα από πολύμηνη, πολύμοχθη και πολύπαθη πορεία στο εσωτερικό της εχθρικής Μικρασίας. Εκεί στην Τραπεζούντα, καθώς και στις άλλες ελληνικές πόλεις του Εύξεινου Πόντου, θα βρουν φιλοξενία και ανακούφιση. Εκεί θα αναπνεύσουν με ασφάλεια και θα δεχτούν για ένα περίπου μήνα την περιποίηση των πατριωτών τους, θα κάνουν θυσίες στους κοινούς Θεούς, και θα οργανώσουν αθλητικούς αγώνες, θα ξεκουραστούν, θα νιώσουν σα στο σπίτι τους, θα κινηθούν ελεύθερα σαν να πατάνε σε ελληνικό έδαφος, και θα εφοδιαστούν με τρόφιμα και πλωτά μέσα, για να μπορέσουν να γυρίσουν στην πατρίδα.

Αλλά και αντίστροφα, με τις αποικίες στον Εύξεινο Πόντο οι Έλληνες εκτός από τα οικονομικά, δημογραφικά και κοινωνικά οφέλη, είχαν και πνευματικά. Εκεί γνώρισαν τους μεγάλους πολιτισμούς της Aνατολής, πήραν πολλές γνώσεις απ' αυτούς, άνοιξε ο ορίζοντας τους και αγκάλιασε καινούργιους κόσμους. Με την αφομοίωση των στοιχείων αυτών, ο ελληνισμός δημιούργησε μια νέα πολιτιστική σύνθεση, που θα βάλει σε λίγο τα θεμέλια του κλασικού ελληνικού πολιτισμού με τη φιλοσοφία, την ιστορία, τις τέχνες, την ποίηση και το θέατρο.

Οι κατοπινοί αιώνες θα κυλήσουν στον Πόντο ομαλά. Ανάμεσα στο 363-302 π.χ. ιδρύεται ανεξάρτητο κράτος με ισχυρές ελληνικές επιρροές υπό των Περσών σατραπών Αριοβαρζάνη και Μιθριδάτη Α', σύγχρονου του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Το κράτος αυτό έφτασε στη μεγαλύτερη ακμή του κατά τους χρόνους του Μιθριδάτη ΣΤ' του Ευπάτορα (120-63 π.χ.). Στην εποχή του, Πόντος επικράτησε να σημαίνει ποντιακή επαρχία, με τη διοικητική και κρατική έννοια της λέξης, και το ποντιακό κράτος κατοχυρώθηκε στη διεθνή πολιτική. Ο Μιθριδάτης ΣΤ' εκτός από τις πολεμικές του επιτυχίες, συντέλεσε και στη διάδοση του ελληνικού πολιτισμού. Ο ίδιος είχε ελληνική παιδεία, και περιστοιχιζόταν από Έλληνες διανοούμενους, ποιητές, φιλόσοφους, πολιτικούς, ιστορικούς, υπουργούς και αξιωματούχους, όπως οι περίφημοι στρατηγοί Νεοπτόλεμος και Αρχέλαος. Άλλωστε είχε μητέρα ελληνίδα, τη Λαοδίκη, που τον επιτρόπευε ως τα 12 χρόνια του, και ο ίδιος παντρεύτηκε ελληνίδα. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του προσπάθησε να εξελληνίσει το κράτος του, να συνενώσει τον ελληνικό με τον περσικό πολιτισμό, την ελληνική με την περσική θρησκεία, όπως είχε επιχειρήσει να κάνει και ο Μέγας Αλέξανδρος.

Ο Μιθριδάτης ΣΤ' διεξήγαγε εκστρατείες κατά των Ρωμαίων, και κατάφερε να απελευθερώσει την Αθήνα και τον Πειραιά. Από το 88 - 63 π.χ. διεξήχθησαν τρεις Μιθριδατικοί πόλεμοι, οπότε και καταδιωκώμενος σε ηλικία 69 ετών και ενώ ετοίμαζε νέα εκστρατεία κατά της Ρώμης, έχασε τη ζωή του στο Παντικάπαιο της Ταυρικής χερσονήσου, προδομένος από την αποστασία του Φαρυάκη.

Από τότε αρχίζει η Ρωμαϊκή κυριαρχία, που όμως δεν εμποδίζει την πρόοδο του Ποντιακού Ελληνισμού. Αποτέλεσμα της επιφανειακής διοίκησης που ασκούν οι Ρωμαίοι τοπάρχες, είναι η διατήρηση της ελληνικής γλώσσας και θρησκείας, και η ανάπτυξη της περιοχής, που ανακόπτεται το 257 μ.χ., όταν Γότθοι και Βορανοί, εξορμώντας από την Κριμαία κατακτούν την περιοχή.

Την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου ο Πόντος αποκτά ιδιαίτερη σημασία για το ανατολικό κράτος και για ολόκληρο τον ελληνισμό, παίζοντας τον ρόλο του προπυργίου και του φάρου της Ανατολής.

Ο Ιουστινιανός χωρίζοντας τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία σε Θέματα (διοικητικές επαρχίες), δημιουργεί και το Θέμα της Χαλδίας, με πρωτεύουσα την Τραπεζούντα. Έτσι ο Πόντος γίνεται η ασπίδα του Βυζαντίου από τις βαρβαρικές επιδρομές των Περσών, των Αράβων και αργότερα των Τούρκων. Εκεί έδρασαν οι Ακρίτες, δημιουργώντας τους θρύλους της λαϊκής παράδοσης του Πόντου, με κορωνίδα όλων το λόγιο έπος του "Βασίλειου Διγενή Ακρίτα", που αποτελεί το νεότερο έπος του ελληνισμού, το πρώτο χειρόγραφο του οποίου ανακαλύφθηκε το 1873 στο μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά.

Η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας

Η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας ιδρύθηκε το 1204 από τους Κομνηνούς Αλέξιο και Δαβίδ, όταν οι Φράγκοι της Δ' Σταυροφορίας κατέλυσαν το Βυζαντινό κράτος. Πολύτιμη βοηθός τους στάθηκε η θεία τους, βασίλισσα των Ιβήρων (Γεωργία) Θάμαρ (1184-1212), σε συνεργασία με Σχολάριους άρχοντες που έφυγαν από την Κωνσταντινούπολη και ντόπιων τιμαριούχων.

Οι Κομνηνοί έφεραν τον τίτλο "Πιστός Βασιλεύς και Αυτοκράτωρ Ρωμαίων", που ανήκε αποκλειστικά στους βασιλιάδες της Κωνσταντινούπολης, και τον αντικατέστησαν μόνο όταν ο Μιχαήλ Η' ο Παλαιολόγος (1261-1282), ανασύστησε τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία το 1261, με νέο τίτλο "Πιστός Βασιλεύς και Αυτοκράτωρ πάσης Ανατολής Ιβήρων και Περατείας". Ιβηρία λεγόταν η χώρα των Ιβήρων, σημερινή Γεωργία, και Περατεία η σημερινή Κριμαία. Οι Μεγάλοι Κομνηνοί της Τραπεζούντας ως έμβλημα είχαν το Μονοκέφαλο Αετό, σε διαστολή με το Δικέφαλο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Το Ποντιακό κράτος, αν και έζησε 257 χρόνια χωριστά από τα άλλα ελληνικά κρατίδια, αναδείχθηκε σ' ένα προπύργιο του ελληνισμού και διατηρήθηκε ως το 1461, δηλαδή 8 χρόνια μετά την άλωση της Πόλης. Η υπηρεσία που πρόσφερε στους Έλληνες κατοίκους του τόπου και γενικότερα στον ελληνισμό στάθηκε τεράστια. Όχι μόνο διατήρησε τον ελληνικό πολιτισμό του, αλλά τον ανέπτυξε και τον στέριωσε, ώστε ν' αντέξει στην επόμενη δοκιμασία του κατά τα χρόνια της τουρκοκρατίας.

Η περιοχή της "Αυτοκρατορίας των Μεγάλων Κομνηνών", όπως ονομαζόταν κι αλλιώς, περιελάμβανε εκτός από την πρωτεύουσα Τραπεζούντα, πολλές άλλες πόλεις, όπως τα Σούρμενα, τη Ριζούντα, τα Πλάτανα, την Τρίπολη, την Κερασούντα, την Οινόη, την Αμισό (Σαμψούντα), την Ινέπολη, τη Σινώπη, την Αργυρούπολη (Κάνη), τη Σεβάστεια, τη Νικόπολη, τη Θεοδοσιούπολη (Ερζερούμ), τη Νεοκαισάρεια, την Τοκάτη, την Αμάσεια, ενώ οι κτήσεις της συχνά έφταναν ως τον Καύκασο και την Κριμαία.

Στο ποντιακό αυτό κράτος άνθησαν οι τέχνες και οι επιστήμες. Αξιόλογη είναι η αρχιτεκτονική που αναπτύχθηκε στις διάφορες πόλεις και ιδιαίτερα στην Τραπεζούντα, με το χτίσιμο πολλών φρουρίων, εκκλησιών, δημοσίων κτιρίων και ανακτόρων. Μεγάλη ανάπτυξη παρουσίασαν η αστρονομία, η φυσική, και τα μαθηματικά. Στη σχολή της Τραπεζούντας των θετικών επιστημών σπούδαζαν μαθητές που έρχονταν ακόμα και από την Κωνσταντινούπολη, όπως και από την Αρμενία. Η ζωγραφική πάλι έφτασε σε μεγάλη ακμή, όπως δείχνουν ιδιαίτερα οι τοιχογραφίες στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας Τραπεζούντας, η οποία αποτελεί μικρογραφία της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινούπολης. Στην εποχή των Μεγάλων Κομνηνών χτίστηκαν στον Πόντο 3000 χριστιανικές εκκλησίες περίπου. Μικροί και μεγάλοι ναοί είχαν ωραίες τοιχογραφίες, αγιογραφίες και διακόσμηση, μωσαϊκά και καλλιτεχνικές μικρογραφίες. Πολλά από τα εικονογραφημένα χειρόγραφα ποντιακής τέχνης σώζονται στο Άγιο Όρος, σε διάφορα ελληνικά και ξένα μουσεία, και ιδιαίτερα στο Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών και στο Μουσείο Μπενάκη. Η μικρογραφική τέχνη ιδιαίτερα στον Πόντο, έφτασε κατά το 14ο αιώνα σε τέτοια ακμή, ώστε ο ξένος μελετητής Strzygowski να τη συγκρίνει με τη μικρογραφική τέχνη των μαθητών της σχολής του Giotto στην Ιταλία, και μάλιστα να τη βρίσκει και ανώτερη.

Τα μοναστήρια του Πόντου εξάλλου τον 13ο και 14ο αιώνα ήταν σχολεία σοφίας. Εκεί καλλιεργούνταν τα μαθηματικά και η αστρονομία, γιατί η εκκλησία θεωρούσε τις επιστήμες αυτές, πριν ακόμη από την αναγέννηση στη Δύση, βοηθητικές στη θεολογία και τη φιλοσοφία.

Άραβες γεωγράφοι ακόμη από το 10ο αιώνα όπως ο Μασουντί και ο Ισταχρί, αναφέρουν την Τραπεζούντα ως ένα από τα μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα της Ανατολής.

Οι Έλληνες του Πόντου κάτω από τον τουρκικό ζυγό 1461-1924

Η άλωση της Τραπεζούντας από τους Τούρκους σήμανε βέβαια για τον Ελληνισμό του Πόντου το τέλος της πολιτικής ελευθερίας και ανεξαρτησίας του, αλλά όχι και της εθνικής του συνείδησης. Η τελευταία δε χάθηκε, δεν έσβησε, γι αυτό και ο Ποντιακός Ελληνισμός δεν εξαφανίστηκε, όπως συνέβη με δεκάδες φυλές και εθνότητες της Μικρασίας που τούρκεψαν, που εξισλαμίσθηκαν και έλειψαν για πάντα από το πρόσωπο της ιστορίας. Οι Έλληνες του Πόντου συντηρώντας τη λαϊκή και λόγια παράδοσή τους, μόλο που είχαν χάσει την εθνική τους ανεξαρτησία, συνέχισαν να διατηρούν, κάτω από την οθωμανική κατάκτηση τη συνείδηση της ελληνικότητάς τους.

Διατήρησαν τη γλώσσα και τη θρησκεία τους: Στον ανατολικό και στον κεντρικό Πόντο, ιδίως στον παραλιακό, φύλαξαν στη μεγάλη πλειοψηφία τους, την ορθόδοξη πίστη τους. Τη διαφύλαξαν είτε κατά το πλείστον, θαρραλέα και φανερά, είτε σε μικρή σχετικά κλίμακα, στα κρυφά, με την προσποίηση του διπλού θρησκευτικού προσώπου. Το δεύτερο το έκαναν σε δύσκολες καταστάσεις και περιόδους, οπότε στα φανερά παρίσταναν το μουσουλμάνο, ενώ στα κρυφά παρέμεναν χριστιανοί.

Κι αυτό το πετύχαιναν έχοντας δύο ονόματα: ένα μουσουλμανικό (ψεύτικο), κι ένα χριστιανικό (το βαφτιστικό τους) κρυφά. Επίσης βαφτίζονταν, παντρεύονταν και κηδεύονταν, με δύο τελετές: μια φανερή, μουσουλμανική, και μια χριστιανική, κρυφή. Κι αυτό για δύο και παραπάνω αιώνες, διατηρώντας κρυφές εκκλησίες, κρυφά εικονίσματα, μυστικούς παπάδες και κρυμμένα ευαγγέλια. Ώσπου κάποτε όταν ήρθαν πιο ελεύθεροι καιροί, φανερώθηκαν ομαδικά. Οι κρυπτοχριστιανοί, όπως ονομάστηκαν, πήραν τότε το όνομα "κλωστοί", επειδή θεωρήθηκε από τους Τούρκους ότι άλλαξαν πίστη και από μωαμεθανοί έγιναν χριστιανοί, ενώ ποτέ δεν υπήρξαν πραγματικοί μουσουλμάνοι.

