Όταν σας ρωτούν:«Ζήτημα είναι το Μακεδονικό και το Παλαιστινιακό που διεκδικούν συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο. Εσείς, όμως, δεν διεκδικείτε γη. Πως λοιπόν, μιλάτε για ζήτημα;».
Απαντήστε: Οι Εβραίοι γυρίσανε στην Πατρίδα τους μετά από 3.000 χρόνια, εσείς γιατί θέλετε τη δικιά μας Πατρίδα μέσα σε 90 χρόνια να την ξεχάσουμε;
Κι αν σας κοιτάξουν με απορία συνεχίστε:
Θα ξαναγυρίσουμε και η γη θα τρέμει!
Βασίλης Ν. Τριανταφυλλίδης
Το Ποντιακό Ζήτημα στον 21ο αιώνα
Δεκάδες και εκατοντάδες εκδηλώσεις για τη Γενοκτονία στον Πόντο λαμβάνουν χώρα κάθε Μάη στην Ελλάδα και τη Διασπορά. Υπάρχει ένα υπαρκτό κοινωνικό κίνημα που σχετίζεται με τη διατήρηση της ιστορικής Μνήμης και τη διεκδίκηση τηςαναγνώρισης του ιστορικού γεγονότος, κατά το μοντέλο των Αρμενίων και των Εβραίων. Ανεξάρτητα από τη νεοελληνική αμηχανία, αυτή τη στιγμή διατυπώνονται απόψεις, γονιμοποιούνται ιδέες, υλοποιούνται ερευνητικές προσπάθειες, τις οποίες κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει. Το κείμενο αυτό που δημοσιεύουμε, αποτελεί μέρος της εισήγησης της Σοφίας Ιορδανίδου στην Αριδαία.
Τα γεγονότα που συνθέτουν το ιστορικό πλαίσιο της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου είναι νομίζω γνωστά σε όλους. Η τεκμηρίωση της Γενοκτονίας ως ιστορικού γεγονότος είναι έργο των ειδικών. Εγώ δεν είμαι ιστορικός. Θα περιοριστώ επομένως σε κάποιες χρήσιμες, κατά τη γνώμη μου, διαπιστώσεις:
Διαπίστωση πρώτη: οι ιστορικοί λένε ότι τη στιγμή της εμφάνισης των Τούρκων στην dsc04484.jpgπεριοχή μας, η Μικρά Ασία κατοικείτο από 16.000.000 χριστιανούς (όχι αποκλειστικά Έλληνες). Μερικούς αιώνες μετά, στις αρχές του 20 αιώνα, είχαν απομείνει λιγότεροι από το ¼. Επομένως, είναι λάθος να αντιμετωπίζουμε τη γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου ως μια μελανή στιγμή στη μικρασιατική ιστορία. Στην πραγματικότητα, είχε ένα εξαιρετικά εκτεταμένο ιστορικό υπόβαθρο, ήταν η δραματικότερη πράξη της συνεχιζόμενης μέχρι και σήμερα πορείας αποχριστιανοποίησης της Μικράς Ασίας. Ο Ουϊλιαμ Ντάριμπλ, ο νεαρός Ιρλανδός συγγραφέας που εντυπωσιάζει διεθνώς τα τελευταία χρόνια στο χώρο της «ιστορικής περιήγησης», στο καταπληκτικό βιβλίο του «Ταξίδι στη σκιά του Βυζαντίου» περιγράφει πολύ παραστατικά τον επιθανάτιο ρόγχο των τελευταίων χριστιανικών κοινοτήτων, που αργοπεθαίνουν σήμερα εντός των ορίων του τουρκικού κράτους.
