ΟΛΗ Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΧΑΡΡΥ ΚΛΥΝΝ
Συμπατριώτες
και συμπατριώτισσες…
Αγαπητές φίλες και φίλοι…
Αγαπητά μου Ποντιόπουλα...
Δέχτηκα με χαρά την τιμητική πρόσκληση της οργανωτικής επιτροπής του
Συναπαντήματος του σωματείου της Παναγίας Σουμελά να είμαι ένας από τους
ομιλητές στο 14 Συναπάντεμα Ποντιακής Νεολαίας, για να εκθέσω, μαζί με όσα
στοιχεία μπόρεσα να συλλέξω κάτω από την πίεση του χρόνου, τις σκέψεις και τις
απόψεις μου, για ένα σύγχρονο Ποντιακό θέατρο.
Θέατρο…
Αλήθεια ξέρουμε την σημασία του θεάτρου στην κοινωνία μας; Ξέρουμε πόσα είδη
θεάτρου υπάρχουν;
Η απάντηση της πλειοψηφίας των ανθρώπων θα είναι ΟΧΙ!
Τι είναι λοιπόν το θέατρο;
Το θέατρο είναι η παραγωγή ζωντανών απεικονίσεων συμβάντων παραδοσιακών ή
φανταστικών ανάμεσα σε ανθρώπους με σκοπό την επιμόρφωση και ψυχαγωγία των θεατών.
Θέατρο είναι επίσης και ο ειδικός χώρος όπου συγκεντρώνεται αρκετός κόσμος για
να παρακολουθήσει ένα ζωντανό θέαμα.
Ο όρος ζωντανό θέαμα απέκτησε ιδιαίτερη σημασία στην εποχή μας, επειδή
διακρίνει τις θεατρικές παραστάσεις από τα άλλου είδους θεάματα, όπως τον
κινηματογράφο, την τηλεόραση, τις εκθέσεις έργων τέχνης κλπ.
Πράγματι, μόνο στη σκηνή του θεάτρου μπορεί κανείς να παρακολουθήσει ανθρώπους
να ζωντανεύουν ήρωες, πραγματικούς ή φανταστικούς.
Ο κινηματογράφος και η τηλεόραση μας δείχνουν απλώς εικόνες προσώπων, όχι τα
ίδια τα πρόσωπα.
Τα πρόσωπα που συναθροίζονται στο θέατρο, είτε είναι ηθοποιοί, είτε βοηθοί
τους, είτε θεατές, έχουν ένα σκοπό, τη θεατρική παράσταση. Μπορούμε να
χωρίσουμε αυτά τα πρόσωπα σε δυο κατηγορίες: Εκείνα που παρακολουθούν το θέαμα
κι εκείνα που το προσφέρουν.
Η διάκριση όμως αυτή δεν μπορεί να είναι απόλυτη, γιατί κατά ένα τρόπο, στο
θέαμα συμμετέχει και το κοινό.
Ακόμη κι εμείς οι ίδιοι, μολονότι βρισκόμαστε στα καθίσματα της πλατείας του
θεάτρου, είμαστε μέρος του έργου που παίζεται στη σκηνή.
Χωρίς το κοινό κανένα έργο δεν έχει την ατμόσφαιρα. Η συμμετοχή των θεατών με
ενθουσιασμό ή απάθεια, με χειροκροτήματα ή αποδοκιμασίες, ανάλογα με το έργο ή
τις σκηνές που παίζονται και το επίπεδο της σκηνοθεσίας, είναι το πιο
απαραίτητο στοιχείο της θεατρικής παράστασης.
Οι πρώτες μορφές οργανωμένου θεάτρου ανάγονται στον ΣΤ' αιώνα π.Χ. στην αρχαία
Ελλάδα.
Αυτό σημαίνει ότι, σε ακόμη πιο μακρινή εποχή, το θέαμα υπήρχε, αλλά σε μορφή
τελετουργικών αναπαραστάσεων, που απείχαν βέβαια πολύ από τις εξελιγμένες
τοπικές μορφές της κλασικής περιόδου.
Οι πρώτες πληροφορίες που έχουμε για ένα είδος εκδήλωσης που μοιάζει με
θεατρική παράσταση ανάγονται στην εποχή που πέρασε στην Ελλάδα η λατρεία του
Διόνυσου.
Πρώτη είναι τα κατ' αγρούς Διονύσια, γιορτή όπου γίνονταν τα φαλλαγώγια, μια
πομπή που ακολουθούσε ένα άρμα μ' ένα τεράστιο φαλλό, (ανδρικό γεννητικό
όργανο) που οι σάτυροι έκαναν με διάφορα σχοινιά ν' ανεβοκατεβαίνει. Στην αρχή
μαύριζαν τα πρόσωπά τους, αργότερα άρχισαν να φορούν μάσκες.
Σ' αυτές τις γιορτές μικρές ομάδες ατόμων σ' εύθυμη κατάσταση (κώμοι),
κρατώντας ένα προσωπείο, που παρίστανε το Διόνυσο, φωνάζανε, βγάζανε λόγους για
εξωφρενικά θέματα.