Στο δυτικό Πόντο, ένα μεγάλο μέρος του Ελληνισμού δεν άντεξε στη βία και την καταπίεση και εξαφανίσθηκε για πάντα από τον κορμό του Έθνους, εκτός από μερικές νησίδες στις πόλεις και τα μεγάλα χωριά. Έτσι, οι μεγάλοι πληθυσμοί που σώθηκαν ήταν αυτοί του ανατολικού Πόντου. Κι αυτό γιατί συγκεντρώθηκαν γύρω από τα μεγάλα μοναστήρια, όπως της Παναγίας Σουμελά, του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα και του Αγίου Ιωάννη Βαζελών, και κυρίως γύρω από τα μεγάλα μεταλλεία, όπως της Αργυρούπολης και της Νικόπολης, στα οποία ο Σουλτάνος έδωσε ειδικά προνόμια για να μπορούν να χρησιμοποιούνται οι μοναδικοί και αναντικατάστατοι Πόντιοι μεταλλουργοί.

Γενικά ο ελληνισμός του Πόντου διατήρησε τις παραδόσεις του, τους θρύλους του, τα παραμύθια του, τα τραγούδια του, τους χορούς του, τα ήθη και τα έθιμά του. Διατήρησε την έφεση για μάθηση και παιδεία, ιδρύοντας σχολεία και γυμνάσια, διατήρησε την κοινοτική του αυτοδιοίκηση. Όλα αυτά, μαζί με τα διάφορα προνόμια που παραχώρησαν οι κατά καιρούς Σουλτάνοι, επέτρεψαν στον ελληνισμό του Πόντου να επιβιώσει και να προοδεύσει.

Συγκεκριμένα όπως ο Πατριάρχης, έτσι και οι κατά καιρούς Μητροπολίτες αναγνωρίσθηκαν από τους Τούρκους, από τα πρώτα κιόλας χρόνια έπειτα από την άλωση της Τραπεζούντας ως εθνάρχες, με την έννοια αρχηγών θρησκευτικού έθνους, του Έθνους των Ρούμ ή Ρωμαίων, όπως ονομάζονταν όλοι οι ορθόδοξοι χριστιανοί στην Ανατολή.

Έτσι μετά την κατάλυση του ελληνικού κράτους της Τραπεζούντας, απέμεινε να συγκρατεί και να διατηρεί την ελπίδα για την εθνική επιβίωση και την ενότητα των ορθοδόξων η θρησκεία.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, τη θρησκευτική και κοινοτική οργάνωση, που υπήρχε επί Βυζαντίου την αναγνώρισε ο Μωάμεθ Β' προσθέτοντας μάλιστα περισσότερα προνόμια και δικαιώματα στην εκκλησία. Κι αυτά τα προνόμια και τα δικαιώματα δεν τα έδωσε ο Πορθητής από μεγαλοψυχία ή από ευλάβεια όπως μας εξηγεί ο ιστορικός Φραντζής, αλλά για να κατοικήσουν μέσα στις ερημωμένες από τον πόλεμο πόλεις.

Έτσι η ορθόδοξη εκκλησία με την οργάνωσή της έγινε κράτος εν κράτει, και μάλιστα με την ανοχή του Σουλτάνου. Τα προνόμια της εκκλησιαστικής αυτονομίας επέτρεπαν στους ιεράρχες και στα μέλη της εκκλησίας, την απόλυτη ελευθερία στη διοργάνωση του πολιτεύματός της, στη διοίκηση και την ανεξέλεγκτη διαχείριση της εκκλησιαστικής περιουσίας. Τα προνόμια της θρησκευτικής αυτονομίας επέτρεπαν στην εκκλησία την πλήρη ελευθερία στην άσκηση της λατρείας και της σχετικής μ' αυτή φιλανθρωπίας. Επίσης επέτρεπαν την ελεύθερη χρήση και καλλιέργεια της γλώσσας και της παιδείας, καθώς και τη δικαστική αυτονομία. Οι κατά τόπους Μητροπολίτες, όπως συνέβαινε και με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, είχαν το δικαίωμα να δικάζουν τις προσωπικές υποθέσεις των ομοεθνών τους, όσες σχετίζονταν με το γάμο, τα διαζύγια, τη διατροφή, την προίκα, την κληρονομιά, αλλά και να ερμηνεύουν το θρησκευτικό νόμο που τα ρύθμιζε όλα αυτά. Και ο οποίος νόμος ήταν το Βυζαντινό Δίκαιο. Απ' την άλλη πλευρά οι χριστιανοί σύμφωνα με την παράδοση που κληρονόμησαν από το Βυζάντιο, αναφέρονταν στους αρχιερείς για όλες τις υποθέσεις του ενοχικού δικαίου, ακόμα και του ποινικού. Τέλος, η εκκλησία είχε το δικαίωμα και της φυλάκισης του ενόχου, γι αυτό μέσα σε κάθε Μητρόπολη υπήρχαν και φυλακές. Και συνέβαινε και τούτο το παράδοξο. Όσοι χριστιανοί φοβόταν τη δικαιοσύνη του εκκλησιαστικού δικαστηρίου και προσέφευγαν στον Τούρκο Καδή και στα "πολιτικά" ή δημόσια δικαστήρια των Τούρκων, τιμωρούνταν από την εκκλησία με "εξωεκκλησιασμό", δηλαδή με αποκλεισμό από την εκκλησία. Κάποτε συνέβαινε και το πλέον παράδοξο: μουσουλμάνοι και Αρμένιοι της Τραπεζούντας όταν είχαν διαφορές με χριστιανούς, προσέφευγαν στο ορθόδοξο εκκλησιαστικό δικαστήριο της Μητρόπολης και όχι στο Τουρκικό πολιτικό, και συμμορφώνονταν με τις αποφάσεις του.

Ως εφετείο και Άρειος Πάγος για τις υποθέσεις που είχαν δικαστεί στις Μητροπόλεις, χρησιμοποιούνταν το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο ήταν και το κέντρο κάθε κίνησης και ζωής του υπόδουλου ελληνισμού.

Αλλά, και η κοινοτική αυτοδιοίκηση έπαιξε τον εθνικό συσπειρωτικό ρόλο της. Γιατί, όπως τον καιρό του Βυζαντίου έτσι και στην Τουρκοκρατία, τα χωριά της κάθε εκκλησιαστικής επαρχίας, οι κωμοπόλεις και οι πόλεις, είχαν τους προϊσταμένους τους, τους "πρωτόγερους" ή "δημογέροντες". Είχαν τα συμβούλια της δημογεροντίας που τα αποτελούσαν ο μουχτάρης (πρόεδρος του χωριού) και οι σύμβουλοι (αζάδες), οι οποίοι όλοι είναι αιρετά πρόσωπα. Εξάλλου, οι "χωρίτες" πλήρωναν τους φόρους είτε αμέσως στο δημόσιο εισπράκτορα, είτε το πιο συχνά, με τη μεσολάβηση των δημογερόντων.

Για τα εκκλησιαστικά και εκπαιδευτικά πράγματα της κοινότητας κάθε χωριού, υπεύθυνος ήταν ο επίτροπος της εκκλησίας, οι έφοροι του σχολείου και ο παπάς, οι οποίοι ενισχύονταν και από τους δημογέροντες. Και αυτοί όλοι ήταν επίσης αιρετοί. Ανώτατος άρχοντας και εδώ ήταν ο Μητροπολίτης της επαρχίας, ο οποίος και έκανε έλεγχο, έδινε οδηγίες και συμβίβαζε τις διαφορές επί τόπου, κάνοντας ετήσιες περιοδείες στα χωριά.

Είναι τελικά τόσο μεγάλη και μακραίωνη η ιστορία αυτού του τόπου και του λαού, ώστε δε φτάνουν πολλές σελίδες για να καταγραφεί. Σ' αυτήν την παρουσίαση επιχειρήσαμε μια συνοπτική αναφορά, μιας και η "επίσημη" ιστορία της πατρίδας μας, αρνείται πεισματικά να μας δώσει τις ελάχιστες πληροφορίες, εξυπηρετώντας άραγε πιο απατηλό όνειρο ελληνοτουρκικής φιλίας.

pontos.gr

Η Αυτοκρατορία Τραπεζούντας



Με την κατάλυση του βυζαντινού κράτους από τους σταυροφόρους (1204) οι αδελφοί Αλέξιος και Δαβίδ, απόγονοι της αυτοκρατορικής δυναστείας των Κομνηνών, ίδρυσαν στην περιοχή του Πόντου ανεξάρτητο βασίλειο, γνωστό και ως «Αυτοκρατορία των Μεγάλων Κομνηνών». Στα 257 χρόνια της, ο Πόντος γνώρισε μεγάλη οικονομική ευμάρεια και πολιτιστική ακμή.

Το λιμάνι της Τραπεζούντας αναπτύχθηκε σε κέντρο εμπορίου, όπου έδρευαν προξενεία Γενουατών, Μασσαλιωτών, Βενετών, κ.ά. Οι τελωνειακοί φόροι και η παραγωγή μεταλλευμάτων εξασφάλιζαν την οικονομική ευρωστία του κράτους.

Οι Μεγαλοκομνηνοί ενδιαφέρθηκαν ιδιαίτερα για την καλλιέργεια των γραμμάτων και των τεχνών. Οι μονές του Πόντου έγιναν κέντρα πολιτιστικής ανάπτυξης, που προσέλκυσαν πολλούς λόγιους της πρώην Βασιλεύουσας. Πόντιοι λόγιοι όπως ο χρονικογράφος Μιχαήλ Πανάρετος, ο μαθηματικός και αστρονόμος Γρηγόριος Χιονιάδης και οι θεολόγοι Βησσαρίων, Γεώργιος Τραπεζούντιος και Γεώργιος Αμιρούτζης διέπρεψαν στις επιστήμες. Οι θαυμάσιες τοιχογραφίες και τα χειρόγραφα που σώζονται μαρτυρούν την ιδιαίτερη ανάπτυξη της ζωγραφικής, ενώ σπουδαία κτίσματα, εκκλησίες, μονές, ανάκτορα και δημόσια κτίρια δείχνουν τη λαμπρότητα της εποχής.

Με σύμβολο τον μονοκέφαλο αετό και προστάτη τον Άγιο Ευγένιο, πολιούχο Τραπεζούντας, οι Μεγαλοκομνηνοί διατήρησαν την αυτοκρατορία τους ως το 1461, οκτώ χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, οπότε υπέκυψε και ο Πόντος στους Οθωμανούς.

Η Δυναστεία των Μεγάλων Κομνηνών

Αλέξιος Α΄
Ανδρόνικος Α΄Γίδων
Ιωάννης Α΄Αξούχος
Μανουήλ Α΄
Ανδρόνικος Β΄
Γεώργιος
Ιωάννης Β΄
Θεοδώρα
Ιωάννης Β΄
Αλέξιος Β΄
Ανδρόνικος Γ΄
Μανουήλ Β΄
Βασίλειος
Ειρήνη Παλαιολογίνα
Άννα Αζαχουτλού
Μιχαήλ
Ιωάννης Γ΄
Μιχαήλ
Αλέξιος Γ΄
Μανουήλ Γ΄
Αλέξιος Δ΄
Ιωάννης Δ΄
Δαβίδ

Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΚΟΜΝΗΝΩΝ ΚΑΙ Η ΣΗ

ΜΑΣΙΑ ΤΟΥ

Ιδρυτές της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντα

ς ήταν δύο βυζαντινόπουλα, οι Κομνηνοί Αλέξιος και Δαβίδ. Αυτοί ήταν παιδιά του σεβαστοκράτορα Μανουήλ, γιου του Ανδρόνικου του Α, ο οποίος σκοτώθηκε μαζί με τον πατέρα του κατά την εξέγερση του 1185. Ο Αλέξιος που γεννήθηκε το 1182 και ο Δαβίδ ένα ή δυο χρόνια νωρίτερα, απομακρύνθηκαν από την επαναστατημένη πρωτεύουσα και το 1185 στάλθηκαν στην αυλή της θείας τους, βασίλισσας των Ιβήρων (Γεωργίας) Θάμαρ (1184-1212).
Τον Απρίλιο του 1204, όταν οι Φράγκοι της Δ Σταυροφορίας κυρίευσαν την Κωνσταντινούπολη και κατέλυσαν το βυζαντινό κράτος, οι δύο νεαροί Κομνηνοί, με τη βοήθεια της θείας τους και των Γεωργιανών στρατιωτών, καθώς και τη συνεργασία των Σχολάριων αρχόντων που έφυγαν από την Κωνσταντινούπολη και των ντόπιων Πόντιων τιμαριούχων και στρατιωτικών αριστοκρατών, κατέλαβαν την Τραπεζούντα και ίδρυσαν το μεσαιωνικό κράτος του Πόντου. Οι αυτοκράτορες του κράτους αυτού, οι Μεγάλοι Κομνηνοί, όπως ονομάστηκαν από την αρχή ακόμα της βασιλείας τους, αισθάνονταν σαν Ελληνες και συνεχιστές του βυζαντινού κράτους.
Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι για καιρό είχαν τον τίτλο << πιστός βασιλεύς και αυτοκράτωρ Ρωμαίων >>. Μόνο αργότερα, ο Μιχαήλ Η’ ο Παλαιολόγος (1261-1282), ανασυσταίνοντας τη βυζαντινή αυτοκρατορία το 1261, ζήτησε από τους αυτοκράτορες της Τραπεζούντας να σταματήσουν να χρησιμοποιούν την προσηγορία αυτή, που ανήκε αποκλειστικά στους βασιλιάδες της Κωνσταντινούπολης. Τότε, κατά πάσα πιθανότητα, εγκαινιάστηκε από τους Κομνηνούς της Τραπεζούντας ο νέος τίτλος << πιστός βασιλεύς και αυτοκράτωρ πάσης Ανατολής, Ιβήρων και Περατείας >>. Ιβηρία λεγόταν η χώρα των Ιβήρων, η σημερινή Γεωργία, και Περατεία η σημερινή Κριμαία.
Πρέπει να σημειώσουμε ότι με την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους το 1204 και την πολυδιάσπαση της βυζαντινής αυτοκρατορίας σε μικρά κρατίδια, ανέβηκε για ένα διάστημα στην εξουσία της Αμισού (Σαμψούντας) ένας απόγονος των Γαβράδων, τιμαριωτών του Πόντου, ο Θεόδωρος Γαβράς.
Οι Μεγάλοι Κομνηνοί της Τραπεζούντας είχαν για έμβλημά τους το μονοκέφαλο αετό, σε διαστολή με το δικέφαλο της αυτοκρατορίας της Κωνσταντινούπολης.


