-Γιατί επιλέξατε για τη μελέτη σας τους Έλληνες του Πόντου;
-Ο ποντιακός ελληνισμός είναι ένα παράδειγμα και παράδοξο μακρόχρονης συνέχειας ενός λαού που έχασε την πατρίδα του, αλλά επιβίωσε κρατώντας την ταυτότητά του σε σχέση με χώρους και τόπους. Για να ερμηνευτεί το φαινόμενο αυτό θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας δύο πράγματα: Πρώτα την ανατροπή που προκάλεσε η κατάρρευση των παλιών πολυεθνικών αυτοκρατοριών και η εμφάνιση του έθνους-κράτους και κατόπιν την αναγκαιότητα για τους Πόντιους να στηρίζονται ή να αναφέρονται σε εδάφη, περιοχές, πόλεις ή το λιγότερο σε τόπους για να αναπαράγουν την ταυτότητά τους.
Οι Ρωμιοί του Πόντου ήταν ένας λαός που αναπτύχθηκε και ευδοκίμησε στο πολυεθνικό πλαίσιο και χώρο που όριζαν οι αυτοκρατορίες, βυζαντινή και οθωμανική. Έθεσαν σε λειτουργία ένα ανεξάρτητο κράτος πολυεθνικού τύπου προσανατολισμένο στον Εύξεινο Πόντο, το Βασίλειο των Μιθριδατών που διατηρήθηκε έως το 63 π.χ. και τη Αυτοκρατορία των Μεγάλων Κομνηνών το 1204-1461. Για χιλιετίες έζησαν σε επαφή με άλλες εθνότητες, καθώς και τις βασικές θρησκείες της περιοχής, χριστιανισμό και ισλάμ. Συμμετείχαν στον ελληνικό πολιτισμό, στο χώρο του Ελληνισμού, όταν το κέντρο βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη και όλες οι ελληνικές ομάδες επικοινωνούσαν μέσα τούτης της πόλης. Ο Πόντος αποτέλεσε από μόνος του Εθνικό Κέντρο των Ελλήνων. Ίσως γιατί κατείχε μια ακριτική θέση, εφόσον ήταν απομακρυσμένος από τα άλλα κέντρα των Ελλήνων. Από την Κωνσταντινούπολη απείχε 350 χλμ. ενώ από την Πελοπόννηση 1000 σε ευθεία.
-Πώς επηρρέασε η εποχή του έθνους-κράτους και η κυριαρχία του εθνικισμού τις εξελίξεις στην περιοχή του Εύξεινου Πόντου;
-Η δημιουργία έθνους-κράτους στην Ελλάδα μετατόπισε το Εθνικό Κέντρο από την Κωνσταντινούπολη στην Αθήνα και το κέντρο βάρους του ελληνισμού στο Αιγαίο, περιθωριοποιώντας τον Πόντο και την Παρευξείνιο Διασπορά. Έτσι, τονίστηκε η διάσπαση των δύο διαφορετικών ελληνικών κόσμων, που άρχισε ιδιαίτερα το δέκατο τρίτο αιώνα με τις επιδρομές των Σελτζούκων. Η ακριτική τοποθέτηση του Πόντου επιδεινώθηκε με την απομάκρυνση του Κέντρου των Ελλήνων στο άκρο του βαλκανικού Νότου. Η μεγαλύτερη καταστροφή υπήρξε η γενίκευση και επέκταση των αρχών του έθνους-κράτους στον οθωμανικό χώρο και ιδιαίτερα στη Μικρά Ασία. Η λογική της ομοιογενοποίησης του κρατικού χώρου ήταν κάτι το καινούργιο για τους Πόντιους, που μέχρι τώρα είχαν γνωρίσει μόνο πολυεθνικά περιβάλλοντα. Αυτή η λογική οδήγησε στις εθνικές εκκαθαρίσεις των Αρμενίων και των Ελλήνων του Πόντου.
Ο ερχομός της λογικής αυτής δημιούργησε σκληρότατες συνέπειες για τον ποντιακό ελληνισμό σε όλες της περιοχές εγκατάστασής του: Στη Ρωσία, η πολιτική του εκρωσισμού στη δεκαετία του 1880, ως απόρροια της πανσλαβιστικής ιδεολογίας, απαγόρευε την ίδρυση ελληνικών ναών και σχολείων, προωθώντας τη γλωσσική αφομοίωση. Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και στην Τουρκία αργότερα, ο εθνικισμός των Νεοτούρκων και του Κεμάλ Ατατούρκ, δημιούργησαν μια ομοιογενή τουρκική χώρα χωρίς εθνικές μειονότητες. Στην Ελλάδα, η εσωστρέφεια του νεοελληνικού κράτους, που συγκεντρώθηκε και απλώθηκε στα Βαλκάνια ως ένα έθνος-κράτος δυτικού τύπου, προκάλεσε κυρίως το ενδιαφέρον για την εθνική καθαρότητα στο χώρο που ήλεγχε. Η ανταλλαγή των πληθυσμών που αποφασίστηκε με τη συνθήκη της Λωζάννης, συνέβαλε στη διάσπαση της συνοχής του ποντιακού ελληνισμού.
