ΕΜΕΙΣ ΑΔΑ ΚΙ IΝΟΥΜΕΣ,
Σ’ ΕΜΕΤΕΡΑ ΘΑ ΠΑΜΕ...

Sunday, March 22, 2009

Turk-le-sh-tir-e-me-dik-ler-im-iz-den-mi-sin-iz?

0014__

ΕΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΟΙ:
Μια ενδιαφέρουσα συνάντηση

Turk-le-sh-tir-e-me-dik-ler-im-iz-den-mi-sin-iz?[1]

του Βλάση Αγτζίδη[2]

Μέχρι σήμερα δεν έχει π ροσδιοριστεί με ακρίβεια ο χρόνος εμφάνισης των Τούρκων στο προσκήνιο της ιστορίας. Γενέθλιος χώρος των πρώτων τουρκικών ομάδων είναι η ανατολική περιοχή της ευρασιατικής ζώνης, στα δάση της Σιβηρίας. Πιθανότατα, η πρώτη περιοχή που εμφανίστηκαν οι Τούρκοι να είναι η Ματζουρία. Κατά την πρώτη χιλιετία π.χ. άρχισε η εξάπλωσή τους στην Άνω Ασία, για να μετατραπούν από ανθρώπους των δασών σε ανθρώπους της στέπας. Ένα από τα πρώτα ονόματα με τα οποία εμφανίζονται είναι Χιόνγκ-νου. Οι Χιόνγκ-νου, οι οποίοι αποτελούσαν τους βάρβαρους που πολιορκούσαν την Κίνα από το Βορρά, φαίνεται ότι περιλάμβαναν στους κόλπους τους και αρκετές άλλες φυλές. Στην προέλασή τους προς τα δυτικά συγκρούονται με με τους Γιουέ-τσε, τους οποίους διώχνουν από το Κανσού μεταξύ 177 και 165 π.χ. Οι Γιουέ-τσε, οι οποίοι πιθανόν να ταυτίζοnται με τους Τοχάρους, εκδιώκονται και εξαναγκάζονται σε μετανάστευση. Έτσι έχουμε την πρώτη μεγάλη ιστορική μετανάστευση ενός λαού.

Βακτριανή: Η πρώτη συνάντηση Ελλήνων και Τούρκων

Οι Γιουέ-τσε, οι οποίοι εκδιώχθηκαν από τους Χιόνγκ-νου φτάνουν στη Φεργκανά του σημερινού Ουζμπεκιστάν, στη συνέχεια στη Σογδιανή και καταλήγουν στη Βακτριανή, όπου καταστρέφουν το διάσημο ελληνικό βασίλειο που ίδρυσαν οι επίγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Αυτή ήταν και η πρώτη επώδυνη συνέπεια επί του ελληνικού κόσμου, του γεγονότος της ύπαρξης των τουρκικών ομάδων.

Ο χώρος του Αλτάϊ θα μετατραπεί σε βάση για την εξόρμηση των τουρκόφωνων ομάδων. Βαθμιαία οι τουρκικές ομάδες, οι οποίες βεβαίως ανήκουν στην κίτρινη φυλή, καταλαμβάνουν


thraki-turk

το χώρο του Τουρκεστάν εκδιώκοντας “ινδοευρωπαϊκές” ομάδες που ήταν εγκατεστημένες εκεί. Η συνάντηση με τον πολιτισμένο κόσμο αρχίζει στη Σογδιανή και στη Σαμαρκάνδη, όπου καταστρέφουν στην αρχή το μεγάλο ιρανικό πολιτισμό που είχε δημιουργηθεί και εκτουρκίζουν στη συνέχεια το χώρο. Αυτές οι πρωταρχικές ιστορικές συνθήκες διαμόρφωσαν αυτό που αργότερα χαρακτηρίστηκε ως “τουρκικός χαρακτήρας”. Όλες οι τουρκικές ομάδες που πέρασαν από την ιστορία διακρίνονταν για τα ίδια πράγματα. Ο Jean-Paul Roux, γράφοντας από μια φιλική, έως και υμνητική σκοπιά, την ιστορία των Τούρκων, επισημαίνει: “Η περιπέτεια (της περιπλάνησης στην ιστορία των Τούρκων) είναι φτιαγμένη από καλπασμούς αλόγων, από βιασμούς κοριτσιών, από πόλεις που καίγονται, από κρανία που σχηματίζουν ολόκληρα βουνά. Είναι φτιαγμένη από βία και αίμα. …Για το Ισλάμ, οι Τούρκοι υπήρξαν στην αρχή η ρομφαία του, αλλά αργότερα η ασπίδα. Μισθοφόροι εδώ, αρχηγοί μισθοφόρων εκεί, χτυπιούνται. Οι αντίπαλοί τους; Όλος ο κόσμος. Όλοι οι λαοί με τη σειρά, από τους πιο κοντινούς, ως τους πιο μακρυνούς. Όσο για τους άμεσους γείτονές τους; Τους θεωρούν πάντοτε κληρονομικούς εχθρούς! Υπάρχουν, βέβαια, και κάποιες ειρηνικές περίοδοι, ευεργετικές και υπέροχες, αλλά αυτό συμβαίνει συνήθως ανάμεσα σε δυο σφαγές. Οι Τούρκοι έχουν ιμπεριαλιστικές τάσεις να καταχτούν, να κυριαρχούν…”