Αλλά και οι τέχνες και οι επιστήμες, και ο πολιτισμός γενικά, άνθησαν στον Πόντο την περίοδο της βασιλείας των Μεγάλων Κομνηνών. Αξιόλογη είναι η αρχιτεκτονική που αναπτύχθηκε στις διάφορες πόλεις, και ιδιαίτερα στην Τραπεζούντα, με το χτίσιμο πολλών φρουρίων, εκκλησιών, δημόσιων χτιρίων και ανακτόρων. Οσο για τις επιστήμες, μεγάλη ανάπτυξη παρουσίασαν η αστρονομία, η φυσική και τα μαθηματικά. Στη σχολή της Τραπεζούντας των θετικών επιστημών σπούδαζαν μαθητές που έρχονταν ακόμα και από την Κωνσταντινούπολη, όπως και από την Αρμενία. Η ζωγραφική πάλι έφτασε σε μεγάλη ακμή, όπως δείχνουν ιδιαίτερα οι τοιχογραφίες στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας Τραπεζούντας, η οποία αποτελούσε μικρογραφία της Αγίας Σοφίας της Κωνσταντινούπολης. Σπουδαίας τέχνης ήταν και οι εικονογραφήσες των ευαγγελίων και των χειρογράφων (δημόσιων, εκκλησιαστικών και αυτοκρατορικών).
Επίσης, αναφέρεται ότι την εποχή των Μεγάλων Κομνηνών χτίστηκαν στον Πόντο 3.000 περίπου χριστιανικές εκκλησίες. Μικροί και μεγάλοι ναοί είχαν ωραίες τοιχογραφίες, αγιογραφίες και διακόσμηση, μωσαϊκά και καλλιτεχνικές μικρογραφίες , που συνέχιζαν αδιάπτωτα τη βυζαντινή παράδοση. Πολλά εικονογραφημένα χειρόγραφα σε εκκλησίες και μοναστήρια είναι σωστά αριστουργήματα, ποντιακής τέχνης, και σώζονται ακόμα και σήμερα στο Αγιο Ορος και σε διάφορα ελληνικά και ξένα μουσεία, ιδιαίτερα στο Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών και στο Μουσείο Μπενάκη.
Η μικρογραφική τέχνη, ιδιαίτερα στον Πόντο , έφτασε κατά τον 14ο αιώνα σε τέτοια ακμή, ώστε ο ξένος μελετητής Strzygowski να τη συγκρίνει με τη μικρογραφική τέχνη των μαθητών της σχολής του Giotto(Τζιόττο) στην Ιταλία, κα μάλιστα να τη βρίσκει και ανώτερη. Η ακμή τούτη της μικρογραφίας παρουσιάστηκε, όταν όλο το ποντιακό κράτος των Κομνηνών βρισκόταν σε πλήρη άνθηση και το λάμπρυναν όχι μόνο οι επιστήμες αλλά και οι τέχνες, κάθε κατηγορίας, και ο πολιτισμός γενικά. Ανάμεσα στις τέχνες, ξεχωριστή θέση κατείχαν η ψηφιδογραφία, η ζωγραφική των ναών και των ιερών βιβλίων, των ευαγγελίων και των χρυσοβούλων, αλλά και των λαϊκών χειρογράφων, όπως ενός περίφημου που σώθηκε στο μοναστήρι του Αγίου Ευγενιου στην Τραπεζούντα. Σαν σπουδαίο στοιχείο της αγιογραφικής τέχνης στον Πόντο πρέπει να θεωρηθεί και η εικόνα της Παναγίας Σουμελά, άσχετα αν ο θρύλος τη θεωρεί << αχειροποίητη>> ή δημιούργημα του ευαγγελιστή Λουκά.
Τα μοναστήρια του Πόντου, εξάλλου, τον 13ο και 14ο αιώνα ήταν σχολεία σοφίας.
Εκεί καλλιεργούσαν τα μαθηματικά και την αστρονομία, γιατί η Εκκλησία θεωρούσε τις επιστήμες αυτές, πριν ακόμα από την Αναγέννηση στη Δύση, βοηθητικές στη θεολογία και τη φιλοσοφία. Κληρικοί και κοσμικοί, λοιπόν, διαλεχτά τέκνα του Πόντου, καλλιέργησαν της επιστήμες και διατήρησαν την ελληνική παιδεία, την τέχνη και τον πολιτισμό.
Μεγάλη, λοιπόν, η σημασία του ποντιακού κράτους της Τραπεζούντας για τη διατήρηση και ακτινοβολία της ορθοδοξίας και του ελληνικού πολιτισμού στην περιοχή της βορειοανατολικής Μικρασίας. Και τα δύο αυτά εθνικά στοιχεία, προφυλάχτηκαν αρχικά απέναντι στη φράγκικη πλημμυρίδα των Σταυροφόρων και , κατοπινά, απέναντι στη σελτζουκική και τουρκική επέκταση και αφομοίωση.
Ο ιστορικός Joinville, που έγραψε το 1305 την ιστορία του Λουδοβίκου του Αγίου, δίκαια ονομάζει την Τραπεζούντα <<η βαθιά Ελλάδα>>, ενώ ο βυζαντινός ιστορικός Λαόνικος Χαλκοκονδύλης , το 15ο αιώνα, αναφέρεται με θαυμασμό στην αυτοκρατορία της Τραπεζούντας αποκαλώντας την <<ηγεμονία Ελλήνων και εις τα ήθη και οίαιταν τετραμμένη Ελλήνων>>.

Sunday, March 22, 2009

Turk-le-sh-tir-e-me-dik-ler-im-iz-den-mi-sin-iz?

0014__

ΕΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΟΙ:
Μια ενδιαφέρουσα συνάντηση

Turk-le-sh-tir-e-me-dik-ler-im-iz-den-mi-sin-iz?[1]

του Βλάση Αγτζίδη[2]

Μέχρι σήμερα δεν έχει π ροσδιοριστεί με ακρίβεια ο χρόνος εμφάνισης των Τούρκων στο προσκήνιο της ιστορίας. Γενέθλιος χώρος των πρώτων τουρκικών ομάδων είναι η ανατολική περιοχή της ευρασιατικής ζώνης, στα δάση της Σιβηρίας. Πιθανότατα, η πρώτη περιοχή που εμφανίστηκαν οι Τούρκοι να είναι η Ματζουρία. Κατά την πρώτη χιλιετία π.χ. άρχισε η εξάπλωσή τους στην Άνω Ασία, για να μετατραπούν από ανθρώπους των δασών σε ανθρώπους της στέπας. Ένα από τα πρώτα ονόματα με τα οποία εμφανίζονται είναι Χιόνγκ-νου. Οι Χιόνγκ-νου, οι οποίοι αποτελούσαν τους βάρβαρους που πολιορκούσαν την Κίνα από το Βορρά, φαίνεται ότι περιλάμβαναν στους κόλπους τους και αρκετές άλλες φυλές. Στην προέλασή τους προς τα δυτικά συγκρούονται με με τους Γιουέ-τσε, τους οποίους διώχνουν από το Κανσού μεταξύ 177 και 165 π.χ. Οι Γιουέ-τσε, οι οποίοι πιθανόν να ταυτίζοnται με τους Τοχάρους, εκδιώκονται και εξαναγκάζονται σε μετανάστευση. Έτσι έχουμε την πρώτη μεγάλη ιστορική μετανάστευση ενός λαού.

Βακτριανή: Η πρώτη συνάντηση Ελλήνων και Τούρκων

Οι Γιουέ-τσε, οι οποίοι εκδιώχθηκαν από τους Χιόνγκ-νου φτάνουν στη Φεργκανά του σημερινού Ουζμπεκιστάν, στη συνέχεια στη Σογδιανή και καταλήγουν στη Βακτριανή, όπου καταστρέφουν το διάσημο ελληνικό βασίλειο που ίδρυσαν οι επίγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Αυτή ήταν και η πρώτη επώδυνη συνέπεια επί του ελληνικού κόσμου, του γεγονότος της ύπαρξης των τουρκικών ομάδων.

Ο χώρος του Αλτάϊ θα μετατραπεί σε βάση για την εξόρμηση των τουρκόφωνων ομάδων. Βαθμιαία οι τουρκικές ομάδες, οι οποίες βεβαίως ανήκουν στην κίτρινη φυλή, καταλαμβάνουν


thraki-turk

το χώρο του Τουρκεστάν εκδιώκοντας “ινδοευρωπαϊκές” ομάδες που ήταν εγκατεστημένες εκεί. Η συνάντηση με τον πολιτισμένο κόσμο αρχίζει στη Σογδιανή και στη Σαμαρκάνδη, όπου καταστρέφουν στην αρχή το μεγάλο ιρανικό πολιτισμό που είχε δημιουργηθεί και εκτουρκίζουν στη συνέχεια το χώρο. Αυτές οι πρωταρχικές ιστορικές συνθήκες διαμόρφωσαν αυτό που αργότερα χαρακτηρίστηκε ως “τουρκικός χαρακτήρας”. Όλες οι τουρκικές ομάδες που πέρασαν από την ιστορία διακρίνονταν για τα ίδια πράγματα. Ο Jean-Paul Roux, γράφοντας από μια φιλική, έως και υμνητική σκοπιά, την ιστορία των Τούρκων, επισημαίνει: “Η περιπέτεια (της περιπλάνησης στην ιστορία των Τούρκων) είναι φτιαγμένη από καλπασμούς αλόγων, από βιασμούς κοριτσιών, από πόλεις που καίγονται, από κρανία που σχηματίζουν ολόκληρα βουνά. Είναι φτιαγμένη από βία και αίμα. …Για το Ισλάμ, οι Τούρκοι υπήρξαν στην αρχή η ρομφαία του, αλλά αργότερα η ασπίδα. Μισθοφόροι εδώ, αρχηγοί μισθοφόρων εκεί, χτυπιούνται. Οι αντίπαλοί τους; Όλος ο κόσμος. Όλοι οι λαοί με τη σειρά, από τους πιο κοντινούς, ως τους πιο μακρυνούς. Όσο για τους άμεσους γείτονές τους; Τους θεωρούν πάντοτε κληρονομικούς εχθρούς! Υπάρχουν, βέβαια, και κάποιες ειρηνικές περίοδοι, ευεργετικές και υπέροχες, αλλά αυτό συμβαίνει συνήθως ανάμεσα σε δυο σφαγές. Οι Τούρκοι έχουν ιμπεριαλιστικές τάσεις να καταχτούν, να κυριαρχούν…”

Η πλέον φημισμένη τουρκική ομάδα, υπήρξε αυτή των Ούνων. Οι Ούνοι με αρχηγό τον Αττίλα, τη Μάστιγα του Θεού, όπως αποκλήθηκε, σπέρνουν τον όλεθρο στην Ευρώπη. Ο ελληνικός κόσμος δε γλύτωσε από τη Μάστιγα. Τα χρόνια 444-447 μ.χ. οι Ούννοι μετατρέπουν τη Μακεδονία και τη Θράκη σε έρημη περιοχή. Μετά το θάνατο του Αττίλα ο γιος του θα επιχειρήσει μια αποτυχημένη εκστρατεία κατά των Ελλήνων του Βυζαντίου.

Εκατό χρόνια αργότερα θα εμφανιστεί για πρώτη φορά το όνομα “Τούρκος”. Ένας ιδιαίτερος κλάδος των Χιόνγκ-νου ήταν οι Του-κυέ, όπως τους αναφέρουν οι Κινέζοι. Κάτω από τη λέξη “Του-κυέ” κρύβεται η λέξη “τουρούκ”, δηλαδή “τούρκος”. Οι εξάπλωση των Τουρούκ δυτικά, αρχίζει με τη χρησιμοποίησή τους ως μισθοφόρων από τους Ιρανούς. Αντίστοιχες υπηρεσίες προσφέρουν και στους Έλληνες και έτσι βαθμιαία διεισδύουν στον ελληνικό κόσμο. Η πρώτη “ελληνοτουρκική προσέγγιση” έγινε το 567 μ.χ. Βασίστηκε στις κοινές φιλοδοξίες των Τουρούκ και των Ελλήνων, που ανταγωνίζονταν τους Ιρανούς. Η συμμαχία Ελλήνων και Τουρούκ επιτρέπει στους δεύτερους να επιτεθούν στο Ιράν και να καταλάβουν το Τοχαρεστάν.