Διαπίστωση δεύτερη: έχει υποστηριχθεί κατά κόρον –κυρίως από το χώρο της τουρκικής και όχι μόνο αριστεράς- ότι η Μικρασιατική καταστροφή ήταν ένα ιστορικό γεγονός με σαφείς οικονομικές και ταξικές προεκτάσεις. Υπάρχει ένας ρομαντισμός σε αυτήν την ιστορία. «Οι Έλληνες και οι Αρμένιοι εκμεταλλεύονταν τον μόχθο του τουρκικού έθνους. Άρα η εξολόθρευσή τους, όσο αποτρόπαια κι αν ήταν, ενείχε και το στοιχείο της απόδοσης ταξικής δικαιοσύνης». Αυτή η άποψη παραγνωρίζει το γεγονός ότι η εκκαθάριση έγινε από τον τουρκικό όχλο - όπως γίνεται πάντοτε εξάλλου -. Με μία διαφορά. Δεν έγινε προς όφελος του τουρκικού λαού, αλλά μιας ανερχόμενης ομάδας παρακρατικών πλιατσικολόγων, που αμέσως μετά έσπευσε να ξεπλύνει τα αιματοβαμμένα χέρια της, προκειμένου να υποδυθεί την ανύπαρκτη μέχρι τότε τουρκική αστική τάξη. Προφανώς δεν είναι τυχαίο ότι οι απόγονοι του μέχρι τότε βαρκάρη Τοπάλ Οσμάν είναι ακόμη και σήμερα μία από τις πλουσιότερες οικογένειες ολόκληρης της Μαύρης Θάλασσας; Από την άλλη πλευρά, εκείνοι που πλήρωσαν τελικά το βαρύτερο φόρο του αίματος δεν ήταν οι Έλληνες ή οι Αρμένιοι μεγαλοαστοί, οι οποίοι – ένα μέρος τουλάχιστον - είχαν φροντίσει να εγκαταλείψουν έγκαιρα με τα κεφάλαιά τους την Οθωμανική επικράτεια, αλλά οι φτωχοί αγρότες που αφέθηκαν ανυπεράσπιστοι στην τραγική τους μοίρα.
Διαπίστωση Τρίτη: ένας άλλος μύθος που επικαλούνται συχνά οι κεμαλικοί είναι ότι αυτό που εμείς ονομάζουμε γενοκτονία, δεν ήταν παρά η αυτονόητη άμυνα του τουρκικού έθνους απέναντι στις αυτονομιστικές διαθέσεις των χριστιανικών μειονοτήτων. Ιδιαίτερα στην περίπτωση του Πόντου, συνηθίζουν να επικαλούνται την ύπαρξη του εξαιρετικά μαχητικού αντάρτικου, που αναπτύχθηκε στα ποντιακά βουνά. Όμως, τα εθνοκτόνα σχέδια των Κεμαλικών δεν περιορίστηκαν μόνο στην Πάφρα ή την Σάντα, για να αναφερθώ στις δύο γνωστότερες εστίες του ποντιακού αντάρτικου. Αναρωτιέται κανείς ποιες αμαρτίες πλήρωσαν οι φιλήσυχοι αστοί της Τρίπολης του Πόντου που εξολοθρεύτηκαν μαζικά στους δρόμους της εξορίας!
Διαπίστωση τέταρτη και τελευταία: κάποιοι άλλοι δίνουν έμφαση στο θρησκευτικό χαρακτήρα της γενοκτονίας. Επικαλούμενοι τη διαχρονική σύγκρουση μεταξύ Χριστιανισμού και Ισλάμ, επιχειρούν να απαλλάξουν τον τουρκικό εθνικισμό από το βάρος των εγκλημάτων του. Η περίπτωση όμως των Μουσουλμάνων Κούρδων, που ακολουθούν χρονικά στον τραγικό κατάλογο των θυμάτων του Kεμαλισμού, αποδεικνύει ότι το θρησκευτικό στοιχείο δεν ήταν εκείνο που έκρινε τη μοίρα των Ελλήνων του Πόντου. Το σύνθημα των Κεμαλικών δεν ήταν «η Τουρκία στους Μουσουλμάνους», ήταν «η Τουρκία στους Τούρκους». Ο Κεμαλισμός δεν είναι θρησκευτική υπόθεση, αλλά εθνικιστική. Και αυτό δεν μας επιτρέπει να ξεχάσουμε.