Η πλέον φημισμένη τουρκική ομάδα, υπήρξε αυτή των Ούνων. Οι Ούνοι με αρχηγό τον Αττίλα, τη Μάστιγα του Θεού, όπως αποκλήθηκε, σπέρνουν τον όλεθρο στην Ευρώπη. Ο ελληνικός κόσμος δε γλύτωσε από τη Μάστιγα. Τα χρόνια 444-447 μ.χ. οι Ούννοι μετατρέπουν τη Μακεδονία και τη Θράκη σε έρημη περιοχή. Μετά το θάνατο του Αττίλα ο γιος του θα επιχειρήσει μια αποτυχημένη εκστρατεία κατά των Ελλήνων του Βυζαντίου.

Εκατό χρόνια αργότερα θα εμφανιστεί για πρώτη φορά το όνομα “Τούρκος”. Ένας ιδιαίτερος κλάδος των Χιόνγκ-νου ήταν οι Του-κυέ, όπως τους αναφέρουν οι Κινέζοι. Κάτω από τη λέξη “Του-κυέ” κρύβεται η λέξη “τουρούκ”, δηλαδή “τούρκος”. Οι εξάπλωση των Τουρούκ δυτικά, αρχίζει με τη χρησιμοποίησή τους ως μισθοφόρων από τους Ιρανούς. Αντίστοιχες υπηρεσίες προσφέρουν και στους Έλληνες και έτσι βαθμιαία διεισδύουν στον ελληνικό κόσμο. Η πρώτη “ελληνοτουρκική προσέγγιση” έγινε το 567 μ.χ. Βασίστηκε στις κοινές φιλοδοξίες των Τουρούκ και των Ελλήνων, που ανταγωνίζονταν τους Ιρανούς. Η συμμαχία Ελλήνων και Τουρούκ επιτρέπει στους δεύτερους να επιτεθούν στο Ιράν και να καταλάβουν το Τοχαρεστάν.

Από κει και πέρα, οι Έλληνες θα έρχονται ολοένα και συχνότερα σε επαφή με διάφορες τουρκικές ομάδες. Οι Χαζάροι, οι Ογούζοι, οι Πετσενέγκοι, οι Κιπτσάτκοι, οι Τάταροι, οι Σελτζούκοι και τέλος οι Οθωμανοί θα έχουν ολοένα και ευρύτερη παρουσία στη γεωγραφική περιφέρεια που καλύπτει ο ελληνικός κόσμος.

Η κυριαρχία των Τούρκων

Οι Τούρκοι εμφανίστηκαν στο χώρο της ευρύτερης Μέσης Ανατολής, κυρίως ως μισθοφόροι των Ιρανών. Η τεράστια πολιτική ισχύς που απέκτησαν κατά τον 9ο αιώνα, συνοδεύτηκε από τον εξισλαμισμό τους. Η σύγκρουση του Ιράν με το Τουράν θα χαρακτηρίσει εκείνη την περίοδο. Οι Ιρανοί τους αντιμετώπιζαν ως “κίτρινο κίνδυνο”. Το 1055 οι Τούρκοι κατέλαβαν τη Βαγδάτη, την έδρα του Χαλιφάτου και πρωτεύουσα του μουσουλμανικού κόσμου και ανακηρύχθηκαν πολεμιστές του Ισλάμ. Εφεξής θα συγκρούονται οι δύο μεγάλες θρησκείες, ο Χριστιανισμός και το Ισλάμ, με εκπροσώπους δύο έθνη, τους Έλληνες και τους Τούρκους. Ο δρόμος των Τούρκων για τη διεκδίκηση του ελληνικού κόσμου είχε ανοίξει.

Το 1071 τα ελληνικά στρατεύματα νικήθηκαν στο Ματζικέρτ. Ο Άλπ Αρσλάν συνέλαβε αιχμαλωτο το Ρωμανό Δ’ Διογένη. Το μεγαλύτερο μέρος της Μικράς Ασίας, ειδικά το έρημο υψίπεδο, σύντομα περιήλθε στα χέρια των Τούρκων. Οι κήρυκες του Ισλάμ, οι γαζήδες, και οι νέοι προσήλυτοι θα έχουν ως στόχο την επικράτεια των απίστων. Η νέα θρησκεία του Ισλάμ ευνοεί την επικράτηση των ολιγάριθμων τουρκικών ομάδων πάνω σε αλλογενείς πληθυσμούς. Σ’ αυτό συντελούν και άλλοι παράγοντες όπως η πολυδιάσπαση των Ελλήνων σε ανταγωνιζόμενα κρατίδια και η προσφορά στρατιωτικών υπηρεσιών από βυζαντινούς στρατηγούς σε Τούρκους. Η συγκεντρωτική πολιτική των Βυζαντινών αυτοκρατόρων αύξησε τα προβλήματα.