Από κει και πέρα, οι Έλληνες θα έρχονται ολοένα και συχνότερα σε επαφή με διάφορες τουρκικές ομάδες. Οι Χαζάροι, οι Ογούζοι, οι Πετσενέγκοι, οι Κιπτσάτκοι, οι Τάταροι, οι Σελτζούκοι και τέλος οι Οθωμανοί θα έχουν ολοένα και ευρύτερη παρουσία στη γεωγραφική περιφέρεια που καλύπτει ο ελληνικός κόσμος.

Η κυριαρχία των Τούρκων

Οι Τούρκοι εμφανίστηκαν στο χώρο της ευρύτερης Μέσης Ανατολής, κυρίως ως μισθοφόροι των Ιρανών. Η τεράστια πολιτική ισχύς που απέκτησαν κατά τον 9ο αιώνα, συνοδεύτηκε από τον εξισλαμισμό τους. Η σύγκρουση του Ιράν με το Τουράν θα χαρακτηρίσει εκείνη την περίοδο. Οι Ιρανοί τους αντιμετώπιζαν ως “κίτρινο κίνδυνο”. Το 1055 οι Τούρκοι κατέλαβαν τη Βαγδάτη, την έδρα του Χαλιφάτου και πρωτεύουσα του μουσουλμανικού κόσμου και ανακηρύχθηκαν πολεμιστές του Ισλάμ. Εφεξής θα συγκρούονται οι δύο μεγάλες θρησκείες, ο Χριστιανισμός και το Ισλάμ, με εκπροσώπους δύο έθνη, τους Έλληνες και τους Τούρκους. Ο δρόμος των Τούρκων για τη διεκδίκηση του ελληνικού κόσμου είχε ανοίξει.

Το 1071 τα ελληνικά στρατεύματα νικήθηκαν στο Ματζικέρτ. Ο Άλπ Αρσλάν συνέλαβε αιχμαλωτο το Ρωμανό Δ’ Διογένη. Το μεγαλύτερο μέρος της Μικράς Ασίας, ειδικά το έρημο υψίπεδο, σύντομα περιήλθε στα χέρια των Τούρκων. Οι κήρυκες του Ισλάμ, οι γαζήδες, και οι νέοι προσήλυτοι θα έχουν ως στόχο την επικράτεια των απίστων. Η νέα θρησκεία του Ισλάμ ευνοεί την επικράτηση των ολιγάριθμων τουρκικών ομάδων πάνω σε αλλογενείς πληθυσμούς. Σ’ αυτό συντελούν και άλλοι παράγοντες όπως η πολυδιάσπαση των Ελλήνων σε ανταγωνιζόμενα κρατίδια και η προσφορά στρατιωτικών υπηρεσιών από βυζαντινούς στρατηγούς σε Τούρκους. Η συγκεντρωτική πολιτική των Βυζαντινών αυτοκρατόρων αύξησε τα προβλήματα.

Το 1081 ιδρύθηκε το Βασίλειο του Ρούμ στη Νίκαια της Βιθυνίας και τρία χρόνια αργότερα στο Ικόνιο. Το όνομα του πρώτου τουρκικού βασιλείου στη Μικρά Ασία σήμαινε ότι η χώρα κατοικούνταν από Έλληνες. Επιπλέον οι Σελτζούκοι, τη μεγαλύτερη διοικητική περιφέρεια του κράτους τους την ονόμαζαν Βιλαγέτ-ι Γιουνανί, δηλαδή “Ελληνική Επαρχία”, ή “Ελλάδα”, όπως σχολιάζει ο Νεοκλής Σαρρής.

dsc04465

Το 13ο αιώνα, ο τουρκικός πληθυσμός αντιπροσώπευε το 10% του συνολικού πληθυσμού της Μικράς Ασίας. Η αύξηση του τουρκικού ποσοστού στη συνέχεια ήταν αποτέλεσμα των μαζικών εξισλαμισμών. Ο σύγχρονος ιστορικός της μεσαιωνικής Μικράς Ασίας Κλοντ Κάχεν, εκτιμά ότι ο συνολικός πληθυσμός των Τούρκων που εισέβαλαν στον ελληνικό χώρο ήταν διακόσιες έως τριακόσιες χιλιάδες. Ο ντόπιος πληθυσμός, ελληνικός στο μεγαλύτερο μέρος του, ανερχόταν σε οκτώ, περίπου, εκατομμύρια.

Την ίδια περίοδο στον κυρίως βυζαντινό χώρο επικρατεί μια κατάσταση που ευνοεί στην μείωση της αντίστασης στην αρχόμενη τουρκική διείσδυση. Οι αδικίες και οι καταχρήσεις από την κρατική γραφειοκρατία, η διεφθαρμένη εσωτερική διοίκηση, η άνιση κατανομή της γης μειώνει την αντίσταση των πληθυσμών των συνόρων προς τους “Σαρακηνούς”. Τάσεις αποδοχής των νέων κυρίαρχων εμφανίζουν και οι μονοφυσιτικοί πληθυσμοί της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, όπως οι Αρμένιοι και οι Ασύριοι.

Το μοιραίο έτος για τους Έλληνες, υπήρξε το 1204 μ.χ., όταν οι σταυροφόροι κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη. Η παράλληλη εμφάνιση του Τσέγγις Χαν ανατολικά, που συντρίβει τα τουρκικά βασίλεια, απομακρύνει την ημερομηνία της τελικής ήττας. Οι Οθωμανοί εισβάλλουν στον ελληνικό χώρο τον 13ο αιώνα, για να αποφύγουν την μογγολική προέλαση. Πρώτος χώρος εγκατάστασής τους ήταν κοντά στο σημερινό Εσκισεχίρ, στα Βυζαντινοσελτζουκικά σύνορα.

Η Μικρά Ασία έγινε έδαφος άσκησης της προσηλυτιστικής πολιτικής των μουσουλμάνων ιεροκηρύκων. Από τον 14ο αιώνα συναντιούνται Ελληνες στους χώρους της νέας θρησκείας. Ο περιηγητής Ιμπντί Μπατούτα γράφει ότι συνάντησε στον ποταμό Κούμα κοντά στην πόλη Ματζάρ, το αναχωρητήριο του μουσουλμανικού τάγματος Αχμεδιέ στο οποίο όπως γράφει “διεβίουν σε κοινή ζωή Δερβίσες, Αραβες, Πέρσες, Τούρκοι και Ελληνες”. Ο εξισλαμισμός μέρους των Ελλήνων ανοίγει την δίοδο για να εισχωρήσουν στον ισλαμικό χώρο οι ελληνικές φιλοσοφικές δοξασίες. Ο Βλαδίμηρος Μιρμίρογλου στο κλασσικό έργο του “Οι Δερβίσσαι”, αναφέρει ότι οι νεοπλατωνικές απόψεις επηρέασαν έντονα κάποιες ισλαμικές αιρέσεις που ιδρύθηκαν από Ελληνες. Αναφέρει επίσης ότι οι Μπεκτασήδες προέρχονταν κατευθείαν από τους αιρετικούς Ευνομιανούς. Οι σοφιστικές απόψεις για παράδειγμα, εκφράζονται με τους “σούφι”, το θρησκευτικό τάγμα των δερβίσηδων. Ο δημιουργός του τάγματος, Τζελαλεδίν Ρουμί, γράφει ποιήματα στη δημώδη ελληνική γλώσσα της Καππαδοκίας, ενώ χρησιμοποιεί ελληνικές λέξεις για να εκφράσει ιδέες και συναισθήματα. Δημιουργεί επίσης την “μονή του Πλάτωνα”. Τα μελωδικά κείμενα των δερβίσηδων αποτελούν προσαρμογή των βυζαντινών μελωδιών στις νέες ανάγκες. Ο Ρουμί δεν εκτιμούσε καθόλου τους Τούρκους και μάλλον αυτό συνέβαινε και στην υπόλοιπη μουσουλμανική διανόηση εκείνης της εποχής. Έγραφε: “Για την οικοδόμηση πρέπει να προσλαμβάνονται Έλληνες εργάτες και για την κατεδάφιση Τούρκοι. Γιατί η δόμηση του κόσμου είναι ιδιότητα των Ελλήνων, ενώ η καταστροφή και το γκρέμισμα έχει ανατεθεί στους Τούρκους.” Αυτή η αντιμετώπιση, ειδικά του Μεβλανά Ρουμί, ο οποίος χαρακτηριζόταν και από ανεξίθρησκο λόγο, οδήγησε σημαντική μερίδα του χριστιανικού πληθυσμού, μαζί με τους ιερείς του, να ασπαστεί το ισλαμικό δόγμα.

Παράλληλα όμως, χάνεται τελείως η συναίσθηση του ανήκειν στην τουρκική ομάδα και κυριαρχεί το ανήκειν στο κυρίαρχο θρησκευτικό δόγμα. Έτσι, τα τουρκικά πολιτιστικά χαρακτηριστικά αρχίζουν να θεωρούνται υποδεέστερα. Η τάση αυτή θα κορυφωθεί κατά την οθωμανική περίοδο. Ο Νεοκλής Σαρρής στο βιβλίο του “Οσμανική πραγματικότητα”, αναφέρει ένα χαρακτηριστικό ποίημα του λαϊκού ποιητή Ασίκ πασά (1277-1331):

Την τουρκική γλώσσα κανείς δεν κοιτούσε,

μα ούτε κανείς τους Τούρκους συμπαθούσε,

κι οι Τούρκοι δεν ξέρουν τη γλώσσα εκείνη

σε τέρμα τρανό δρομάκι σβήνει.

Η οθωμανική εποχή

Το 1453 οι Οθωμανοί καταλαμβάνουν την Κωνσταντινούπολη, θέτοντας συμβολικά το τέλος του ελληνικού ορθόδοξου κόσμου. Το 1458 κατελήφθη η Αθήνα, το 1461 κατελύθη το τελευταίο ελληνικό κράτος, η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας και το 1475 το τελευταίο ελεύθερο ελληνικό έδαφος στην Ανατολική Κριμαία. Αργότερα εισήλθαν στο νέο οθωμανικό κόσμο οι ελληνικές περιοχές που βρίσκονταν υπό την ενετική κυριαρχία, όπως για παράδειγμα η Κρήτη. Ο Άραβας περιηγητής Ίμπν Μπατούτα, ένας από τους σημαντικότερους του Μεσαίωνα ονομάζει “Αλ Τουρκίγιε” την Ανατολία, εξηγώντας όμως παράλληλα ότι είναι η “χώρα των Ρουμί”, δηλαδή η χώρα των Ρωμιών, των Ελλήνων

Έτσι, ο οθωμανοί καλύπτουν τον παλιό ελληνικό κόσμο. Το ίδιο συμβαίνει και με τους θρησκευτικούς χώρους. Η επικράτηση των μουσουλμάνων στο χώρο της οθωμανικής αυτοκρατορίας, διαμορφώνει εντελώς νέες συνθήκες. Η προσηλυτιστική δράση των μουσουλμάνων ιεραποστόλων ευνοείται από την εξουσία εφ’ όσον ο εξισλαμισμός των γηγενών πληθυσμών μεγαλώνει την κοινωνική βάση των νέων κυρίαρχων. Το Κοράνι και η νομοθεσία που βασίζεται πάνω σ αυτό, εισάγει ένα νέο διαχωρισμό των εθνών: οι πιστοί και οι άπιστοι. Οσοι εξισλαμίζονται εντάσσονται αυτόματα στο κυρίαρχο έθνος. Αυτός είναι ένας βασικός λόγος για να αρχίσουν να αναπτύσσονται τάσεις ιδεολογικής μεταστροφής, τάσεις αποδοχής της νέας κυρίαρχης ιδεολογίας του Ισλάμ.

tourks_eortazoun_1453

Ο Μ. Ρικώ, γραμματέας του Βρετανού πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη, αναφέρει το 1670 ότι στον ισλαμικό κόσμο υπάρχει “μεγάλη ποικιλία γνωμών και απόψεων, ασυγκρίτως μεγαλυτέρα από τον χριστιανικό κόσμο”. Ο Ρικώ θεωρεί ότι η είσοδος νέων εθνών στο μουσουλμανικό χώρο δημιουργεί το κατάλληλο κλίμα. Γράφει: “Δεδομένου ότι την καλύτερη μερίδα των νέων εθνών αποτελούν οι Ελληνες και ότι δεν ικανοποιήθηκαν με τις ονειροπολήσεις του Κορανίου, αυτοί που άλλοτε υπήρξαν διδάσκαλοι των επιστημών από τις οποίες τους απόμεινε κάποια συγκεχυμένη γνώση, αφού πρόσθεσαν στη νέα τους θρησκεία παλιές παραδόσεις και κάποιες γνώμες αρχαίων φιλοσόφων, δημιούργησαν μέρος της ποικιλίας των γνωμών για τις οποίες μιλο­ύμε.”

Oι εξισλαμισμοί ελληνικών πληθυσμών δεν έγιναν μόνο με την πειθώ και τον προσηλυτισμό. Η βία υπήρξε μια από τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν. Είναι γνωστό το φαινόμενο του παιδομαζώματος κατά τις πρώτες φάσεις της τουρκικής επέκτασης και της υποχρεωτικής αλλαγής θρησκείας σε κάποιες ομάδες του πληθυσμού στις κατακτημένες περιοχές. Γνωρίζουμε ότι μετά την άλωση της Τραπεζούντας υποχρεώθηκαν σε εξισλαμισμό οι επιφανείς οικογένειες και πλήθος νέων. Με την οριστική άλωση της Κρήτης το 1669 χιλιάδες έντρομοι Κρητικοί εξισλαμίζονται. Με την έγκριση αρχικά του Πατριάρχη των Ιεροσολύμων περνούν σε μια κρυπτοχριστιανική κατάσταση για να γίνουν πιστοί του Ισλάμ μερικές γενιές αργότερα. Το φαινόμενο των εξισλαμισμών στην Κρήτη συνεχίζεται μέχρι τον 19ο αιώνα.

Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και στην Κύπρο όπου ο κρυπτοχριστιανισμός διατηρήθηκε μέχρι τον 19ο αιώνα. Στην Κύπρο τους Κρυπτοχριστιανούς τους ονόμαζαν “λινομπάμπακους”. Αρκετοί από αυτούς είχαν συνείδηση της ελληνικής τους καταγωγής και μερικοί επανήλθαν στην πίστη των πατέρων τους μετά την πολιτειακή αλλαγή του 1878 και την αντικατάσταση των Τούρκων κατακτητών από τους Βρεττανούς. Με την ανοχή των Αγγλων, οι οποίοι επεδίωκαν την εξασθένιση του ελληνικού στοιχείου, ακολουθήθηκε η πολιτική εκτουρκισμού των λινομπάμπακων. Ιδρύθηκαν τουρκικά σχολεία και τζαμιά. Δόθηκαν υποτροφίες σε νέους, οι οποίοι με την επάνοδο στα χωριά τους έγιναν κήρυκες του ισλαμισμού. Τελικά κατάφεραν να εκτουρκίσουν τον κύριο όγκο των λινομπάμπακων.

Το φαινόμενο των εξισλαμισμών είχε πάρει ιδιαίτερη έκταση και στον βαλκανικό κορμό της Ελλάδας. Στην κεντρική και δυτική Μακεδονία οι εξισλαμισμένοι Ελληνες έμειναν γνωστοί με το όνομα “Βαλαάδες”, από την μόνη τουρκική λέξη που γνώριζαν. Στην Ηπειρο αλλά και στην Πελοπόνησσο συναντούμε Ελληνες μουσουλμάνους. Ο ιστορικός Αριστος Καμπάνης περιδιάβηκε την Ηπειρο το 1915, δυόμισυ χρόνια μετά την απελευθέρωσή της. Γράφει: “Προκειμένου δε περί των Ιωαννίνων, της Πρεβέζης, της Φιλιππιάδος και της υπαίθρου χώρας πρέπει να λεχθεί ότι κατά τα εννέα τουλάχιστον δέκατα ειναι ελληνόγλωσσος. Οπως εις την Κρήτην, έτσι και εις τα Ιωάννινα και την Πρέβεζαν οι μουσουλμάνοι έχουν μητρικήν γλώσσαν την ελληνικήν. Δεν είναι λοιπόν Τούρκοι, είναι μουσουλμάνοι Ελληνες.”

Η ιθύνουσα τάξη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, διακρινόταν για το “μουσουλμανικό σνομπισμό” της σε σχέση με τους αυθεντικούς Τούρκους. Ένα από τα αποτελέσματα αυτής της διάθεσης, ήταν να είναι η οθωμανική γλώσσα πολύ απομακρυσμένη από τη γλώσσα που μιλούσαν οι τουρκόφωνες ομάδες του πληθυσμού, με βασικό χαρακτηριστικό της το πλήθος αραβοπερσικών λέξεων και δομών. Κατά την οθωμανική περίοδο υπήρχε περιφρόνηση της λέξης “Τούρκος”, με αποτέλεσμα κατά τον 19ο αιώνα να σημαίνει το “χωριάτη”, τον “‘αξεστο”.

Παράλληλα η λέξη “Τούρκος” αλλάζει σημασία. Αποβάλλει βαθμιαία τον εθνικό προσδιορισμό και αποκτά θρησκευτικό. “Τούρκος” σημαίνει πλέον μουσουλμάνος. Δημιουργήθηκε και αντίστοιχο ρήμα για να δηλώσω τον εξισλαμισμό, τη μεταστροφή προς το μουσουλμανικό δόγμα: “τουρκεύω“.

Έτσι λοιπόν, όσοι Έλληνες χριστιανοί εξισλαμίζονταν, τούρκευαν, ενσωματώνονταν κατευθείαν στην κυρίαρχη κοινωνική ομάδα. Κατ’ αρχάς απαλάσσονταν από την καταβολή του κεφαλικού φόρου που βάραινε τους “άπιστους”. Αντιθέτως, όσοι παρέμεναν πιστοί στην πατρογονική θρησκεία αντιμετωπίζονταν ως πολίτες δεύτερης κατηγορίες και υφίσταντο πλήθος διακρίσεων.

Η οθωμανική εξουσία επέτρεπε στις θρησκευτικές ομάδες να συγκροτούνται με βάση το θεσμό των μιλέτ. Έτσι στο ορθόδοξο μιλέτ, υπό την διεύθυνση του Οικουμενικού Πατριαρχείου εντάσσονταν όλοι οι ορθόδοξοι και όχι μόνον οι Έλληνες. Το σύστημα αυτό, που από αρκετούς θεωρείται ως απόδειξη του ανεκτικού χαρακτήρα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στην πραγματικότητα υπέθαλπε τη ρατσιστική διαίρεση με βάση το θρήσκευμα και η εφαρμογή του βασιζόταν στον τρόμο που προκαλούσε το καθεστώς στους πολίτες τους.

Η μοίρα των Ελλήνων

Εάν προσπαθήσουμε να κατατάξουμε τους Έλληνες κατά την οθωμανική περίοδο, θα διακρίνουμε δύο μεγάλες κατηγορίες: τους χριστιανούς και τους μουσουλμάνους. Όσοι εξισλαμίστηκαν ενσωματώθηκαν στο κοινωνικό μόρφωμα που στην εποχή του εθνικισμού ονομάστηκε “τουρκικό έθνος”. Οι ιστορικές συνθήκες δεν επέτρεψαν στο μέρος αυτό των Ελλήνων -το οποίο είχε εμφανιστεί σε κάθε μέρος του ελληνικού κόσμου- να εκφραστεί πολιτικά. Το μέγεθός του ήταν μικρότερο από αυτό των ορθόδοξων, όμως δεν ήταν ευκαταφρόνητο. Για παράδειγμα, στην Κρήτη κατά το πρώτο τέταρτο του 19ου αιώνα οι χριστιανοί ήταν λίγο, μόνο, περισσότεροι από τους μουσουλμάνους, ενώ στον Πόντο, πριν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με βάσει τους υπολογισμούς του Πατριαρχείου υπήρχαν περίπου 180.000 μουσουλμάνοι Έλληνες και 45.000 κρυπτοχριστιανοί, οι ανέρχονταν στο ένα τρίτο του αριθμού των χριστιανών Ελλήνων. Σήμερα, στη σύγχρονη τουρκική κοινωνία, παραμένουν ακόμα ορατές τέσσερεις ελληνόφωνες μουσουλμανικές ομάδες: κρητική, ποντιακή, μακεδονική και κυπριακή.

Οι χριστιανοί Έλληνες είχαν άλλη πορεία. Το Πατριαρχείο και ο κλήρος υπήρξαν θεσμοί απαραίτητοι και χρήσιμοι για την Αυτοκρατορία. Έτσι ενισχύθηκαν και εφωδιάστηκαν με πλήθος προνομίων. Σημαντικό γεγονός υπήρξε η ελληνική κυριαρχία επί των άλλων ορθοδόξων, μέσω της υποχρεωτικής τους ένταξης στο μιλέτ των Ρωμιών. Η μικρή ομάδα των Φαναριωτών, κατάφερε να γίνει απαραίτητη στην οθωμανική διοίκηση και να χρησιμοποιηθεί ανάλογα. Κορυφαία στιγμή του ρόλου τους ήταν η ανάληψη της διοίκησης των παραδουνάβιων ηγεμονιών. Ο λαός, όμως υπέφερε από την αυθαιρεσία της μουσουλμανικής διοίκησης και την αβάστακτη φορολογία. Εξάλλου, η επίσημη πολιτική ευνοούσε πάντα τον εξισλαμισμό. Η οθωμανική κατάκτηση ήταν αιτία μεγάλης εξόδου προς τη Δύση, όπου δημιουργήθηκαν σημαντικές ελληνικές παροικίες, από την Άλωση της Πόλης και εντεύθεν. Το ίδιο φαινόμενο συνεχίστηκε τον 19ο αιώνα προς τη Ρωσία.

Η υπαγωγή του ελληνικού χώρου στην οθωμανική κυριαρχία για μεγάλο χρονικό διάστημα, είχε οδηγήσει στη δημιουργία σημαντικών παροικιών στην Ευρώπη. Οι παροικίες αυτές, όπου κατοικούσε η ελληνική διανόηση αλλά και η νεαρή ελληνική επιχειρηματική τάξη, υπήρξαν οι χώροι όπου οι νέες ιδέες του ευρωπαϊκού διαφωτισμού οδήγησαν στη διατύπωση του αιτήματος για αποτίναξη της οθωμανικής κυριαρχίας. Η τάση αυτή πήρε τη μορφή ενός μεγάλου επαναστατικού κινήματος του συνόλου των Ελλήνων, το οποίο κατέληξε στη δημιουργία ενός μικρού κράτους στο νότο της βαλκανικής χερσονήσου, το οποίο περιλάμβανε τα πλέον απομακρυσμένα και υποβαθμισμένα εδάφη του ελληνικού κόσμου. Το νεαρό ελληνικό κράτος του 1830 ήταν περισσότερο ένα εξαρτημένο Πριγκηπάτο του Μορέως και της Ρούμελης παρά ένα πραγματικό έθνος-κράτος των Ελλήνων. Το μεγαλύτερο μέρος των ελληνικών εδαφών, καθώς και τα γηγενή ελληνικά οικονομικά κέντρα της Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης, παρέμεναν υπό οθωμανική κυριαρχία.

Τουρκικός εθνικισμός και εθνικές εκκαθαρίσεις

Ένας σημαντικός παράγοντας που εμπόδισε την πραγματοποίηση μεταρρυθμίσεων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και απόδοσης ίσων δικαιωμάτων σ’ όλους τους πολίτες, ανεξαρτήτως θρησκεύματος, ήταν ο νεαρός τουρκικός εθνικισμός. Τότε απόκτησε θετική σήμανση ο όρος “Τούρκος”, όταν οι Οθωμανοί αξιωματικοί που είχαν βρεθεί στη Γαλλία, ερμήνευσαν κατά το δοκούν τις αξίες του διαφωτισμού, παράγοντας μια από τις πλέον φρικιαστικές μορφές εθνικισμού.

011__

Η κορυφαία οργάνωση των Τούρκων εθνικιστών, που είχε την επωνυμία “Ένωση και Πρόοδος“, προκάλεσε το πραξικόπημα του 1908, με το οποίο οι στρατιωτικοί -γνωστοί ως Νεότουρκοι- έλαβαν την εξουσία. Ο τουρκικός εθνικισμός είχε ως κέντρο της δράσης του την οθωμανική Θεσσαλονίκη. Εκεί αποφάσισε την επίλυση του εθνικού προβλήματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τη φυσική εξόντωση των γηγενών χριστιανικών εθνοτήτων.

Η απόφαση για τις εθνικές εκκαθαρίσεις των χριστιανικών εθνών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ο βίαιος μετασχηματισμός της σε εθνικό τουρκικό κράτος, πάρθηκε αμέσως μετά την άνοδο των Νεοτούρκων στην εξουσία το 1908. Αρνήθηκαν πως υπήρχε εθνικό ζήτημα στην Τουρκία και επέλεξαν την πολιτική της βίαιης αφομοίωσης των εθνικών κοινοτήτων. Το 1911 αποφάσισαν σε Συνέδριό τους την εξόντωση των μη τουρκικών εθνοτήτων.

Οι Νεότουρκοι εθνικιστές, έχοντας ως όνειρο τη δημιουργία μιας απέραντης τουρκομουσουλμανικής αυτοκρατορίας, από τις παρυφές της Κίνας έως τη Μεσόγειο, εισήλθαν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό των Γερμανών. Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η ταύτιση των συμφερόντων του τουρκικού εθνικισμού με τους Γερμανούς ιμπεριαλιστές, επέτρεψαν την έναρξη των διώξεων. Από το 1914 αρχίζουν οι βίαιες εκτοπίσεις των Ελλήνων από την Ιωνία και την Ανατολική Θράκη με πολλά θύματα. Το 1915 λαμβάνει χώρα η γενοκτονία των Αρμενίων, ενώ το 1916 αρχίζει η συστηματική εξόντωση των Ελλήνων της ποντιακής ενδοχώρας.

Σε διπλωματικό έγγραφο της εποχής, του Αυστριακού υπουργού εξωτερικών προς το Βερολίνο αναφέρονται τα εξής: “Η πολιτική των Τούρκων είναι μέσω μιας γενικευμένης καταδίωξης του ελληνικού στοιχείου, να εξοντώσει τους Ελληνες ως εχθρούς του Κράτους, όπως πριν τους Αρμένιους. Οι Τούρκοι εφαρμόζουν τακτική εκτόπισης των πληθυσμών, δίχως διάκριση και δυνατότητα επιβίωσης, απ’ τις ακτές στο εσωτερικό της χώρας, ώστε οι εκτοπιζόμενοι να είναι εκτεθειμένοι στην αθλιότητα και τον θάνατο από πείνα. Τα εγκαταλειπόμενα σπίτια των εξοριζομένων λεηλατούνται από τα τούρκικα τάγματα τιμωρίας ή καίονται και καταστρέφονται. Και όλα τα άλλα μέτρα τα οποία εις τους διωγμούς των Αρμενίων ευρίσκοντο εις ημερησίαν διάταξιν, επαναλαμβάνονται τώρα εναντίον των Ελλήνων.”

