Η Ποντιακή διάλεκτος είναι η μοναδική που στις ημέρες μας έχει διασωθεί ως ομιλούμενη αλλά ταυτόχρονα είναι και αντικείμενο μελέτης. Με την ποντιακή διάλεκτο συμβαίνει εδώ και πολλά χρόνια το εξής παράδοξο. Ενώ κάθε διάλεκτος είναι συνδεδεμένη με μια ορισμένη γεωγραφική περιοχή, η ποντιακή διάλεκτος δεν έχει γεωγραφική ένια σήμερα. Αυτό συνέβη μετά το 1922, όταν με την αναταλαγη των πληθυσμών οι Έλληνες του Πόντου ήρθαν στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν σε όλα σχεδόν τα μέρη της Ελλάδας. Ο κύριος όγκος των Ποντίων προσφύγων εγκαταστάθηκε στην Μακεδονία, αλλά πολλοί έμειναν και στην Αθήνα, τον Πειραιά και την Θεσσαλονίκη. Η ποντιακή είναι μια από τις περισσότερες μελετημένες διαλέκτους. Ο λόγος είναι η αρχαϊκή και μεσαιωνική της μορφή. Η Μικρασιατικοί περιοχή που μιλήθηκε η ποντιακή ήταν πολύ εκτεταμένη. Βρισκόταν στα νότια παράλια του Εύξεινου Πόντου και κατά διαστήματα έφτανε σε αρκετό βάθος της ενδεχώρας. Άρχιζε από τα δυτικά από την αρχαία πόλη Ιωνοπολις και έφτανε ανατολικά μέχρι τη Ριζούντα και την Κολχίδα. Εστία όπου μιλήθηκε η ποντιακή διάλεκτος υπήρξαν στα παράλια η Σινώπη, η Ινέπολη, η Αμισος, τα Κοτυωρα, η Τραπεζούντα, τα Σουρμενα, η Τρίπολη. Η πιο μεγάλη ενδεχωρα οπυ ακούστηκε η ποντιακή διάλεκτος βρισκόταν νότια της Τραπεζούντας με τις περιοχές της Ματσούκας, Σάντας, Γεμουρας, Κρώμνης, Χαλδιας. Οι Πόντιοι των περιοχών αυτών ήταν συντριπτικά οι περισσότεροι από όλους τους Πόντιους και αποτελούσαν τα εννεαδεκατα του ποντιακού ελληνισμού και οι πολυπληθέστεροι από αυτούς ήταν οι κάτοικοι της Χαλδαίας, με πρωτεύουσα την Αργυρούπολη ( Κιμισχανά). Ποντιακά μιλούσαν και σε περιοχές του εσωτερικού της Μίκρας Ασίας όπου υπήρξαν παροικίες από Πόντιους μεταλλωρύχους ( ματεντζηδες), περιοχές βόρεια του Αλυ ποταμού, στο Ικόνιο κοντά στο όρος Ταύρος αλλά και στο Ντιαμπεκρι. Ποντιακά μιλούσαν και συμπαγείς πληθυσμοί στα νότια της Ρωσίας, όπου κατέφυγαν 200 χιλιάδες Πόντιοι κατά τον 16ο αιώνα, αλλά και μετά το 1914, στις παραμεθόριες με την Τουρκία περιοχές του Καυκάσου ( Καρς, Βατούμ), και ακόμη πιο μέσα στην Μαριούπολη και Κρασνοντάρ).
Είναι αξιοσημείωτο, ότι μέχρι σήμερα η ποντιακή διάλεκτος εξακολουθεί να μιλιέται σε τρεις περιοχές στον Πόντο από ελληνόφωνους μουσουλμάνους, οι οποίοι είχαν εξαιρεθεί από την ανταλλαγή των πληθυσμών λόγω του θρησκεύματος τους. Οι τρεις αυτές περιοχές είναι:
1). Η πόλη Τόνια και έξι γειτονικά χωριά.