Το 1081 ιδρύθηκε το Βασίλειο του Ρούμ στη Νίκαια της Βιθυνίας και τρία χρόνια αργότερα στο Ικόνιο. Το όνομα του πρώτου τουρκικού βασιλείου στη Μικρά Ασία σήμαινε ότι η χώρα κατοικούνταν από Έλληνες. Επιπλέον οι Σελτζούκοι, τη μεγαλύτερη διοικητική περιφέρεια του κράτους τους την ονόμαζαν Βιλαγέτ-ι Γιουνανί, δηλαδή “Ελληνική Επαρχία”, ή “Ελλάδα”, όπως σχολιάζει ο Νεοκλής Σαρρής.

dsc04465

Το 13ο αιώνα, ο τουρκικός πληθυσμός αντιπροσώπευε το 10% του συνολικού πληθυσμού της Μικράς Ασίας. Η αύξηση του τουρκικού ποσοστού στη συνέχεια ήταν αποτέλεσμα των μαζικών εξισλαμισμών. Ο σύγχρονος ιστορικός της μεσαιωνικής Μικράς Ασίας Κλοντ Κάχεν, εκτιμά ότι ο συνολικός πληθυσμός των Τούρκων που εισέβαλαν στον ελληνικό χώρο ήταν διακόσιες έως τριακόσιες χιλιάδες. Ο ντόπιος πληθυσμός, ελληνικός στο μεγαλύτερο μέρος του, ανερχόταν σε οκτώ, περίπου, εκατομμύρια.

Την ίδια περίοδο στον κυρίως βυζαντινό χώρο επικρατεί μια κατάσταση που ευνοεί στην μείωση της αντίστασης στην αρχόμενη τουρκική διείσδυση. Οι αδικίες και οι καταχρήσεις από την κρατική γραφειοκρατία, η διεφθαρμένη εσωτερική διοίκηση, η άνιση κατανομή της γης μειώνει την αντίσταση των πληθυσμών των συνόρων προς τους “Σαρακηνούς”. Τάσεις αποδοχής των νέων κυρίαρχων εμφανίζουν και οι μονοφυσιτικοί πληθυσμοί της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, όπως οι Αρμένιοι και οι Ασύριοι.

Το μοιραίο έτος για τους Έλληνες, υπήρξε το 1204 μ.χ., όταν οι σταυροφόροι κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη. Η παράλληλη εμφάνιση του Τσέγγις Χαν ανατολικά, που συντρίβει τα τουρκικά βασίλεια, απομακρύνει την ημερομηνία της τελικής ήττας. Οι Οθωμανοί εισβάλλουν στον ελληνικό χώρο τον 13ο αιώνα, για να αποφύγουν την μογγολική προέλαση. Πρώτος χώρος εγκατάστασής τους ήταν κοντά στο σημερινό Εσκισεχίρ, στα Βυζαντινοσελτζουκικά σύνορα.

Η Μικρά Ασία έγινε έδαφος άσκησης της προσηλυτιστικής πολιτικής των μουσουλμάνων ιεροκηρύκων. Από τον 14ο αιώνα συναντιούνται Ελληνες στους χώρους της νέας θρησκείας. Ο περιηγητής Ιμπντί Μπατούτα γράφει ότι συνάντησε στον ποταμό Κούμα κοντά στην πόλη Ματζάρ, το αναχωρητήριο του μουσουλμανικού τάγματος Αχμεδιέ στο οποίο όπως γράφει “διεβίουν σε κοινή ζωή Δερβίσες, Αραβες, Πέρσες, Τούρκοι και Ελληνες”. Ο εξισλαμισμός μέρους των Ελλήνων ανοίγει την δίοδο για να εισχωρήσουν στον ισλαμικό χώρο οι ελληνικές φιλοσοφικές δοξασίες. Ο Βλαδίμηρος Μιρμίρογλου στο κλασσικό έργο του “Οι Δερβίσσαι”, αναφέρει ότι οι νεοπλατωνικές απόψεις επηρέασαν έντονα κάποιες ισλαμικές αιρέσεις που ιδρύθηκαν από Ελληνες. Αναφέρει επίσης ότι οι Μπεκτασήδες προέρχονταν κατευθείαν από τους αιρετικούς Ευνομιανούς. Οι σοφιστικές απόψεις για παράδειγμα, εκφράζονται με τους “σούφι”, το θρησκευτικό τάγμα των δερβίσηδων. Ο δημιουργός του τάγματος, Τζελαλεδίν Ρουμί, γράφει ποιήματα στη δημώδη ελληνική γλώσσα της Καππαδοκίας, ενώ χρησιμοποιεί ελληνικές λέξεις για να εκφράσει ιδέες και συναισθήματα. Δημιουργεί επίσης την “μονή του Πλάτωνα”. Τα μελωδικά κείμενα των δερβίσηδων αποτελούν προσαρμογή των βυζαντινών μελωδιών στις νέες ανάγκες. Ο Ρουμί δεν εκτιμούσε καθόλου τους Τούρκους και μάλλον αυτό συνέβαινε και στην υπόλοιπη μουσουλμανική διανόηση εκείνης της εποχής. Έγραφε: “Για την οικοδόμηση πρέπει να προσλαμβάνονται Έλληνες εργάτες και για την κατεδάφιση Τούρκοι. Γιατί η δόμηση του κόσμου είναι ιδιότητα των Ελλήνων, ενώ η καταστροφή και το γκρέμισμα έχει ανατεθεί στους Τούρκους.” Αυτή η αντιμετώπιση, ειδικά του Μεβλανά Ρουμί, ο οποίος χαρακτηριζόταν και από ανεξίθρησκο λόγο, οδήγησε σημαντική μερίδα του χριστιανικού πληθυσμού, μαζί με τους ιερείς του, να ασπαστεί το ισλαμικό δόγμα.