1922: Η κορύφωση της σύγκρουσης

Το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, με την ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, προοιώνιζε την αντικατάστασή της από έθνη-κράτη (Τουρκία στο μεγαλύτερο μέρος της Μικράς Ασίας, Ιωνία και Αν. Θράκη ενωμένα με την Ελλάδα, Αρμενία, Κουρδιστάν και πιθανόν ανεξάρτητος Πόντος) με βάση τους πληθυσμούς. Οι Έλληνες, οι οποίοι ήταν περισσότεροι από το ένα τέταρτο του συνολικού οθωμανικού πληθυσμού, με τη Συνθήκη των Σεβρών βρέθηκαν να ελέγχουν το ένα έκτο του οθωμανικού εδάφους, ενώ εξαιρέθηκε το έδαφος του Πόντου. Η προοπτική αυτή, που διασφάλιζε εν μέρει τους πληθυσμούς από την πλήρη εξόντωση δεν υλοποιήθηκε τελικά. Η ελλαδική παρουσία στην Ιωνία την περίοδο 1919-1922, ουδόλως ανέτρεψε τα όσα είχαν δρομολογηθεί από το 1908. Ο τουρκικός εθνικισμός, με την ηγεσία του Κεμάλ Ατατούρκ, έδωσε την ύστατη μάχη του, βοηθούμενος από τους μπολσεβίκους, τους Ιταλούς, τους Γάλλους, το μουσουλμανικό κόσμο και τον ελληνικό Διχασμό. Οι Αμερικανοί υποστήριζαν την ακεραιότητα της Τουρκίας, προσβλέποντας σε ένα μελλοντικό προτεκτοράτο.

Η τελευταία πράξη του δράματος γράφτηκε στη Σμύρνη, την πρωτεύουσα της Ιωνίας, το Σεπτέμβριο του 1922, κάτω από τα απαθή

dsc04576ceb2

βλέμματα των συμμάχων μας και ενώ ο ελληνικός στρατός είχε αποχωρήσει, εγκαταλείποντας τους Έλληνες της Ιωνίας στο έλεος των κεμαλικών στρατευμάτων. Η γενοκτονία του μικρασιατικού ελληνισμού (ποντιακού και ιωνικού κυρίως), αποτελούν τα δραματικά αποτελέσματα της προσπάθειας του τουρκικού εθνικισμού για μετατροπή του πολυεθνικού οθωμανικού χώρου σε εθνικό τουρκικό. Μιας μετατροπής, η οποία χρησιμοποίησε ως εργαλείο την οθωμανικική γραφειοκρατία και το στρατό, εφόσον η τουρκική αστική τάξη ήταν ανύπαρκτη. Οι Έλληνες στη Μικρά Ασία (Πόντο, Ιωνία και Καππαδοκία) και στην Ανατολική Θράκη, ήταν 2.601.312 πριν το 1914 με βάση τις οθωμανικές στατιστικές, τη στιγμή που ο συνολικός οθωμανικός πληθυσμός μόλις πλησίαζε τα 9,5 εκατομμύρια. Η επόμενη καταμέτρησή τους έγινε στην Ελλάδα το 1928, ως πρόσφυγες αυτή τη φορά, και βρέθηκαν να είναι 1.221.849.

Η επίσημη Ελλάδα δεν ασχολήθηκε με όλα αυτά μετά το ‘22. Προσπάθησε με κάθε τρόπο να επιβληθεί η λήθη. Ένα από τα νεοελληνικά παράδοξα είναι ότι η αντιμετώπιση ήταν ομόφωνη από ολόκληρο το πολιτικό φάσμα. Οι κριτικές φωνές που διεκδικούσαν τη σφαιρική γνώση και την αντικειμενική προσέγγιση, άρχισαν να ακούγονται κατά τη δεκαετία του ‘80. Ήταν περισσότερο αποτέλεσμα ενός ιδιότυπου κινήματος για τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης που εξέφρασε τις μικρασιατικές (ποντιακές και ιωνικές) οργανώσεις και τους απογόνους των προσφύγων του ‘22, παρά ενός γενικευμένου προβληματισμού της νεοελληνικής ηγεσίας, πολιτικής ή πνευματικής. Πάντως, το κίνημα αυτό πέτυχε την επίσημη ανακήρυξη από τη Βουλή των Ελλήνων δύο σημαντικών ημερομηνιών ως “Ημέρες Εθνικής Μνήμης”: Τη 19ηη Σεπτεμβρίου -ημέρα που οι Κεμαλικοί πυρπόλησαν τη Σμύρνη- ως ημέρα αφιερωμένη στη Μικρασιατική Καταστροφή. Μαϊου -ημέρα που ο Κεμάλ Ατατούρκ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα- ως ημέρα αφιερωμένη στη γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου και τη 14

Πηγές

-Jean-Paul Roux, Η ιστορία των Τούρκων, εκδ. Γκοβόστη.

-Σπύρος Βρυώνης, Η παρακμή του μεσαιωνικού ελληνισμού, ΜΙΕΤ.

-Βλάσης Αγτζίδης, Παρευξείνιος Διασπορά, Κυριακίδης.

-Βλαδίμηρος Μιρμίρογλου, Οι Δεβίσσαι, Εκάτη.

-Νεοκλής Σαρρής, Οσμανική Πραγματικότητα. Συστημική Παράθεση Δομών και Λειτουργιών, Αρσενίδης

Saturday, March 21, 2009

Δείτε τι κάνουν οι Έλληνες αν θέλουν !

20 Μαρ 2009

ΑΠΟ ΤΟ Νο 1 BLOCK THS MAKEDONIAS taxalia.blogspot.com

Bold Italic
Οι άνθρωποι αξίζουν το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών

Έκαναν μια τεράστια, οργανωμένη δουλειά, που αξίζει πολλά συγχαρητήρια.
Και με δελτίο τύπου σε 5 γλώσσες παρακαλώ!
Δίδαξαν τη σημασία της λέξης "δουλεύω"!

Η Ποντιακή Βικιπαίδεια (Wikipedia) είναι γεγονός
Σίγουρα θα γνωρίζετε αλλά και θα χρησιμοποιείτε την Wikipedia (Γουικιπαίδεια), την
ελεύθερη διαδυκτιακή εγκυκλοπαίδεια, που αναπτύσσεται συμμετοχικά από εθελοντές χρήστες και διαμορφώνει συνειδήσεις στην εποχή μας. Με γνώμονα την αγάπη για τον
Πόντο και ειδικότερα για τη διάλεκτο, την πλησιέστερη προς την αρχαία ελληνική γλώσσα η οποία συνεχίζει να ομιλείται σήμερα όπου υπάρχουν Πόντιοι, την 23η Σεπτεμβρίου 2007 τέθηκε σε λειτουργία από τρεις νέους ανθρώπους, η δοκιμαστική έκδοση της Ποντιακής Βικιπαίδεια (Wikipedia), με πρότυπο την ελληνική και την αγγλική.
Για την ιστορία, κρίνεται σκόπιμο να αναφερθούν οι συνιδρυτές αυτού του έργου, που αποτέλεσαν και το βασικό κορμό της προσπάθειας με δημιουργίες, επεξεργασίες και βελτιώσεις των κειμένων.
Πρόκειται για τους:
Γρηγοριάδης Ηλίας, Έλληνας ομογενής από το Oberhausen του Nordrhein-Westfalen της
Γερμανίας, με Ποντιακή καταγωγή από τη πόλη του Κιλκίς.
Παπαδόπουλος Δ. Ευστάθιος, Έλληνας απόδημος από το Ellwangen της Baden-
Württemberg της Γερμανίας με Ποντιακή καταγωγή από το Λουτροχώρι του Δήμου
Σκύδρας Νομού Πέλλης και Γρηγορούδης Κωνσταντίνος, από τη Θεσσαλονίκη, με καταγωγή από τη Καππαδοκία.
Δέκα μήνες αργότερα εντάχθηκαν στην αρχική ομάδα κοινότητα και οι μη Πόντιοι, αλλά θερμοί υποστηρικτές τούτης της προσπάθειας:
Διακονικολάου Ζαχαρίας, από την Ιαλυσό-Ρόδου, ηλικίας 16 ετών (!!!) και
Παλιουδάκης Άγγελος, από την Αθήνα.
Μετά από δεκαπέντε μήνες σκληρής και επίμονης δουλειάς, οι παραπάνω εκπλήρωσαν όλους τους σχετικούς όρους που θέτει ως στάνταρτ του διεθνούς ιδρύματος της «Γουικιμίντια», το οποίο είναι υπεύθυνο για κάθε προσπάθεια δημιουργίας νέας Wikipedia

The Pontic Wikipedia is a fact
Surely, we all know Wikipedia, the well-known internet encyclopedia which is established
by volunteer users participating in the procedure of its development. In these days,
Wikipedia influences people. Due to their love for Pontus and more particularly for the
Pontic dialect which is the closest to the ancient Greek language and is spoken even today
by Pontian people around the world, three young people put an effort to set up their
Pontic Wikipedia in Greek and English on 23rd September 2007
La Wikipedia pontique est maintenant une realite
Vous connaissez et utilisez tous Wikipédia, l'encyclopédie libre d'Internet qui est
développée par des bénévoles et qui augmente la conscience de ses utilisateurs sur une
variété de sujets scientifiques et culturels.
Ayant comme guide l'amour pour le Pont et plus particulièrement pour son dialecte (le plus
proche du grec ancien et encore parlé aujourd'hui), le 23 Septembre 2007 la Wikipédia
pontique a été lancée en tant que projet-test par trois jeunes. Les modèles pour ce projet
ont été la Wp grecque et la Wp anglaise.
Понтийской Википедия (Wikipedia)
Вы непременно знаете, и пользовались Википедией (Wikipedia), свободной интернет
энциклопедией, которая развивается при участии добровольных пользователей и формирует
сознание в нашу эпоху.
Руководствуясь любовью к Понту и в особенности к понтийскому диалекту, ближайшему к
древнегреческому языку, который продолжает использоваться сегодня там, где есть
понтийцы, 23 сентября 2007 года, тремя молодыми людьми, была запущена пробная версия
Понтийской Википедии, по примеру греческой и английской версий
Es ist soweit – Die Wikipedia im pontischen Dialekt ist online!
Jeder von Ihnen kennt und nutzt die freie Enzyklopädie Wikipedia. Durch das
Engagement von freiwilligen wächst diese ständig und hat großen Einfluss auf die
Meinungsbildung der heutigen Zeit.
Durch die große Liebe für Pontos und vor allem durch die große Liebe zu diesem heute
noch gesprochenem Dialekt, welcher der am nächsten Verwandte zum altgriechischen ist,
ist es uns , drei Jungen Menschen, gelungen die Beta Version der pontischen Wikipedia,
nach dem Vorbild der deutschen und der englischen zu veröffentlichen

Thursday, March 19, 2009

Γιατί άλλη μια ποντιακή εφημερίδα

Του Σάββα Καλεντερίδη

Μετά από μια διαδρομή τριάντα χρόνων ενεργής συμμετοχής στα πολιτιστικά πράγματα του ποντιακού χώρου και μετά από δεκάχρονη παρουσία στον εκδοτικό χώρο, συζητώντας και διαβουλευόμενος με καλούς φίλους και συνεργάτες, αποφασίσαμε την έκδοση της μηνιαίας εφημερίδας «Ποντιακή Γνώμη».
Σε μια εποχή που οι αυθεντικές μνήμες της αλησμόνητης πατρίδας ξεθωριάζουν και σβήνουν, μαζί με τους τελευταίους πρόσφυγες πρώτης γενιάς που φεύγουν ένας-ένας από τούτη τη ζωή, σε μια εποχή που η γλώσσα των Ελλήνων του Πόντου χάνεται σταδιακά ή ενσωματώνεται στην καθομιλουμένη ελληνική, σε μια εποχή που το ποντιακό τραγούδι ζει τη δική του αναγέννηση, μεταλλαγμένο και επηρεασμένο από την νέα ελληνική μουσική πραγματικότητα, σε μια εποχή που η πολιτισμική παρουσία των ποντιακής καταγωγής Ελλήνων στο ελληνικό πολιτισμικό γίγνεσθαι είναι περισσότερο έντονη από ποτέ, η εφημερίδα «Ποντιακή Γνώμη» φιλοδοξούμε να γίνει ένα κατά το δυνατόν ανεξάρτητο, αντικειμενικό και δίκαιο μέσο έκφρασης και προβολής, αλλά και γέφυρα επικοινωνίας μεταξύ εκείνων που ενδιαφέρονται για τα ποντιακά θέματα.
Και επειδή ανέκαθεν ο Έλληνας ήταν οικουμενικός, θα προσπαθήσουμε να δώσουμε βήμα έκφρασης, προβολής και επικοινωνίας στους ανά τον κόσμο συμπατριώτες μας, σε εκείνους που ζουν και προσπαθούν να εκφραστούν ποντιακά στην Αυστραλία, την Αμερική, την Ευρώπη, την Αφρική, τη Ρωσία και τον Καύκασο.
Ανάμεσα στα ενδιαφέροντά μας θα είναι πάντα και ο ιστορικός Πόντος, με ιδιαίτερη έμφαση στα μνημεία που έχουμε αφήσει εκεί, ενώ ξεχωριστή θέση θα έχουν στις σελίδες μας, όπως και στις καρδιές μας, με ευαισθησία και σεβασμό σε ό,τι οι ίδιοι εκφράζουν, οι ελληνόφωνοι και όλοι οι κάτοικοι του σημερινού Πόντου, που συνεχίζουν να κρατούν ζωντανό τον πολιτισμό των προγόνων μας.
Τέλος, θα προσπαθήσουμε να παρακολουθούμε από κοντά τις εξελίξεις και να μεταφέρουμε στους αναγνώστες μας ό,τι τεκταίνεται και ό,τι κινείται γύρω από το ζήτημα της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού, με απόλυτο σεβασμό και ευθύνη στα θύματα της Γενοκτονίας και σε όσους κοπίασαν όλα αυτά τα χρόνια για την ανάδειξη του ζητήματος αυτού.
Γνωρίζουμε ότι το εγχείρημα δεν είναι εύκολο, αφού από τη μια μεριά στέκουν οι γίγαντες της ποντιακής διανόησης που επιχείρησαν εκδοτικά εγχειρήματα στον ιστορικό Πόντο, αλλά και στην Ελλάδα, μετά την Ανταλλαγή, αφήνοντας σε μας τους επιγενόμενους μια τεράστια παρακαταθήκη ποιότητας και ήθους, και από την άλλη περιπτώσεις που η έκδοση εφημερίδων αποφασιζόταν σε κομματικά γραφεία και χρηματοδοτούνταν με μαύρα κομματικά λεφτά, για να βάλουν τους Πόντιους στα κομματικά μαντριά. Οι δικοί μας πόροι είναι φανεροί, τα έσοδα της διαφήμισης και οι συνδρομές των αναγνωστών μας. Αυτά και τίποτε άλλο.
Σεβόμενοι την ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού, αλλά και τη δική μας διαδρομή, δίνουμε προς τους αναγνώστες μας έναν λόγο τιμής, ότι θα προσπαθήσουμε να σταθούμε αντάξιοι του εγχειρήματος και να κρατήσουμε την εφημερίδα αυτή μακριά και πέρα από προσωπικές, κομματικές και άλλες σκοπιμότητες, υποσχόμενοι ότι η εφημερίδα θα υπηρετήσει την ενότητα και όχι το διχασμό του ποντιακού χώρου και θα παραμείνει ένα ανοιχτό δημοκρατικό βήμα για όλους τους αναγνώστες της.