-Υπήρξαν διαφορές μεταξύ ελλαδικής και ποντιακής πολιτικής αντίληψης;
-Το Εθνικό Κέντρο των Αθηνών είχε ως κυριότερο στόχο τη σταδιακή επέκταση των συνόρων του στη χερσόνησο του Αίμου και στο Αρχιπέλαγος, ώστε να διασφαλίσει ένα ελεγχόμενο εδαφικό χώρο που θα χαρακτηριζόταν από γεωγραφική συνέχεια. Αυτή η κατεύθυνση οδήγησε τους Πόντιους στη διατύπωση του αιτήματος για δημιουργία δεύτερου ανεξάρτητους ελληνικού κράτους: της Ελληνικής Δημοκρατίας του Πόντου. Ο Μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος, ο μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, υπέβαλε σχετικό Υπόμνημα στη Συνδιάσκεψη της Ειρήνης το 1918. Το κράτος που ονειρεύονταν θα μπορούσε να είναι πολυεθνικό, ελληνικό με μια ισχυρή μειονότητα μουσουλμάνων. Ο Χρύσανθος, που ηγήθηκε της Προσωρινής Κυβέρνησης Τραπεζούντας την περίοδο 1916-1918, ήταν υπέρ της ελληνοτουρκικής συνεργασίας. Το σχέδιο των Ποντίων απέτυχε γιατί δεν κατάφερε να έχει την υποστήριξη του Ελ. Βενιζέλου και των Βρετανών. Ο ποντιακός αγώνας και το δυναμικό αντάρτικο που διέθετε κατά των Τούρκων εθνικιστών, υποστηρίχθηκε μόνο από τις ελληνικές κοινότητες της Ρωσίας. Οι Έλληνες της Ρωσίας, μετά την κατάρρευση του τσαρικού απολυταρχικού καθεστώτος εμφ΄νισταν ένα θαυμαστό πολιτικό κίνημα κίνημα που στόχευε στην εθνική τους χειραφέτηση. Σε εκκλησιαστικό επίπεδο διεκδίκησαν τη δημιουργία της Ελληνικής Εκκλησίας της Ρωσίας με έξη επισκοπές. Την εποχή εκείνη, ο ελληνισμός της Ρωσίας και ιδιαίτερα του Καυκάσου, ήταν το κέντρο βάρος του ποντιακού ελληνισμού, όπως φάνηκε με τα συνέδρια στο Μπακού (Ιούλιος 1918) και Βατούμι (Ιούνιος 1919), Υπήρχε μια εθνογραφική, πολιτισμική και πολιτική ενότητα μεταξύ των Ελλήνων του Πόντου, της Νότιας Ρωσίας και της Υπερκαυκασίας. Όμως η επέκταση της επιρροής των μπολσεβίκων διέλυσε το ελληνικό εθνικό κίνημα, καθώς και τα δίκτυα με το ποντιακό κίνημα. Αργότερα κατά τις δεκαετίες ‘30 και ‘40, η εθνική καταστολή που πραγματοποίησε ο σταλινισμός κατά των μειονοτήτων, είχε μεγάλο κόστος στις ελληνικές κοινότητες. Η Ελλάδα, ως κράτος, έδειξε μικρό ενδιαφέρον για την τύχη των ομοεθνών της. Η εξορία στη Κεντρική Ασία μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ενέτεινε τη διάσπαση του ποντιακού ελληνισμού. Με την απώλεια της πατρίδας του Πόντου, αυτή η διάλυση ήταν η δεύτερη καταστροφή με αποτέλεσμα την εξαφάνισή τους από τη σκηνή της Ιστορίας για μια μεγάλη περίοδο. Σε τέτοια περίοδο θα μπορούσαν να αφομοιωθούν στη Σοβιετική Ένωση και στην Ελλάδα. Αυτή η αφομοίωση έγινε μόνο για άτομα και όχι για το σύνολο των Ποντίων.