Παράλληλα όμως, χάνεται τελείως η συναίσθηση του ανήκειν στην τουρκική ομάδα και κυριαρχεί το ανήκειν στο κυρίαρχο θρησκευτικό δόγμα. Έτσι, τα τουρκικά πολιτιστικά χαρακτηριστικά αρχίζουν να θεωρούνται υποδεέστερα. Η τάση αυτή θα κορυφωθεί κατά την οθωμανική περίοδο. Ο Νεοκλής Σαρρής στο βιβλίο του “Οσμανική πραγματικότητα”, αναφέρει ένα χαρακτηριστικό ποίημα του λαϊκού ποιητή Ασίκ πασά (1277-1331):

Την τουρκική γλώσσα κανείς δεν κοιτούσε,

μα ούτε κανείς τους Τούρκους συμπαθούσε,

κι οι Τούρκοι δεν ξέρουν τη γλώσσα εκείνη

σε τέρμα τρανό δρομάκι σβήνει.

Η οθωμανική εποχή

Το 1453 οι Οθωμανοί καταλαμβάνουν την Κωνσταντινούπολη, θέτοντας συμβολικά το τέλος του ελληνικού ορθόδοξου κόσμου. Το 1458 κατελήφθη η Αθήνα, το 1461 κατελύθη το τελευταίο ελληνικό κράτος, η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας και το 1475 το τελευταίο ελεύθερο ελληνικό έδαφος στην Ανατολική Κριμαία. Αργότερα εισήλθαν στο νέο οθωμανικό κόσμο οι ελληνικές περιοχές που βρίσκονταν υπό την ενετική κυριαρχία, όπως για παράδειγμα η Κρήτη. Ο Άραβας περιηγητής Ίμπν Μπατούτα, ένας από τους σημαντικότερους του Μεσαίωνα ονομάζει “Αλ Τουρκίγιε” την Ανατολία, εξηγώντας όμως παράλληλα ότι είναι η “χώρα των Ρουμί”, δηλαδή η χώρα των Ρωμιών, των Ελλήνων

Έτσι, ο οθωμανοί καλύπτουν τον παλιό ελληνικό κόσμο. Το ίδιο συμβαίνει και με τους θρησκευτικούς χώρους. Η επικράτηση των μουσουλμάνων στο χώρο της οθωμανικής αυτοκρατορίας, διαμορφώνει εντελώς νέες συνθήκες. Η προσηλυτιστική δράση των μουσουλμάνων ιεραποστόλων ευνοείται από την εξουσία εφ’ όσον ο εξισλαμισμός των γηγενών πληθυσμών μεγαλώνει την κοινωνική βάση των νέων κυρίαρχων. Το Κοράνι και η νομοθεσία που βασίζεται πάνω σ αυτό, εισάγει ένα νέο διαχωρισμό των εθνών: οι πιστοί και οι άπιστοι. Οσοι εξισλαμίζονται εντάσσονται αυτόματα στο κυρίαρχο έθνος. Αυτός είναι ένας βασικός λόγος για να αρχίσουν να αναπτύσσονται τάσεις ιδεολογικής μεταστροφής, τάσεις αποδοχής της νέας κυρίαρχης ιδεολογίας του Ισλάμ.

tourks_eortazoun_1453

Ο Μ. Ρικώ, γραμματέας του Βρετανού πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη, αναφέρει το 1670 ότι στον ισλαμικό κόσμο υπάρχει “μεγάλη ποικιλία γνωμών και απόψεων, ασυγκρίτως μεγαλυτέρα από τον χριστιανικό κόσμο”. Ο Ρικώ θεωρεί ότι η είσοδος νέων εθνών στο μουσουλμανικό χώρο δημιουργεί το κατάλληλο κλίμα. Γράφει: “Δεδομένου ότι την καλύτερη μερίδα των νέων εθνών αποτελούν οι Ελληνες και ότι δεν ικανοποιήθηκαν με τις ονειροπολήσεις του Κορανίου, αυτοί που άλλοτε υπήρξαν διδάσκαλοι των επιστημών από τις οποίες τους απόμεινε κάποια συγκεχυμένη γνώση, αφού πρόσθεσαν στη νέα τους θρησκεία παλιές παραδόσεις και κάποιες γνώμες αρχαίων φιλοσόφων, δημιούργησαν μέρος της ποικιλίας των γνωμών για τις οποίες μιλο­ύμε.”