Πληροφορίες-συνδρομές: Σοφία Κεσίδου, 210 3316036, gnomi@infognomon.gr
______________________________________________________________

ΚΑΛΟ ΔΡΟΜΟ ΣΑΒΒΑ ΚΑΙ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΟΥΜΕΛΑ ΜΑΖΙ ΣΑΣ...
ΑΣ ΕΧΕΙ Η ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΛΙΓΟ ΧΩΡΟ ΚΑΙ ΓΙΑ ΜΑΣ ΤΟΥΣ "ΟΥΤΟΠΙΣΤΕΣ" ΠΟΥ ΘΕΛΟΥΜΕ ΝΑ ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ΟΤΙ "ΘΑ ΞΑΝΑΓΥΡΙΖΟΥΜΕ ΚΑΙ Η ΓΗ ΘΑ ΤΡΕΜΕΙ"
ΟΙ ΚΑΙΡΟΙ ΑΛΛΑΖΟΥΝ ΚΑΙ Η ΟΥΤΟΠΙΑ ΤΟΥ ΧΘΕΣ, ΓΙΝΕΤΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΣΗΜΕΡΑ!

ΠΟΝΤΙΑΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΕΛΛΑΔΟΣ


Saturday, March 14, 2009

Ποντιακά παραμύθια

Η γυναίκα και το θερίον

Είνας Ματσουκάτες πολλά εσύρνεν με την γυναίκαν άτ’. Κακέσα και τζετρεφίλτσα γαρή έτον. Με την ταβήν εσκούσαν και με την ταβήν εκεϊσαν.
Έπουγαλέφτεν ερίφ’ς και επαίρνεν την απόφασιν να γλυτών’ άσ’ ατό το βάσανον. Έναν ημέραν άμον πάντα επαίρεν την κρεπήν και επήγεν ‘ς σ’ όρμάν σα ξύλα. Επεμάκρυνεν πολλά α σο χωρίον. Σ’ ναν τρανόν πελίτ κεκά ειδεν έναν βαθύν κουΐν πολλά βαθύν.

— Αγούτο, ενούντσεν, θα εν’ η σωτηρία μ’...
Έκοψεν κάμποσα τρανά κλαδία και εσκέπασεν το στόμαν τη κουί. Έσυρεν απάν κι άλλα μικρά φυλλωμένα κλαδόπα και τζίκουτα κι’ αέτς πα τηδέν κ εφαίνουτον. Άσ’ ατό κ’ υστερνά ετοίμασεν δύο σαλακά ξύλα. Τα έναν εθέκεν ‘ς ση κουΐ το γιάν και τ’ άλλο πλάν κεκά κ’ εκλώστεν κ’ έπήγεν ‘ς σο σπίτ ’ν άτ’.
Τ’ άλλο την ημέραν επαίρεν την γυναίκαν άτ’ να πάγνε ‘ς ορμάν να κατηβάζ’νε εντάμαν τα ξύλα ντο ετοίμασεν.
Άμον ντ’ εσούμωσαν ‘ς εκείνο το μέρος, ατός αμάν εφορτώθεν τ’ έναν το σαλάκ και είπεν την γαρήν άτ’ να φορτούται τ’ άλλο. Ατό έτον! Αμόν ντ’ έσούμωσεν η καρή ‘ς σο φόρτωμαν επάτεσεν απάν’ ‘ς σα κλαδία και ερούξεν ‘ς σο κουίν κι’ άπό πάν’ άτς το σαλάκ τά ξύλα.
Ο Ματσουκάτες ήσυχα ήσυχα εκλώστεν κ’ έπήγεν ‘ς σο σπίτ’ν άτ.
Όλεν την νύχταν «ομμάτ’ ‘κ επόρεσεν να φέρ’ απάν». Ενούντσεν, επενούντσεν, εγροίξεν ντο εποίκεν τρανόν αμαρτίαν έτον. Σα ξημερώματα εσκώθεν κ’ επήγεν ‘ς σ’ ορμάν. Έφτασεν ‘ς σο κουίν κεκά. Έλυσεν το σκοινίν’ άτ’ και εκρέμασεν ατό απέσ’ ‘ς σο κουΐν και εκούιξεν:

— Σουμέλα, πιάσον την άκραν τη σκοινί, δέσον ατό ‘ς σα μέσα σ’... Εγώ θα σύρω και θα εβγάλωσεν απάν... χωρίς εσέναν ‘κ επορώ να ζώ!… έλεγεν και ελάιζεν το σκοινίν. Όνταν εγροίξεν ντο από φκά επιάστεν το σκοινίν ερχίνεσεν να σύρ’. Έσυρεν, έσυρεν και αναχά παρά τερεί να εβγαίν’ ασό κουΐν με το σκοινίν έναν θερίον!….

Έπήγεν ν’ φίν’ το σκοινίν’ το θερίον εκούϊξεν:
— Μη αφήν’τς με… κι θα τρώγω σε και δούλος εις σα γίνουμαι.
Αμόν ντ’ ελευθερώθεν το θερίον είπεν ατόν:
— Ευχαριστώ σε άνθρωπε!.. Εγλύτωσες με άσ’ έναν τζαναβάρ. Είνας γυναίκα άσ’ οψέ κιάν έβγαλεν την ψυ’ μ’ και να εγουρταρεύκουμ’
ασά χέρια τς ‘κ επόρνα. Ατώρα ίνταν θελ’τς εσύ θ’εφτάγω.

—Ντό Θέλω έν’ να μη πειράεις κανίναν ‘ς σον τόπο μ’. Νε ζα και νε ανθρώπ’ς.

Αέτς πα το θερίον εξέβεν ‘ς σην ανεφορίαν. Και ερχίνεσεν να καταρημάζ’ τον τόπον.Έμαθαν οι ανηφορέτ’ πως ατό το θερίον μόνον τον Ματσουκάτεν ακούει. Επήγαν επαρεκάλεσαν ατόν να έρται δέχ’ ατό.

Εσκώθεν κι’ ο Ματσουκάτες εξέβεν ‘ς αράεμαν τη θερί. Το θερίον
άμον ντο είδεν ατόν από μακρά εγρίεψεν και σίτα έρται καρσί άτ’ κουίζ:

— Φύγον, γιόκσαμ θα τρώγω σε... μόνον ‘ς σον τόπο σ’ ‘κι πειράζω σε.

— Ακ’ σον, λέει κι’ ο Ματσουκάτες. Εγώ για το καλό σ’ έρθα! Εκείνε η καρή εξέβεν ασό κούιν και αραεύ’ σε! Έρθα νά λέγω σ’ άτο νά φυλάγεσαι.

— Όϊ ν’ αοϊλοί εμέν, εκούϊξεν το θερίον και αρχίνεσεν νά τρέχ’ ‘ς σο ραχίν κιάν’… ‘Α σόν φόβον άθε, π’ επάτνεν ‘κ έλεπεν... ‘ς έναν κρεμόν κεκά, ευρέθεν εύκαιρα, ερούξεν κ’ έσκοτώθεν.

Άρκον, ο λύκον κι’ αλέπον

Έναν ημέραν άρκον, ο λύκον κι’ άλεπόν εποίκαν συμφωνίαν, να πάνε εντάμαν σ’ αβ και ήνταν ευρίκ’νε εντάμαν να τρώγν’ άτο άμον
καλά αδέλφα.
Αρ’ εξέβαν σο ραχίν, έτρεξαν αδά, έτρεξαν εκεί, ενεγκάσταν και
σην βραδήν απάν’ επίασαν έναν ελαφόπον.
Άρκον ετέρεσεν, αν μοιράζ’ άτο, ατός πεινασμένος θ’ απομέν’. Ενούντσεν, επενούντσεν κι’ επεκεί εποίκεν την διαβολοσύναν άτ’.
— Εξέρετε, παιδία, ντό εν’; είπεν τ’ άλλτς τοι συντρόφ’ς άτ” Εγώ λέω τ’ ελαφόπον είνας μοναχόν άσ’ σοι τρείς έμουν να τρώει άτο, ποίος
εν’ μειζέτερος. Εσείς πα ντό λέτε;
Αλεπόν πα κι ο λύκον ντο να εφτάνε! Εποίκαν ατό καπούλ.
— Αιτέ όγλουμ λύκον, πε μίαν εσύ πόσων χρονών είσαι, είπεν
άρκον.

Ο λύκον πα εσέγκεν το κηφάλ’ν ατ’ ανάμεσα σ’ έμπρ τα ποδάρια τ’, ενούντσεν ολίγον κι επεκεί είπεν:
— Εγώ ση Προφήτα τή Δαβίδ τον καιρόν ακόμαν εβύζανα, έλεε με η σχωρεμέντσα η μάνα μ’. Αρ’ ποίστε εσείς την λογαρίαν κ’ ευράτ’
ατά.
— Ατώρα πε κι’ εσύ δαβολίτσον, αλεπέ τ’ έσά τα χρόνια, άμαν τέρεν, ψέμματα ‘κι θα λές, είπεν τον αλεπόν όρκον.
Άλεπόν πα ατότε εσκώθεν είπεν άτς:
-Να έχω ούλά τα κρίματα ντ’ εποίκετε και τα χαταλόπα μ’ πα να μη χαίρουμαι, αν λέω ψέμματα. Εγώ, ο κύρη μ’ ο σχωρεμένον έλεε με
—μάναν ‘κ έγνώρτσα ο χιλάκλερον— ση κατακλυσμού τον καιρόν, όντας εσέβαμε σην Κιβωτόν τη Νώε, έμνε δίχρονος. Εγώ εγλύτωσα, άμαν η μακαρίτσα η μάνα μ’ ‘κ επόρεσεν. Σην βραδήν απάν έτον. Κάπ’ επήεν σην γειτονίαν ‘ς σο δάνος και επιάστεν σην καλατζήν και ους να κλώσκεται
οπίσ’ η Κιβωτός εκλειδώθεν, κι’ έκείνε η άχαρος επέμνεν εξ’ και εφουρκίεν. Όπως και να εν’, μίαν άσ’ σον λύκον τρανός είμαι χωρίς άλλο.
Άρκον ατότε ετέρεσεν, η δουλεία αν κλώσκεται σα διαβολοσύνας ατος πεινασμένος θ’ απομέν’. Εϊνας ο δάβολον ους τον Προφήτην Δαβίδ ‘κ εστάθεν. Κι’ άλλος πα το σολούχ’ν ατ’ τάαχ σον κατακλυσμόν επήρεν.
— Ε, είπεν άτς, εγώ πα ατώρα σον Τρυγομηνάν απές θα γομώνω τα τρία. Άμαν σα τέσσερα να μη προφτάνω, αν αγούτο τ’ ελαφόπον ούλεν άμον το στέκ κι τρώγ’ άτο εγώ μοναχόν!.. Και χαμάν έσκωσεν τα τατά τ’ έναν τον είνας εδέκεν κι’ έναν τον άλλον και άπλωσεν άτς ‘ς σην γήν. Κι’ εκάτσεν κα μαναχός και εγουρζούλαεν τ’ έλαφόπον.

Αδελφότης Κρωμναίων Καλαμαριάς

Friday, March 13, 2009

ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΠΟΝΤΙΩΝ ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΟΥΜΕΛΑ

Ανταπόκριση: Νίκος Σουτόπουλος

ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΑ : Η θρησκευτική πομπή ανέβαινε αργά και ασθμαίνοντας στο ιερό βουνό. Στην κεφαλή της, ανάμεσα σε Ρώσους ιερείς, η εικόνα της Παναγίας Σουμελά, που επέστρεφε έπειτα από έναν αιώνα απουσίας στο ομώνυμο μοναστήρι - θρύλο για τον κατατρεγμένο ελληνισμό του Πόντου.