2). Έξη χωριά στην περιοχή των Σουρμένων
3). Τριάντα χωριά στην κοιλάδα του ποταμού Οφη.
Σήμερα μπορούμε να διαπιστώσουμε στην ποντιακή διάλεκτο τις αρχικές καταβολές των πρώτων Ελλήνων άποικων, των Ιώνων της Μιλήτου από τις αρχές του 8ου αιώνα. Ακολούθησε ο μεσαιωνικός χαρακτήρας που προσέδωσε στην ποντιακή , ο μακραίωνος βυζαντινός βίος. Η ποντιακή διάλεκτος διέσωσε πολλά στοιχεία της αρχαίας Ελληνικής. Μοιραία πάντως αυτή η τελευταία διάλεκτος της Μικρας Ασίας θα εξαφανιστεί. Τα πρώτα χρόνια της άφιξης τους στην Ελλάδα οι πρόσφυγες μιλούσαν την Ποντιακή στους συνοικισμούς που εμενενα. Όταν κατάλαβαν πως δεν θα επιστρέψουν πίσω- όπως αρχικά πίστευαν- κατάλαβαν πως επερεπ να μιλούν την νεοελληνική για να μπορέσουν να συναναστραφούν με τις τοπικές κοινωνίες, οι οποίες αδυνατούσαν να καταλάβουν την ποντιακή διάλεκτο. Όσο πιο διαφορετικό και δύσκολο ήταν το γλωσσικό ιδίωμα των προσφύγων, τόσο πιο ακατανόητο ήταν για τους άλλους και τόσο η ανάγκη να το εγκαταλείψουν, σαν μέσο επικοινωνίας, με τους άλλους, μεγαλύτερη. Δεν πρέπει πάντως να μας διαφεύγει το γεγονός πως οι πρόσφυγες από την Μικρά Ασία, δεν αντιμετωπίστηκαν ευμενώς από τους άλλους Έλληνες στον πρώτο καιρό της εγκατάστασης τους. Η γενική διάθεση απέναντι τους υπήρξε περιπαικτική, και πολλές φορές υβριστική. Οι διάφορες προσωνυμίες που τους αποδόθηκαν ήταν Αουτηδες, Τουρκόσποροι, νεπεν, δείγμα των προβλημάτων που αντιμετώπισαν οι πρόσφυγες κατά την εγκατάσταση τους στην Ελλάδα. Είναι φυσικό όπου οι πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν σε συμπαγείς οικισμούς, το μικρασιατικό τους ιδίωμα, διατηρήθηκε περισσότερο χρόνο και με λιγότερες επιδράσεις. Ακόμη και σήμερα οι πρόσφυγες τρίτης γενιάς συνεχίζουν να επικοινωνούν με τους δικούς τους οικείους και συμπατριώτες, στο γλωσσικό ιδίωμα που έφεραν από την πατρίδα τους.
Η ποντιακή διάλεκτος συνεχίζει να ομιλείται από τους ηλικιωμένους Πόντιους αλλά και από τους νεότερους σε περιβάλλον οικογενειακό, φιλικό, και έχει τον χαρακτήρα επιβεβαίωσης πιο πολύ της ταυτότητας της ποντιακής καταγωγής του ομιλητή και εκδήλωσης της επιθυμίας του να διατηρηθεί η ποντιακή λαλιά. Το ίδιο ισχύει και για την Τετάρτη γενιά, σε περιοριστικούς όρους φυσικά. Από τη στιγμή που η ποντιακή διάλεκτος παύει να αποτελεί γλώσσα επικοινωνίας, είναι μοιραίο να αφανίζεται σιγά – σιγά και με το πέρασμα των χρόνων να καταντήσει μουσειακή γλώσσα. Έστω και αν η ποντιακή διάλεκτος είναι η μόνη ελληνική γλωσσική μορφή που μιλήθηκε στο διάστημα, κατά την επικοινωνία της ελληνικής καταγωγής Ρώσου αστροναύτη, με την ποντιόφωνη οικογένεια του στην Θεσσαλονίκη.