Oι εξισλαμισμοί ελληνικών πληθυσμών δεν έγιναν μόνο με την πειθώ και τον προσηλυτισμό. Η βία υπήρξε μια από τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν. Είναι γνωστό το φαινόμενο του παιδομαζώματος κατά τις πρώτες φάσεις της τουρκικής επέκτασης και της υποχρεωτικής αλλαγής θρησκείας σε κάποιες ομάδες του πληθυσμού στις κατακτημένες περιοχές. Γνωρίζουμε ότι μετά την άλωση της Τραπεζούντας υποχρεώθηκαν σε εξισλαμισμό οι επιφανείς οικογένειες και πλήθος νέων. Με την οριστική άλωση της Κρήτης το 1669 χιλιάδες έντρομοι Κρητικοί εξισλαμίζονται. Με την έγκριση αρχικά του Πατριάρχη των Ιεροσολύμων περνούν σε μια κρυπτοχριστιανική κατάσταση για να γίνουν πιστοί του Ισλάμ μερικές γενιές αργότερα. Το φαινόμενο των εξισλαμισμών στην Κρήτη συνεχίζεται μέχρι τον 19ο αιώνα.

Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και στην Κύπρο όπου ο κρυπτοχριστιανισμός διατηρήθηκε μέχρι τον 19ο αιώνα. Στην Κύπρο τους Κρυπτοχριστιανούς τους ονόμαζαν “λινομπάμπακους”. Αρκετοί από αυτούς είχαν συνείδηση της ελληνικής τους καταγωγής και μερικοί επανήλθαν στην πίστη των πατέρων τους μετά την πολιτειακή αλλαγή του 1878 και την αντικατάσταση των Τούρκων κατακτητών από τους Βρεττανούς. Με την ανοχή των Αγγλων, οι οποίοι επεδίωκαν την εξασθένιση του ελληνικού στοιχείου, ακολουθήθηκε η πολιτική εκτουρκισμού των λινομπάμπακων. Ιδρύθηκαν τουρκικά σχολεία και τζαμιά. Δόθηκαν υποτροφίες σε νέους, οι οποίοι με την επάνοδο στα χωριά τους έγιναν κήρυκες του ισλαμισμού. Τελικά κατάφεραν να εκτουρκίσουν τον κύριο όγκο των λινομπάμπακων.

Το φαινόμενο των εξισλαμισμών είχε πάρει ιδιαίτερη έκταση και στον βαλκανικό κορμό της Ελλάδας. Στην κεντρική και δυτική Μακεδονία οι εξισλαμισμένοι Ελληνες έμειναν γνωστοί με το όνομα “Βαλαάδες”, από την μόνη τουρκική λέξη που γνώριζαν. Στην Ηπειρο αλλά και στην Πελοπόνησσο συναντούμε Ελληνες μουσουλμάνους. Ο ιστορικός Αριστος Καμπάνης περιδιάβηκε την Ηπειρο το 1915, δυόμισυ χρόνια μετά την απελευθέρωσή της. Γράφει: “Προκειμένου δε περί των Ιωαννίνων, της Πρεβέζης, της Φιλιππιάδος και της υπαίθρου χώρας πρέπει να λεχθεί ότι κατά τα εννέα τουλάχιστον δέκατα ειναι ελληνόγλωσσος. Οπως εις την Κρήτην, έτσι και εις τα Ιωάννινα και την Πρέβεζαν οι μουσουλμάνοι έχουν μητρικήν γλώσσαν την ελληνικήν. Δεν είναι λοιπόν Τούρκοι, είναι μουσουλμάνοι Ελληνες.”

Η ιθύνουσα τάξη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, διακρινόταν για το “μουσουλμανικό σνομπισμό” της σε σχέση με τους αυθεντικούς Τούρκους. Ένα από τα αποτελέσματα αυτής της διάθεσης, ήταν να είναι η οθωμανική γλώσσα πολύ απομακρυσμένη από τη γλώσσα που μιλούσαν οι τουρκόφωνες ομάδες του πληθυσμού, με βασικό χαρακτηριστικό της το πλήθος αραβοπερσικών λέξεων και δομών. Κατά την οθωμανική περίοδο υπήρχε περιφρόνηση της λέξης “Τούρκος”, με αποτέλεσμα κατά τον 19ο αιώνα να σημαίνει το “χωριάτη”, τον “‘αξεστο”.

Παράλληλα η λέξη “Τούρκος” αλλάζει σημασία. Αποβάλλει βαθμιαία τον εθνικό προσδιορισμό και αποκτά θρησκευτικό. “Τούρκος” σημαίνει πλέον μουσουλμάνος. Δημιουργήθηκε και αντίστοιχο ρήμα για να δηλώσω τον εξισλαμισμό, τη μεταστροφή προς το μουσουλμανικό δόγμα: “τουρκεύω“.