Μου λένε συχνά διάφοροι φίλοι μου –μη Πόντιοι- ότι δεν καταλαβαίνουν την εμμονή ημών των Ποντίων να περιχαρακώνουμε το γεγονός της γενοκτονίας μας, διαφοροποιώντας την από αντίστοιχες καταστάσεις που έζησε την ίδια περίπου περίοδο ο μείζων ελληνισμός. «Μόνο οι Πόντιοι υπέστησαν γενοκτονία; Γιατί να μιλάμε για γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού και όχι για Γενοκτονία του Μικρασιατικού ή του Θρακικού Ελληνισμού;» είναι κάποια συχνά ερωτήματα που καλείται να απαντήσει ένας Πόντιος.
Λοιπόν, ας βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους. Νομίζω ότι, απ’ όσα είπα νωρίτερα, καταλαβαίνει κανείς ότι προσωπικά αντιλαμβάνομαι τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου ως dsc00775.jpgμέρος ενός ευρύτερου ιστορικού γεγονότος, που είχε θύματα, όχι μόνο τους Πόντιους, αλλά όλους σχεδόν τους Χριστιανούς κατοίκους της Μικράς Ασίας. Εκείνο, ωστόσο, που με κάνει να πιστεύω ότι υπάρχει μια διαφορά στη δική μας περίπτωση, είναι η απουσία ελληνικού στρατού στον ιστορικό Πόντο. Τους μήνες που προηγήθηκαν της Μικρασιατικής Καταστροφής, η Ιωνία είχε καταληφθεί από ελληνικό στρατό. Το ίδιο και η Ανατολική Θράκη. Στον Πόντο, όμως, δεν αποβιβάστηκε ποτέ ούτε ένας Έλληνας στρατιώτης. Επομένως, στην περίπτωση του Πόντου, ο τουρκικός εθνικισμός δεν μπορεί να επικαλεσθεί καμία δικαιολογία. Κανένα επιχείρημα περί εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, που θα μπορούσε να συγκινήσει κάποιον ανυποψίαστο ερευνητή. Ό,τι συνέβη εκείνη την περίοδο στον Πόντο, περιγράφεται με μία και μόνη λέξη: εθνοκάθαρση. Και μάλιστα απρόκλητη. Χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι θα μπορούσε κανείς να δικαιολογήσει όσα συνέβησαν σε βάρος των Ελλήνων της Ιωνίας ή της Θράκης.
Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
Αφήνοντας προς στιγμήν την ιστορία, θέλω να σταθώ για λίγο στο παρόν. Τα πρώτα χρόνια που αρχίσαμε να διοργανώνουμε ανοιχτές εκδηλώσεις μνήμης για να τιμήσουμε τη μνήμη των θυμάτων της γενοκτονίας, ελάχιστοι στην Ελλάδα, κι ακόμη πιο λίγοι διεθνώς, ασχολούνταν μαζί μας. Εδώ και λίγα χρόνια η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου έρχεται στο επίκεντρο της διεθνούς δημοσιότητας με πρωτοβουλία της ίδιας της τουρκικής πλευράς, η οποία διαμαρτύρεται γιατί η συζήτηση αμαυρώνει τη μνήμη του ιδρυτή της σύγχρονης Τουρκικής Δημοκρατίας, Κεμάλ Ατατούρκ. Ωστόσο, υπάρχει κάτι που θα πρέπει να μας προβληματίσει σε αυτήν την ιστορία. Αναρωτιέμαι κατά πόσο είναι δυνατόν ο ίδιος ο δράστης, και μάλιστα ο δράστης ενός εξαιρετικά ειδεχθούς εγκλήματος, όπως είναι η γενοκτονία, να επαναφέρει στο προσκήνιο το έγκλημά του, απλά και μόνο για λόγους εντυπώσεων. Αυθόρμητα, απαντώ όχι βέβαια.