Από δω ίσως και να ξεπήδησε η κωμωδία.
Ο Διόνυσος ή, μάλλον, ο άνθρωπος που τον υποδυόταν, έκανε την εμφάνισή του
στους δρόμους των ελληνικών πόλεων περιστοιχισμένος από τους οπαδούς του,
κρατώντας στα χέρια του σταφύλια και κανάτες με κρασί.
Το πλήθος μεθυσμένο επευφημούσε το Θεό του και διασκέδαζε.
Το ξέσπασμα αυτό ήταν ένας τρόπος διαφυγής από την καθημερινότητα και
δημιουργία ενός κλίματος που οδηγούσε στην απομάκρυνση από την καταπίεση της
καθημερινής ζωής και, συνεπώς, στην αναψυχή.
Κατά τις διονυσιακές τελετές, τα Διονύσια, όπως τα ονόμαζαν οι αρχαίοι, οι
όμιλοι τραγουδούσαν το διθύραμβο, ύμνο που βασιζόταν σε αυτοσχεδιασμούς.
Σιγά-σιγά ο διθύραμβος πήρε συγκεκριμένη μορφή, αποτελώντας έτσι τα πρώτα
δραματικά κείμενα του κόσμου.
Αργότερα άρχισαν να τραγουδιούνται από δυο χορωδίες: η μια έλεγε τη μια στροφή
κι η άλλη απαντούσε. Οι χορωδίες αυτές λέγονταν χοροί και είχαν πάντα έναν
αρχηγό, τον κορυφαίο.
Με τον καιρό οι στίχοι του διθυράμβου πήραν ηρωικό και περιπετειώδη χαρακτήρα.
Στο χορό προστέθηκε κι ένας υποκριτής. Ο υποκριτής στην αρχή ήταν ένας,
μπορούσε όμως να υποδύεται πολλά πρόσωπα. Ο Αισχύλος αύξησε τους υποκριτές σε
δύο και ο Σοφοκλής αργότερα πρόσθεσε και τρίτο.
Οι παραστάσεις της αρχαίας τραγωδίας άρχιζαν πολύ πρωί και κρατούσαν όλη τη
μέρα και μερικές φορές και περισσότερες μέρες. Ο ηθοποιός γινόταν ένας γίγας στη
σκηνή και ήταν αγνώριστος κάτω απ' αυτή τη μεταμφίεση. Αλλά το σπουδαίο για
τους αρχαίους δεν ήταν να εκτιμηθεί η προσωπικότητα του ηθοποιού, αλλά να
εξασφαλιστεί όσο ήταν δυνατό η πιστότερη απεικόνιση του κάθε χαρακτήρα του
δράματος, όπως τον είχε συλλάβει με τη φαντασία του ο συγγραφέας.
Μεγάλο καλλιτεχνικό γεγονός κάθε χρόνο αποτελούσαν οι δραματικοί αγώνες των
ελληνικών πόλεων. Σ' αυτούς το κοινό εξέφραζε τη γνώμη του για τις τραγωδίες
και τις κωμωδίες με ψηφοφορία που ακολουθούσε μετά την παράσταση. Την παράσταση
την παρακολουθούσαν χιλιάδες λαού, που μαζεύονταν από την Αθήνα και τα
περίχωρα.
Η είσοδος ήταν ελεύθερη σ' όλους. Πάντα το γεγονός αυτών των αγώνων
συνδυάζονταν με γιορτές και πανηγύρια.
Μετά την ψηφοφορία ο νικητής συγγραφέας έπαιρνε το βραβείο και στεφανωνόταν
δημόσια με δάφνινο στεφάνι.
Είναι γνωστό άλλωστε πως οι Έλληνες τιμούσαν περισσότερο τους διανοούμενούς
τους παρά τους πολιτικούς τους.
Κατά την περίοδο του μεσαίωνα το θέατρο παίρνει πολύ έντονο θρησκευτικό
χαρακτήρα. Η Εκκλησία απέκτησε μεγάλη επιρροή και πίστευε ότι ήταν αρμόδια να
ρυθμίζει τη ζωή σ' όλες τις εκδηλώσεις της.
Οι εκκλησιαστικοί άρχοντες είχαν, σε πολλές περιπτώσεις, μεγαλύτερη δύναμη από
τους πολιτικούς και τους στρατιωτικούς.
Κατά την περίοδο αυτή του Χριστιανισμού, δεν υπάρχει θέατρο τέτοιο που υπήρχε
στην αρχαιότητα. Στο μεσαίωνα δεν υπήρχαν πραγματικές παραστάσεις, αλλά ένα
είδος θρησκευτικών απαγγελιών.
Πρώτα από όλα, οι θεατές δεν πήγαιναν για να διασκεδάσουν, αλλά για να πάρουν
μέρος σε μια θρησκευτική πράξη, σε μια εκδήλωση πίστης. Έψελναν όλοι μαζί τα
κείμενα που περιγράφουν τα Πάθη και τη Σταύρωση του Χριστού.