Έτσι λοιπόν, όσοι Έλληνες χριστιανοί εξισλαμίζονταν, τούρκευαν, ενσωματώνονταν κατευθείαν στην κυρίαρχη κοινωνική ομάδα. Κατ’ αρχάς απαλάσσονταν από την καταβολή του κεφαλικού φόρου που βάραινε τους “άπιστους”. Αντιθέτως, όσοι παρέμεναν πιστοί στην πατρογονική θρησκεία αντιμετωπίζονταν ως πολίτες δεύτερης κατηγορίες και υφίσταντο πλήθος διακρίσεων.

Η οθωμανική εξουσία επέτρεπε στις θρησκευτικές ομάδες να συγκροτούνται με βάση το θεσμό των μιλέτ. Έτσι στο ορθόδοξο μιλέτ, υπό την διεύθυνση του Οικουμενικού Πατριαρχείου εντάσσονταν όλοι οι ορθόδοξοι και όχι μόνον οι Έλληνες. Το σύστημα αυτό, που από αρκετούς θεωρείται ως απόδειξη του ανεκτικού χαρακτήρα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στην πραγματικότητα υπέθαλπε τη ρατσιστική διαίρεση με βάση το θρήσκευμα και η εφαρμογή του βασιζόταν στον τρόμο που προκαλούσε το καθεστώς στους πολίτες τους.

Η μοίρα των Ελλήνων

Εάν προσπαθήσουμε να κατατάξουμε τους Έλληνες κατά την οθωμανική περίοδο, θα διακρίνουμε δύο μεγάλες κατηγορίες: τους χριστιανούς και τους μουσουλμάνους. Όσοι εξισλαμίστηκαν ενσωματώθηκαν στο κοινωνικό μόρφωμα που στην εποχή του εθνικισμού ονομάστηκε “τουρκικό έθνος”. Οι ιστορικές συνθήκες δεν επέτρεψαν στο μέρος αυτό των Ελλήνων -το οποίο είχε εμφανιστεί σε κάθε μέρος του ελληνικού κόσμου- να εκφραστεί πολιτικά. Το μέγεθός του ήταν μικρότερο από αυτό των ορθόδοξων, όμως δεν ήταν ευκαταφρόνητο. Για παράδειγμα, στην Κρήτη κατά το πρώτο τέταρτο του 19ου αιώνα οι χριστιανοί ήταν λίγο, μόνο, περισσότεροι από τους μουσουλμάνους, ενώ στον Πόντο, πριν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με βάσει τους υπολογισμούς του Πατριαρχείου υπήρχαν περίπου 180.000 μουσουλμάνοι Έλληνες και 45.000 κρυπτοχριστιανοί, οι ανέρχονταν στο ένα τρίτο του αριθμού των χριστιανών Ελλήνων. Σήμερα, στη σύγχρονη τουρκική κοινωνία, παραμένουν ακόμα ορατές τέσσερεις ελληνόφωνες μουσουλμανικές ομάδες: κρητική, ποντιακή, μακεδονική και κυπριακή.

Οι χριστιανοί Έλληνες είχαν άλλη πορεία. Το Πατριαρχείο και ο κλήρος υπήρξαν θεσμοί απαραίτητοι και χρήσιμοι για την Αυτοκρατορία. Έτσι ενισχύθηκαν και εφωδιάστηκαν με πλήθος προνομίων. Σημαντικό γεγονός υπήρξε η ελληνική κυριαρχία επί των άλλων ορθοδόξων, μέσω της υποχρεωτικής τους ένταξης στο μιλέτ των Ρωμιών. Η μικρή ομάδα των Φαναριωτών, κατάφερε να γίνει απαραίτητη στην οθωμανική διοίκηση και να χρησιμοποιηθεί ανάλογα. Κορυφαία στιγμή του ρόλου τους ήταν η ανάληψη της διοίκησης των παραδουνάβιων ηγεμονιών. Ο λαός, όμως υπέφερε από την αυθαιρεσία της μουσουλμανικής διοίκησης και την αβάστακτη φορολογία. Εξάλλου, η επίσημη πολιτική ευνοούσε πάντα τον εξισλαμισμό. Η οθωμανική κατάκτηση ήταν αιτία μεγάλης εξόδου προς τη Δύση, όπου δημιουργήθηκαν σημαντικές ελληνικές παροικίες, από την Άλωση της Πόλης και εντεύθεν. Το ίδιο φαινόμενο συνεχίστηκε τον 19ο αιώνα προς τη Ρωσία.

Η υπαγωγή του ελληνικού χώρου στην οθωμανική κυριαρχία για μεγάλο χρονικό διάστημα, είχε οδηγήσει στη δημιουργία σημαντικών παροικιών στην Ευρώπη. Οι παροικίες αυτές, όπου κατοικούσε η ελληνική διανόηση αλλά και η νεαρή ελληνική επιχειρηματική τάξη, υπήρξαν οι χώροι όπου οι νέες ιδέες του ευρωπαϊκού διαφωτισμού οδήγησαν στη διατύπωση του αιτήματος για αποτίναξη της οθωμανικής κυριαρχίας. Η τάση αυτή πήρε τη μορφή ενός μεγάλου επαναστατικού κινήματος του συνόλου των Ελλήνων, το οποίο κατέληξε στη δημιουργία ενός μικρού κράτους στο νότο της βαλκανικής χερσονήσου, το οποίο περιλάμβανε τα πλέον απομακρυσμένα και υποβαθμισμένα εδάφη του ελληνικού κόσμου. Το νεαρό ελληνικό κράτος του 1830 ήταν περισσότερο ένα εξαρτημένο Πριγκηπάτο του Μορέως και της Ρούμελης παρά ένα πραγματικό έθνος-κράτος των Ελλήνων. Το μεγαλύτερο μέρος των ελληνικών εδαφών, καθώς και τα γηγενή ελληνικά οικονομικά κέντρα της Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης, παρέμεναν υπό οθωμανική κυριαρχία.