Ένας κοντός μυστακοφόρος με χαρακτηριστική ποντιακή φάτσα, γραβάτα με τις γαλανόλευκες ρίγες της ελληνικής σημαίας και στο πέτο κονκάρδα με το εθνικό σύμβολο της Ρωσίας, την κρατούσε ευλαβικά σαν άγιο δισκοπότηρο. Το φορτίο ήταν βαρύ για τον Ιβάν Ιγκνατίγεβιτς Σαβίντι, ελληνιστί Ιβάν Σαββίδη, βουλευτή του κόμματος του Πούτιν στη ρωσική Δούμα -παρασημοφορημένο δύο φορές από τον πανίσχυρο τέως πρόεδρο και νυν πρωθυπουργό της δεύτερης υπερ-δύναμης, της Ρωσίας.

Οι Τούρκοι δεν θα επέτρεπαν στους Πόντιους της Ελλάδας ούτε να σκεφτούν κάτι τέτοιο, ούτε φυσικά το Οικουμενικό Πατριαρχείο θα είχε τη διάθεση να εμπλακεί σε περιπέτειες… Η ρωσική ισχύς ήταν αυτή που έφερε την εικόνα της Παναγίας στο ιερό βουνό. Στο πρόσωπο του πάμπλουτου Πόντιου από το Ροστόβ η τουρκική εξουσία είδε τον εκπρόσωπο της ισχυρής Ρωσίας και ως τέτοιο τον υποδέχτηκε. Γι’ αυτό και οι μάλλον δυσανάλογες για το μέγεθος μιας τέτοιας εκδήλωσης τιμές που του επιφύλαξε και τα αυστηρά μέτρα ασφαλείας που έλαβε για την προστασία του.

Επιστράτευσε έναν λόχο βαριά οπλισμένων ανδρών της στρατιωτικής αστυνομίας, για να φρουρούν –διακριτικά– την πομπή, τον συνόδευαν θωρακισμένα οχήματα, Ρώσοι πράκτορες κινούνταν αθέατοι μέσα στο πλήθος, ενώ στην είσοδο της χαράδρας που οδηγεί στο μονοπάτι για τη μονή, είχαν επιτρέψει την εγκατάσταση αψίδας με την επιγραφή «Καλωσόρισες, Ιβαν». Ούτε ο Πούτιν να ήταν…

Οι Ρώσοι ιερείς που τον πλαισίωναν έψαλλαν στην ανηφοριά, στη ρωσική αλλά και στην ελληνική γλώσσα εκκλησιαστικούς ύμνους στην Παναγία. Οι βυζαντινές μελωδίες τους έσμιγαν στην υγρή ατμόσφαιρα της κατάφυτης χαράδρας με τους θεόρατους βράχους, με τα μοιρολόγια του ντόπιου λυράρη που θρηνούσε με τον «κεμεντζέ» του για τα δεινά του Πόντου, σκορπίζοντας ρίγη συγκίνησης στο πλήθος πιστών που συνόδευαν την εικόνα στο ιστορικό της σκαρφάλωμα ανήμερα Δεκαπενταύγουστου 2008.

Είχαν καταφθάσει στην Τραπεζούντα για προσκύνημα στο ιερό βουνό με λεωφορεία από την Κοζάνη, το Κιλκίς, τη Θεσσαλονίκη, διανύοντας σε δύο μερόνυχτα 1.300 χλμ! Μαζί μας και η πρόεδρος του «Κέντρου μελέτης και ανάπτυξης της Μαύρης Θάλασσας» και Νομαρχιακή Σύμβουλος Θεσσαλονίκης Χριστίνα Κελεσίδου, η Γραμματέας του Σ.Α.Ε. Όλγα Σαραντοπούλου, ο Πρόεδρος Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ποντιακών Συλλόγων Χαράλαμπος Αποστολίδης αλλά και ο έμπειρος αρχηγός της αποστολής μας Θράσος Ευτυχίδης. Πολλοί κοιμήθηκαν το βράδυ στις πλαγιές του όρους Μελά, αφού η μονή λειτουργεί ως αρχαιολογικός χώρος, άλλοι ήσαν άυπνοι από το κοπιαστικό ταξίδι. Όμως για τους ανά τον κόσμο Πόντιους το προσκύνημα στον Πόντο είναι όνειρο ζωής, είναι τάμα που πρέπει να εκπληρώσουν, κι αν δεν το καταφέρουν εν ζωή, δεσμεύουν «στο όνομα της φυλής» οπωσδήποτε τους νεότερους να το κάνουν αυτοί.

Τον τόνο, ωστόσο, του προσκυνήματος, έδωσαν οι ομογενείς πιστοί από τη Ρωσία που έφτασαν με δύο μεγάλα αεροπλάνα Αντόνωφ της «Αεροφλότ», μισθωμένα από τον Ιβάν Σαββίδη, τον πάμπλουτο αυτό Πόντιο από το Ροστόβ, το μεγάλο χορηγό της εκδήλωσης, που όπως μας έλεγαν στελέχη των Ποντίων από την Ελλάδα, διαθέτει άφθονο χρήμα και πολύ χρόνο για τα δίκαια του ελληνισμού της Μαύρης Θάλασσας. Όλοι οι Πόντιοι μαζί, ξεκίνησαν την μοναδική εκδήλωση με τον παραδοσιακό τρόπο στο ρυθμό της ποντιακής λύρας και των πατροπαράδοτων χορών από το αεροδρόμιο κιόλας, για να επιβιβαστούν στα λεωφορεία και με τη συνοδεία της τουρκικής στρατοχωροφυλακής να φτάσουν ως τους πρόποδες του όρους Μελά. Είχαν έρθει αντιπροσωπείες από τη νότια Ρωσία, Ουκρανία, Αρμενία, Καζακστάν, την Κιργιζία, αλλά απουσίαζαν οι Ελληνες της Γεωργίας, λόγω του πολέμου. Η ρωσογεωργιανή σύγκρουση έριχνε βαριά τη σκιά της στον ιερό τόπο των Ποντίων, ενώ κατά την τελετή για την άφιξη της εικόνας, τηρήθηκε και ενός λεπτού σιγή στη μνήμη των θυμάτων του πολέμου που μόλις είχε λήξει με διαπραγματεύσεις.

Όταν η πομπή με την εικόνα έφτασε στο μοναστήρι, η συγκίνηση κορυφώ-θηκε. Έψαλαν όλοι μαζί το Χριστός Ανέστη και άναψαν κεριά στον βράχο όπου είναι χτισμένο το μοναστήρι-αετοφωλιά. Τριακόσιες πενήντα τρεις δεσμίδες, με 353 κεριά η κάθε μία, στη μνήμη των 353.000 Ελλήνων που εξοντώθηκαν στον Πόντο φώτισαν τον αυλόγυρο της μονής στέλνοντας το μήνυμα ότι «η Ρωμανία και αν πέρασεν ανθεί και φέρει κι άλλον».

«Με αυτό το προσκύνημα, θέλουμε να δείξουμε ότι τιμούμε τους αγώνες του Ποντιακού Ελληνισμού μετά από περίπου ένα αιώνα από τον διωγμό και τη φυγή των προγόνων μας στα βορειοανατολικά της Μαύρης Θάλασσας», δηλώνει ο κ. Ιβάν Σαββίδης Συντονιστής της 5ης Περιφέρειας του ΣΑΕ. « Όλοι εμείς οι Πόντιοι από τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης προσκυνούμε στην Παναγιά Σουμελα, την Αγία Μάνα των Ποντίων, που κράτησε το λαό μας ενωμένο σε όλες της τραγικές στιγμές της ιστορίας μας», προσθέτει.

Η αγία εικόνα της Παναγίας Σουμελά, είναι έργο του Αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστή Λουκά, ενώ μεταφέρθηκε θαυματουργικά με θέλημα της Θεοτόκου στο όρος Μελά του Πόντου (στου Μελά = Σουμελά), όπου μετέβησαν κατά το κάλεσμα της Θεομήτορος οι μοναχοί Βαρνάβας και Σωφρόνιος από την Αθήνα, οδηγούμενοι υπό πλήθους αλλεπάλληλων θαυμάτων!!! Σαν έφτασαν μετά από πολλά και κατάφεραν να σκαρφαλώσουν στο απότομο σπήλαιο του βουνού, βρήκαν μέσα τη θαυματουργή εικόνα που είχαν πρωταντικρύσει στη Θήβα (στη Θήβα βρίσκεται και σήμερα ο τάφος του Αγιογράφου της εικόνας, του Αποστόλου Λουκά) και την οποία είχαν σηκώσει μπροστά τους άγγελοι για να τη μεταφέρουν από τη Θήβα έως τον Πόντο!!!

Δεκαεπτά ημέρες είχαν μείνει νηστικοί, προσπαθώντας να συντηρηθούν με χόρτα και το αγίασμα που θαυματουργικά ανέβλυσε από το βράχο η Πανα-γία, ακριβώς στο σημείο όπου ήταν στερεωμένη η εικόνα της (εκεί μέχρι σήμερα σπεύουν χιλιάδες Τούρκοι και Κούρδοι για να ζητήσουν βοήθεια στο σημερινό ερειπωμένο μοναστήρι), όταν είδαν ξαφνικά ένα μουλάρι φορτωμένο με δύο κοφίνια γεμάτα τρόφιμα κάτω από τη σπηλιά! Έκπληκτοι γιατί ούτε αγριοκάτσικο δεν έφτανε ως εκεί, κατέβηκαν οι μοναχοί και βρήκαν σε ένα κοφίνι μια περγαμηνή που τους πληροφορούσε πως τα τρόφιμα τα έστελνε η Ιερά Μονή Βαζελώνος, διότι η Παναγία φάνηκε σε όραμα στον Ηγούμενο και του ζήτησε να στείλει τρόφιμα στους μοναχούς Βαρνάβα και Σωφρόνιο που προσπαθούσαν να φτιάξουν Ναό στο βουνό του Μελά! Σημείωνε μάλιστα ο Ηγούμενος πως φόρτωσαν και έστειλαν κατόπι το μουλάρι μόνο του, αφήνοντάς το στη Χάρη της Παναγιάς να το οδηγήσει!!!

Από τότε, μέσα σε όλους τους αιώνες που κύλησαν, πάντα εκείνη την ημέρα το Μοναστήρι της Σουμελά, έστελνε ένα φορτωμένο μουλάρι προς τη Μονή Βαζελώνος, σε ανάμνηση εκείνης της θαυμαστής βοήθειας!Το Μοναστήρι τελικά στερέωσαν και λάμπρυναν οι Κομνηνοί, όπως ο Μανουήλ και ο Αλέξιος και παρά την πτώση της Πόλης, η Παναγία Σουμελά φώτισε τον σκλαβωμένο Ελληνισμό έως τη Γενοκτονία του Πόντου και τη Μικρασιατική Καταστροφή!

Όταν ήρθε η ατυχή καταστροφή του Στρατού μας στα 1922, ο οποίος είχε δεχθεί τη συντονισμένη από τους “συμμάχους” εξοντωτική αντεπίθεση του Κεμάλ (με ενίσχυση 5.000.000 ρωσικών τουφεκίων από τον τρομερό διώκτη της Ορθοδοξίας Λένιν και τη “συμμαχική” καθοδήγηση των κατασκοπευτικών αεροπλάνων της Γαλλίας, που αποκάλυπταν συνεχώς στον εχθρό τις ελληνικές θέσεις και κινήσεις), οι μοναχοί στο όρος Μελά, έκρυψαν της Εικόνα της Παναγίας και τον Τίμιο Σταυρό του Μανουήλ Κομνηνού στη ρίζα ενός κυπαρισσιού. Το 1931, ο Ελευθέριος Βενιζέλος έπεισε τον Ισμέτ Ινονού να επιτρέψει τη μεταφορά των ιερών μας κειμηλίων στην ελεύθερη Ελλάδα. Έτσι ο μοναχός Αμβρόσιος από την παλαιά Σουμελά, πήγε στον Πόντο, βρήκε και μετέφερε πίσω τα ιερά κειμήλια, που σήμερα στέκουν στο Βέρμιο της Μακεδονίας, ανάμεσα στην Καστανιά και τη Βέροια, στο νέο Ιερό Ναό της Παναγίας Σουμελά, όπου η Θεοτόκος δεν έπαψε να προσφέρει τη Χάρη και τη βοήθειά της σε όσους αληθινά την αγαπούν και την πιστεύουν ως Μητέρα του Κυρίου, που πρεσβεύει αδιάλειπτα για εμάς στον Υιό της και Θεό μας! Ας έχουμε την Ευλογία της , όπως και οι πολλοί κρυπτοχριστιανοί του σημερινού Πόντου και της Τουρκίας!

Η εικόνα της Παναγίας στο μοναστήρι της Σουμελά! Ελάχιστη σημασία έχει αν επρόκειτο για πιστό αντίγραφό του πρωτότυπου που φυλάσσεται στην ομώνυμη μονή στο Βέρμιο, στην Ελλάδα. Πριν από μερικά χρόνια, μια τέτοια πρωτοβουλία θα εθεωρείτο αδιανόητη…! Επί Ερντογάν χαλάρωσαν κάπως τα πράγματα, εξάλλου οι Τούρκοι το σκέπτονται και επιχειρηματικά: η Παναγία Σουμελά μπορεί να λειτουργήσει ως μια προσοδοφόρα πηγή για την τουριστική οικονομία της περιοχής.

Παίρνοντας τον κατήφορο δρόμο της επιστροφής όλοι νιώθαμε μια ανείπωτη εσωτερική χαρά για το τάμα που εκπληρώσαμε και δώσαμε τη μυστική υπόσχεση να ξανάρθουμε πάλι του χρόνου…!

(15 Αυγούστου 2008)

Σχόλιο από Πόντος και Αριστερά | Ιανουαρίου 9, 2009