-Ποιές ήταν οι επιπτώσεις των μετασοβιετικών δεδομένων στον ποντιακό ελληνισμό;
-Με το τέλος του ψυχρού πολέμου και τον ερχομό της μεταμοντέρνας εποχής, είδαμε την αναγέννηση του ποντιακού ελληνισμού και των δικτύων της ποντιακής διασποράς σε παγκόσμιο επίπεδο. Στην πρώην Σοβιετική Ένωση, μερικούς από τους εξόριστους της σταλινικής περιόδου άρχισαν να γυρίζουν στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Ανασυγκροτήθηκαν οι ελληνικές κοινότητες. Το συλλογικό κίνημα ξαναγεννήθηκε. Τα αιτήματα για εθνική χειραφέτηση και αυτονομία επανεμφανίστηκαν. Τώρα, η ελληνική παρουσία παραμένει σημαντική στη Νότια Ρωσία και στην Ουκρανία, ενώ παρατηρούμε μεγάλη συρρίκνωση του ελληνικού πληθυσμού στην Αρμενία, στη Γεωργία και στο Καζαχστάν, εξ αιτίας των εθνικών αναταραχών που έγιναν τα τελευταία χρόνια. Ξαναχτίστηκαν οι εκκλησίες σε πολλές πόλεις και χωριά. Οι δραστηριότητες των ελληνικών συλλόγων έχουν αυξηθεί με εντονότερη συνεργασία των επιχειρηματικών κύκλων και των ομογενειακών οργανώσεων της Ελλάδας. Έτσι βλέπουμε ότι η ελληνική, καθώς και η εθνικοτοπική ποντιακή ταυτότητα, επιβίωσε και αναγεννήθηκε πρόσφατα στο πρώην σοβιετικό χώρο. Επίσης και οι Πόντιοι της Ελλάδας δεν απορροφήθηκαν από το ελλαδικό χωνευτήρι, όπως άλλοι ελληνικοί ή μη πληθυσμοί, αλλά κράτησαν την ταυτότητά τους. Δημιούργησαν μια ποντιακή εικονογραφία με χορούς, στολές ανταρτών, θέατρο, μουσική με λύρα, μνημεία για τους ήρωες του Πόντου κ.ά. Ειδικότεραμετά το 1970, οι Πόντιοι της Ελλάδας σημειοδότησαν στο ελλαδικό έδαφος τόπους μνήμης. Ξαναδημιούργησαν τα ποντιακά μοναστήρια
-Πώς μπορούν να συνοψιστούν τα συμπεράσματα του ερευνητικού εγχειρήματος;
-Οι Έλληνες το Πόντου είναι ένα παράδειγμα ενός λαού που ευημερούσε σε ένα περιβάλλον πολυεθνικό, σε πολυεθνικές αυτοκρατορίες, από την αρχαιότητα ως τις αρχές του 20ου αιώνα. Όπως οι άλλοι ανατολικοί λαοί, αποσταθεροποιήθηκε από τη λογική του έθνους-κράτους και της εθνικής ομογενοποίησης. Υπέφερε μαζί με τους Αρμένιους τη Γενοκτονία στον Πόντο. Υπέστη ξερίζωμα και εξορία στη Σοβιετική Ένωση. Μακριά από την Ελλάδα, το καινούργιο Εθνικό Κέντρο του ελληνισμού, δεν ήταν δυνατόν να ενταχθεί στα σχέδια απελευθέρωσης και επέκτασης του εθνικού ελλαδικού χώρου. Οι Έλληνες του Πόντου αντιστάθηκαν στην εξαφάνιση σε δύο κατευθύνσεις: Προσπαθησαν να δημιουργήσουν στο χώρο καταγωγής μια Δημοκρατία του Πόντου. Απέτυχαν γιατί αυτό το σχέδιο δεν ανταποκρινόταν στα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων και στη λογική τουτ έθνους-κράτους. Προσπάθησαν να δημιουργήσουν Αυτόνομες Περιοχές στη Σοβιετική Ένωση δύο φορές (1928 και 1991). Οι μόνες λύσεις που τους απέμειναν μετά τις αποτυχίες αυτές ήταν είτε να αφομοιωθούν στη Ρωσία και στην Ελλάδα, είτε να επιβιώσουν στο πλαίσιο μιας διασποράς, με τη λογική της διασποράς, συνάμα στην Ελλάδα και στον υπόλοιπο κόσμο. Το μεγαλύτερο μέρος των Ποντίων διάλεξε τούτη τη λύση. Αλλά η δημιουργία μιας εικονογραφίας με το στήριγμα των σωματείων δεν ήταν αρκετά ικανοποιητική για τη διατήρηση της ταυτότητάς τους. Έτσι, χρειάστηκαν να χτίσουν, να διακοσμήσουν τόπους μνήμηςκαι αναφοράς, όπως μοναστήρια και μνημεία. Στο τέλος του εικοστού αιώνα, η λογική του έθνους-κράτους έφτασε στα όριά της και τα δίκτυα των διασπορών ξαναεμφανίζονται στο πρώτο επίπεδο με την παγκοσμιοποίηση. Σε τέτοιο πλαίσιο η ποντιακή διασπορά και ευρύτερα η ελληνική έχει μεγάλη προοπτική.