Είναι φανερό ότι η Τουρκία φοβάται. Ως Πόντια και ως μέλος διάφορων Ποντιακών Σωματείων, θα ήθελα πάρα πολύ να φοβόταν τους Πόντιους και τα Σωματεία τους. Θα ήταν, άλλωστε, μια πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση εκδίκησης της Ιστορίας. Ωστόσο, πιστεύω ότι, παρά τα θετικά βήματα των τελευταίων ετών, με σημαντικότερο αυτό της συγκρότησης της Π.Ο.Ε., ο usa-1.jpgποντιακός χώρος απέχει ακόμη αισθητά από το να μπορεί να επηρεάζει άμεσα τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και να παρεμβαίνει στην ατζέντα τους. Κάτι άλλο, λοιπόν, φοβάται η Τουρκία.
Νομίζω ότι οι σπασμωδικές αντιδράσεις της τουρκικής πολιτικής ηγεσίας αποκαλύπτουν περισσότερες από μία φοβίες. Κατ’ αρχήν, είναι προφανές ότι η συζήτηση για τη γενοκτονία «τσαλακώνει» το ευρωπαϊκό προφίλ της σύγχρονης Τουρκίας. Και μάλιστα σε μια περίοδο, κατά την οποία, η ένταξή της στην Ε.Ε. αντιμετωπίζεται από τον πολιτική, στρατιωτική, διπλωματική και οικονομική νομενκλατούρα της γειτονικής χώρας, περίπου ως πανάκεια.
Η κυβέρνηση Ερντογάν δίνει στις μέρες μας τον «υπέρ πάντων αγώνα». Παράλληλα, γνωρίζει πολύ καλά ότι το βασικό εμπόδιο στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας δεν είναι τόσο το πασίγνωστο έλλειμμα δημοκρατίας στο εσωτερικό της, η δημοσιονομική της ανωριμότητα ή έστω, ο κοινωνικός της πρωτογονισμός. Η τουρκική νομενκλατούρα γνωρίζει πολύ καλά ότι το βασικό εμπόδιο στην ευρωπαϊκή προοπτική της σύγχρονης Τουρκίας είναι η κοινή πεποίθηση των ευρωπαϊκών λαών ότι η Τουρκία δεν είναι ευρωπαϊκό κράτος. Κανείς Ευρωπαίος πολίτης δεν μπορεί να φανταστεί ένα ευρωπαϊκό κράτος πρωταγωνιστή μιας αποτρόπαιης γενοκτονίας ή τουλάχιστον, δεν μπορεί να φανταστεί ότι υπάρχει ευρωπαϊκό κράτος που διέπραξε γενοκτονία χωρίς να νοιώσει ποτέ την ανάγκη να ζητήσει συγνώμη γι αυτό.
ΤΟ ΠΟΝΤΙΑΚΟ ΖΗΤΗΜΑ
Μου είναι φανερό ότι εμείς οι Πόντιοι έχουμε ανοιχτούς λογαριασμούς με το παρελθόν, αλλά και με το μέλλον μας. Ζήσαμε επί 3.000 χρόνια σε έναν ευλογημένο τόπο, γνωρίσαμε την ιστορία και από την καλή και από την ανάποδη, και ξαφνικά μας είπαν ότι πρέπει να συμβιβαστούμε με την ιδέα ότι δεν υπάρχουμε. Χιλιάδες παιδιά της δεύτερης και τρίτης προσφυγικής γεννιάς μεγάλωσαν με την ιδέα ότι ανήκουν σε ένα λαό, ο οποίος όχι μόνο δεν έχει πατρίδα –αυτό ήταν το λιγότερο- αλλά δεν έχει και θέση στην Ιστορία. Αν το βιβλίο της ιστορίας που διδάσκεσαι στο σχολείο σου δεν αναφέρει τίποτε για εσένα και την ιστορία σου, τότε έχεις κάθε δικαίωμα να υποθέσεις ότι δεν έχεις ιστορία, ότι δεν υπάρχεις. Και εμείς, τουλάχιστον για πάρα πολλά χρόνια, δεν υπήρχαμε, γιατί δεν έπρεπε να υπάρχουμε.