Τουρκικός εθνικισμός και εθνικές εκκαθαρίσεις

Ένας σημαντικός παράγοντας που εμπόδισε την πραγματοποίηση μεταρρυθμίσεων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και απόδοσης ίσων δικαιωμάτων σ’ όλους τους πολίτες, ανεξαρτήτως θρησκεύματος, ήταν ο νεαρός τουρκικός εθνικισμός. Τότε απόκτησε θετική σήμανση ο όρος “Τούρκος”, όταν οι Οθωμανοί αξιωματικοί που είχαν βρεθεί στη Γαλλία, ερμήνευσαν κατά το δοκούν τις αξίες του διαφωτισμού, παράγοντας μια από τις πλέον φρικιαστικές μορφές εθνικισμού.

011__

Η κορυφαία οργάνωση των Τούρκων εθνικιστών, που είχε την επωνυμία “Ένωση και Πρόοδος“, προκάλεσε το πραξικόπημα του 1908, με το οποίο οι στρατιωτικοί -γνωστοί ως Νεότουρκοι- έλαβαν την εξουσία. Ο τουρκικός εθνικισμός είχε ως κέντρο της δράσης του την οθωμανική Θεσσαλονίκη. Εκεί αποφάσισε την επίλυση του εθνικού προβλήματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τη φυσική εξόντωση των γηγενών χριστιανικών εθνοτήτων.

Η απόφαση για τις εθνικές εκκαθαρίσεις των χριστιανικών εθνών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ο βίαιος μετασχηματισμός της σε εθνικό τουρκικό κράτος, πάρθηκε αμέσως μετά την άνοδο των Νεοτούρκων στην εξουσία το 1908. Αρνήθηκαν πως υπήρχε εθνικό ζήτημα στην Τουρκία και επέλεξαν την πολιτική της βίαιης αφομοίωσης των εθνικών κοινοτήτων. Το 1911 αποφάσισαν σε Συνέδριό τους την εξόντωση των μη τουρκικών εθνοτήτων.

Οι Νεότουρκοι εθνικιστές, έχοντας ως όνειρο τη δημιουργία μιας απέραντης τουρκομουσουλμανικής αυτοκρατορίας, από τις παρυφές της Κίνας έως τη Μεσόγειο, εισήλθαν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό των Γερμανών. Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η ταύτιση των συμφερόντων του τουρκικού εθνικισμού με τους Γερμανούς ιμπεριαλιστές, επέτρεψαν την έναρξη των διώξεων. Από το 1914 αρχίζουν οι βίαιες εκτοπίσεις των Ελλήνων από την Ιωνία και την Ανατολική Θράκη με πολλά θύματα. Το 1915 λαμβάνει χώρα η γενοκτονία των Αρμενίων, ενώ το 1916 αρχίζει η συστηματική εξόντωση των Ελλήνων της ποντιακής ενδοχώρας.

Σε διπλωματικό έγγραφο της εποχής, του Αυστριακού υπουργού εξωτερικών προς το Βερολίνο αναφέρονται τα εξής: “Η πολιτική των Τούρκων είναι μέσω μιας γενικευμένης καταδίωξης του ελληνικού στοιχείου, να εξοντώσει τους Ελληνες ως εχθρούς του Κράτους, όπως πριν τους Αρμένιους. Οι Τούρκοι εφαρμόζουν τακτική εκτόπισης των πληθυσμών, δίχως διάκριση και δυνατότητα επιβίωσης, απ’ τις ακτές στο εσωτερικό της χώρας, ώστε οι εκτοπιζόμενοι να είναι εκτεθειμένοι στην αθλιότητα και τον θάνατο από πείνα. Τα εγκαταλειπόμενα σπίτια των εξοριζομένων λεηλατούνται από τα τούρκικα τάγματα τιμωρίας ή καίονται και καταστρέφονται. Και όλα τα άλλα μέτρα τα οποία εις τους διωγμούς των Αρμενίων ευρίσκοντο εις ημερησίαν διάταξιν, επαναλαμβάνονται τώρα εναντίον των Ελλήνων.”