Αυτό είναι και η ουσία αυτού που ονομάζουμε σήμερα Ποντιακό Ζήτημα. Απαντώ έτσι στον προβληματισμό αν εμείς οι Πόντιοι δικαιούμαστε να μιλάμε για ζήτημα. Μας ρωτάνε: «Ζήτημα είναι το Μακεδονικό και το Παλαιστινιακό που διεκδικούν συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο. Εσείς, όμως, δεν διεκδικείτε γη. Πως λοιπόν, μιλάτε για ζήτημα;». Ποντιακό Ζήτημα δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο αγώνας, ο συνεχής, ανένδοτος και ανυποχώρητος αγώνας του Ποντιακού Ελληνισμού να ξανακερδίσει τη θέση του στην παγκόσμια ιστορία και κατ’ επέκταση να κατοχυρώσει τη θέση του στο σημερινό, αλλά και το μελλοντικό διεθνές γίγνεσθαι. Επομένως, οι βασικές συνιστώσες αυτού του ζητήματος δεν μπορούν παρά να είναι:
γενοκτονία και ο ξεριζωμός
-η διασπορά και η αποδιάρθρωση
-η απώλεια της ιστορικής μνήμης
-η απουσία εθνικής πολιτικής που να αναδεικνύει τα παραπάνω σε εθνικό και διεθνές πολιτικό ζήτημα
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα πράγματα δεν ήταν πάντοτε τόσο απλά. Η εκάστοτε πολιτική ηγεσία του τόπου ουδέποτε συμπεριέλαβε το ποντιακό ζήτημα στην ατζέντα της, ενώ εξακολουθεί και σήμερα να αντιμετωπίζει το όλο θέμα με μια πελατειακή αντίληψη, που παραπέμπει σε άλλες εποχές.
Ο οργανωμένος ποντιακός χώρος από την άλλη, ασχολήθηκε πρωτίστως με τη διαφύλαξη και ανάδειξη της πολιτιστικής του παράδοσης, αγνοώντας ή προσποιούμενος πως αγνοεί ότι είχε - ή έπρεπε να έχει - και κάποιες άλλες προτεραιότητες. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να διαμορφωθεί μέχρι σήμερα μια άκρως ελλειμματική ποντιακή συνείδηση, η οποία εκφράζεται κυρίως σε επίπεδο φολκλόρ, με το χορό και το τραγούδι. Το 2ο Παγκόσμιο Συνέδριο των Ποντίων όρισε για πρώτη φορά το ποντιακό ζήτημα ως ξεχωριστό εθνικό ζήτημα με ιδιαίτερες διεθνοπολιτικές διαστάσεις, η μεγάλη μάζα, όμως, των ποντιακών συλλόγων δεν κατάφερε να το αναδείξει. Το νέο διεθνές πολιτικό περιβάλλον, όπως αυτό δημιουργείται στην υπό διεύρυνση Ευρώπη και Ατλαντική συμμαχία, οδηγεί στην επανατοποθέτηση των λαών της ευρύτερης περιοχής μας στην Ιστορία.
Επανερχόμαστε στην παγκόσμια ιστορία για πρώτη φορά μετά από 90 χρόνια, γιατί τώρα έχουμε - ή τώρα μας αφήνουν - να πούμε σημαντικά πράγματα, που η ράτσα μας κρατούσε καλά φυλαγμένα επί τόσα χρόνια στη συλλογική της μνήμη.
Διεκδικούμε:
την ένταξη του ποντιακού ζητήματος στην πολιτική και διπλωματική ατζέντα της χώρας. Η πολιτική ηγεσία θα πρέπει κάποτε να σταματήσει να θεωρεί το Ποντιακό σημαντικό διεθνές ζήτημα όταν μιλάει στους Πόντιους, και να το ξεχνά με ευκολία όταν μιλά στα διεθνή fora.
Τη διεθνοποίηση της γενοκτονίας. Έχουμε να διδαχθούμε πολλά από τους Αρμένιους, τους Ασσύριους, και τους υπόλοιπους λαούς της Ανατολής, που είχαν την ίδια τραγική μοίρα με εμάς. Οι Αρμένιοι υπήρξαν οι πρώτοι διδάξαντες στην προσπάθεια της διεθνούς αναγνώρισης της γενοκτονίας τους και μάλιστα, πολύ πριν το ολοκαύτωμα των Εβραίων προκαλέσει τη γνωστή σε όλους μας ευαισθησία της ευρωπαϊκής κοινωνίας απέναντι σε κάθε κρατικά καθοδηγούμενη εθνοκτόνο δραστηριότητα. Οφείλουμε να τους το αναγνωρίσουμε.
Το χαρακτηρισμό της πολιτιστικής κληρονομιάς του ιστορικού Πόντου ως διατηρητέα από διεθνείς οργανισμούς. Δεν αρκεί να σωθεί η Παναγία Σουμελά ή τα υπόλοιπα μνημεία της ελληνικής παρουσίας στον ιστορικό Πόντο. Πρέπει και να αναδειχθεί η ταυτότητα τους, γιατί σήμερα, σύμφωνα με τους Τούρκους, τα μνημεία μας δεν έχουν εθνική ταυτότητα. Αυτός που επισκέπτεται σήμερα την Παναγία Σουμελά μαθαίνει από τον Τούρκο ξεναγό ότι πρόκειται για ένα σημαντικό μνημείο, χαρακτηρισμένο από την UNESCO ως μέρος της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, όσο όμως και να επιμείνει, δεν πρόκειται να ακούσει ούτε μια λέξη για αυτούς που το έχτισαν. Αυτό μπορεί και πρέπει να σταματήσει. Εμάς μπορεί κάποτε να μας έδιωξαν, τα μνημεία όμως που αφήσαμε πίσω μας, είναι τόσο πολλά και τόσο σημαντικά που θα μαρτυρούν για πάντα το πέρασμα του ελληνικού πολιτισμού από την περιοχή.
Επίσης, διεκδικούμε,
Την προβολή και στήριξη των στοιχείων της πολιτισμικής μας ταυτότητας από το ελληνικό κράτος. Δεν συμβάλαμε λίγο στη σημερινή του ταυτότητα!
Την ενσωμάτωση της ιστορίας του ποντιακού ελληνισμού στον κορμό της εθνικής και ιδιωτικής εκπαίδευσης. Ως εκπρόσωπος μιας σιωπηλής μεγάλης πλειοψηφίας του παρελθόντος, θα ήθελα να μπορώ να κοιτάζω τα παιδιά μας στα μάτια και να μπορώ να τους λέω: «σήμερα πια, μπορείς να μάθεις για την ιστορία σου και την καταγωγή σου στο σχολείο. Δεν χρειάζεται πια, τρομαγμένος να ζητάς αποδείξεις και επιβεβαίωση ότι ο Πόντος είναι μια υπαρκτή ιστορία.