1922: Η κορύφωση της σύγκρουσης

Το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, με την ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, προοιώνιζε την αντικατάστασή της από έθνη-κράτη (Τουρκία στο μεγαλύτερο μέρος της Μικράς Ασίας, Ιωνία και Αν. Θράκη ενωμένα με την Ελλάδα, Αρμενία, Κουρδιστάν και πιθανόν ανεξάρτητος Πόντος) με βάση τους πληθυσμούς. Οι Έλληνες, οι οποίοι ήταν περισσότεροι από το ένα τέταρτο του συνολικού οθωμανικού πληθυσμού, με τη Συνθήκη των Σεβρών βρέθηκαν να ελέγχουν το ένα έκτο του οθωμανικού εδάφους, ενώ εξαιρέθηκε το έδαφος του Πόντου. Η προοπτική αυτή, που διασφάλιζε εν μέρει τους πληθυσμούς από την πλήρη εξόντωση δεν υλοποιήθηκε τελικά. Η ελλαδική παρουσία στην Ιωνία την περίοδο 1919-1922, ουδόλως ανέτρεψε τα όσα είχαν δρομολογηθεί από το 1908. Ο τουρκικός εθνικισμός, με την ηγεσία του Κεμάλ Ατατούρκ, έδωσε την ύστατη μάχη του, βοηθούμενος από τους μπολσεβίκους, τους Ιταλούς, τους Γάλλους, το μουσουλμανικό κόσμο και τον ελληνικό Διχασμό. Οι Αμερικανοί υποστήριζαν την ακεραιότητα της Τουρκίας, προσβλέποντας σε ένα μελλοντικό προτεκτοράτο.

Η τελευταία πράξη του δράματος γράφτηκε στη Σμύρνη, την πρωτεύουσα της Ιωνίας, το Σεπτέμβριο του 1922, κάτω από τα απαθή

dsc04576ceb2

βλέμματα των συμμάχων μας και ενώ ο ελληνικός στρατός είχε αποχωρήσει, εγκαταλείποντας τους Έλληνες της Ιωνίας στο έλεος των κεμαλικών στρατευμάτων. Η γενοκτονία του μικρασιατικού ελληνισμού (ποντιακού και ιωνικού κυρίως), αποτελούν τα δραματικά αποτελέσματα της προσπάθειας του τουρκικού εθνικισμού για μετατροπή του πολυεθνικού οθωμανικού χώρου σε εθνικό τουρκικό. Μιας μετατροπής, η οποία χρησιμοποίησε ως εργαλείο την οθωμανικική γραφειοκρατία και το στρατό, εφόσον η τουρκική αστική τάξη ήταν ανύπαρκτη. Οι Έλληνες στη Μικρά Ασία (Πόντο, Ιωνία και Καππαδοκία) και στην Ανατολική Θράκη, ήταν 2.601.312 πριν το 1914 με βάση τις οθωμανικές στατιστικές, τη στιγμή που ο συνολικός οθωμανικός πληθυσμός μόλις πλησίαζε τα 9,5 εκατομμύρια. Η επόμενη καταμέτρησή τους έγινε στην Ελλάδα το 1928, ως πρόσφυγες αυτή τη φορά, και βρέθηκαν να είναι 1.221.849.

Η επίσημη Ελλάδα δεν ασχολήθηκε με όλα αυτά μετά το ‘22. Προσπάθησε με κάθε τρόπο να επιβληθεί η λήθη. Ένα από τα νεοελληνικά παράδοξα είναι ότι η αντιμετώπιση ήταν ομόφωνη από ολόκληρο το πολιτικό φάσμα. Οι κριτικές φωνές που διεκδικούσαν τη σφαιρική γνώση και την αντικειμενική προσέγγιση, άρχισαν να ακούγονται κατά τη δεκαετία του ‘80. Ήταν περισσότερο αποτέλεσμα ενός ιδιότυπου κινήματος για τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης που εξέφρασε τις μικρασιατικές (ποντιακές και ιωνικές) οργανώσεις και τους απογόνους των προσφύγων του ‘22, παρά ενός γενικευμένου προβληματισμού της νεοελληνικής ηγεσίας, πολιτικής ή πνευματικής. Πάντως, το κίνημα αυτό πέτυχε την επίσημη ανακήρυξη από τη Βουλή των Ελλήνων δύο σημαντικών ημερομηνιών ως “Ημέρες Εθνικής Μνήμης”: Τη 19ηη Σεπτεμβρίου -ημέρα που οι Κεμαλικοί πυρπόλησαν τη Σμύρνη- ως ημέρα αφιερωμένη στη Μικρασιατική Καταστροφή. Μαϊου -ημέρα που ο Κεμάλ Ατατούρκ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα- ως ημέρα αφιερωμένη στη γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου και τη 14

Πηγές

-Jean-Paul Roux, Η ιστορία των Τούρκων, εκδ. Γκοβόστη.

-Σπύρος Βρυώνης, Η παρακμή του μεσαιωνικού ελληνισμού, ΜΙΕΤ.

-Βλάσης Αγτζίδης, Παρευξείνιος Διασπορά, Κυριακίδης.

-Βλαδίμηρος Μιρμίρογλου, Οι Δεβίσσαι, Εκάτη.

-Νεοκλής Σαρρής, Οσμανική Πραγματικότητα. Συστημική Παράθεση Δομών και Λειτουργιών, Αρσενίδης