Την οικονομική επανασύνδεση του ελλαδικού με τον παρευξείνιο χώρο και την ανάδειξη της γεωστρατηγικής σημασίας του στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Ο Πόντος τον έπαιξε αυτόν τον ρόλο με μεγάλη επιτυχία στις μέρες του. Σήμερα, είμαστε σε θέση να συμβάλουμε και πάλι προς αυτήν την κατεύθυνση
Τη συσπείρωση και τη συνεργασία με δυνάμεις - ποντιακές και μη - σε ελληνικό και διεθνές επίπεδο, για την επίτευξη των στόχων μας. Με τους Αρμένιους συναντηθήκαμε για πρώτη φορά έξω από τα Τουρκικά Προξενεία ανά τον κόσμο, όταν διαμαρτυρηθήκαμε από κοινού για την τραγική μοίρα που επεφύλαξε ο τούρκικος εθνικισμός στους αυτόχθονες λαούς της Ανατολίας. Δεν είναι αρκετό. Πρέπει να συναντηθούμε και να συντονίσουμε τα βήματά μας με κάθε λαό, σε κάθε μέρος του κόσμου, για τον οποίο κάποιοι επιφυλάσσουν μοίρα όμοια με τη δική μας. Κάθε φορά που ο Ισραηλινός στρατός επεμβαίνει στο Λίβανο, ο Πόντιος οφείλει να αισθάνεται Λιβανέζος. Όταν οι Κινέζοι παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα του λαού του Θιβέτ, ο Πόντιος οφείλει να αισθάνεται Θιβετιανός. Κάθε φορά που ο Τουρκικός στρατός παραβιάζει τα σύνορα του Βόρειου Ιράκ (του Νότιου Κουρδιστάν για την ακρίβεια), ο Πόντιος οφείλει να ταυτίζεται με τον πολύπαθο κουρδικό λαό. Αυτός είναι ο νέος πατριωτικός διεθνισμός, που μας επιβάλει η γνώση της ιστορίας μας.
Είτε αρέσει, είτε όχι το Ποντιακό ζήτημα αποτελεί εδώ και καιρό μέρος της εξαιρετικά σύνθετης ατζέντας των διεθνών σχέσεων και συσχετισμών της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου. Είναι πολύ μεγάλη υπόθεση δίπλα στις συζητήσεις για πετρέλαια και γεωστρατηγικά συμφέροντα μεγάλων δυνάμεων σε μια περιοχή, που θα μπορούσε κάλλιστα να θεωρηθεί ως η πυριτιδαποθήκη του πλανήτη, να αρχίσει δειλά να δειλά να ακούγεται και η δική μας φωνή. Η φωνή ενός μικρού λαού, που αποκόπηκε κάποτε βίαια από την ιστορική του πατρίδα, και επανέρχεται σήμερα στο προσκήνιο διεκδικώντας απλά το δικαίωμά του στη μνήμη. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτή θα είναι για εμάς η μεγαλύτερη δικαίωση, η μνήμη.
Αν το χρέος της γενιάς που επέζησε και ξεριζώθηκε, ήταν να επιβιώσει, αν το χρέος των γενεών που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Ελλάδα ήταν να μην ξεχάσουν, αν το χρέος της δικής μας, dsc04314.JPGτης σημερινής γενιάς, ήταν να θέσει τις βάσεις μιας αγωνιστικής προσέγγισης της θέσης μας στην ιστορία, το χρέος της νέας γενιάς, των παιδιών που μεγαλώνουν σήμερα, είναι να πραγματοποιήσουν το μεγάλο ποιοτικό άλμα προς τα εμπρός. Το μεγάλο ποιοτικό άλμα προς τη γνώση, την έρευνα, την τεκμηρίωση. Η καλύτερη δικαίωση των 353.000 ψυχών που αφήσαμε πίσω μας, θα είναι η αποκάλυψη σε ολόκληρη την ανθρωπότητα της τραγικής ιστορίας ενός λαού, που κάποιοι έκριναν ότι μπορούν να του στερήσουν το δικαίωμα να υπάρχει. Στο χέρι των παιδιών μας είναι να τους διαψεύσουν.
Πηγή: ΠΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΑΡΙΣΤΕΡΑ