ΕΜΕΙΣ ΑΔΑ ΚΙ IΝΟΥΜΕΣ,
Σ’ ΕΜΕΤΕΡΑ ΘΑ ΠΑΜΕ...

Monday, February 2, 2009

«Η Ελλάδα κάηκε, κατακάηκε...»

Η λαϊκή μούσα αποτύπωσε την ένταση των γεγονότων εκείνης της εποχής με πλήθος θρήνων για τη Μικρασιατική Καταστροφή και τη σφαγή της Σμύρνης. Την εποχή που η επίσημη Ελλάδα επιζητούσε τη λήθη ακόμα και με τη βία, στις γειτονιές των προσφύγων -αλλά και στις περιοχές εκείνες που η ελληνική αποτυχία πληρώθηκε με αίμα- τα τραγούδια είχαν άλλο ρυθμό και διαφορετικό στίχο. Ένα από τα πρώτα τραγούδια για τη μεγάλη ανθρωποσφαγή που τραγουδήθηκε σε πολλές παραλλαγές, γράφτηκε μετά τις αιματηρές μάχες στο Εσκί Σεχίρ:

«Εσκί Σεχίρ έρημο με σύρματα πλεγμένο,
μας έχεις κάψει την καρδιά παναθεματισμένο.
Η Προύσα και η Αρετσού, δεν ήταν του Κεμάλη,
μόνο τα παραδώσαν οι Γερμανοί τσι Γάλλοι.
Εσκί Σεχίρ έρημο με τα πολλά κανόνια,
μας έχεις κάψει την καρδιά για όλα μας τα χρόνια.
Στην Προύσα σφάζονται αρνιά, στην Αρετσού κριάρια
και μέσα στην Ανατολή σφάζουν τα παληκάρια.»

(Από τον δίσκο «Τραγουδια της προσφυγιάς», έκδ. Δήμος Καλαμαριάς)

Μέχρι σήμερα στα ελληνικά χωριά της Μαύρης Θάλασσας, στις παλιές σοβιετικές περιοχές, οι πληθυσμοί που έχουν μικρασιατική προέλευση θυμούνται ακόμα τα τραγούδια των παππούδων τους. Το παρακάτω τραγούδι το τραγούδησε το ελληνικό γυναικείο συγκρότημα «Λύρα» από το Ντμανίσι της κεντρικής Γεωργίας το 1991, στο πανελλήνιο φεστιβάλ που οργάνωσε η «Πανσοβιετική Ομοσπονδία Ελληνικών Οργανώσεων ο Πόντος» στα ερείπια της αρχαίας ελληνικής πόλης Γοργιππία, στη σημερινή Ανάπα της νότιας Ρωσίας:

«Εντεστάθε' μας Ευρώπη, και εμείς είμες μοναχοί
εμείς κανέναν 'κι φοβούμες ο Θεός εμάς κρατεί.
Φωνάζει ο Κωνσταντίνον, τα παιδία μου εμπρός,
α κρούγομε την Τουρκία εσώστεψεν ο καιρός.
Εσείς περήφανα πουλάκια που πετάτε υψηλά,
αν περάτεν α' σην Ελλάδαν, χαιρετίσματα πολλά.
Εγώ εσκοτώθηκα ο καημένος στης Αγκύρας τα βουνά
και αφήκα τα παιδιά μου πεινασμένα και γυμνά.
Όσα χρήματα και αν έχω δώστε τα στο βασιλιά
ας τα κάνουνε κανόνια να χτυπούνε την Τουρκιά.»

Στα Ανώγεια της Κρήτης υπήρχε και μαντινάδα για την Καταστροφή:

«...Ζουμπούλια μην ανοίξετε, πουλιά μην κελαηδείτε
να κλαίτε τα στρατεύματα και να τα λυπηθείτε...

Νάχε μαυρίσει η μαύρη γη, να μη βγάλει χορτάρι,
όταν εξεκινούσανε να πάνε στου Κεμάλη.

Και η Τουρκιά ήταν πολλή και πήρεν τζη 'ποπίσω
και ο Κεμάλης είπενε κιανένα δε θ' αφήσω.

Καθώς αστράφτει και βροντά και ρίχνει κοκοσάλι
επέφταν οι οβίδες του του σκύλου του Κεμάλη.

Και ρίχνει χάμαι τα παιδιά τ' αλαργοξορισμένα
κι άλλα εμένανε νεκρά, κι άλλα τραυματισμένα...»

(Από το βιβλίο: Γ. Σμπώκος, «Ανώγεια: Η ιστορία μέσα από τα τραγούδια τους»)

Ένας από τους πλέον συγκλονιστικούς θρήνους είναι αυτός των Ελλήνων της Πάφρας (ή Μπάφρα) στον βορρά της Μικράς Ασίας, οι οποίοι εξολοθρεύτηκαν σχεδόν ολοκληρωτικά την περίοδο της Γενοκτονίας

«Κοίταξε τις πέτρες της Άγκυρας,
βλέπε και τα δακρυσμένα μου μάτια.

Μείναμε σκλάβοι των Τούρκων,
για δες της μοίρας τα γραμμένα!

Οι λόφοι της Άγκυρας είναι μονοκόμματοι.
Η Ελλάδα κάηκε, κατακάηκε.

Να τυφλωθείς καταραμένε Άγγλε,
στην Ελλάδα δεν απόμεινε καμιά ελπίδα.

Ο στρατός που πήγε για την Άγκυρα,
έμεινε εκεί, πεσκέσι στους Τούρκους.

Όσοι μας βοήθαγαν έκαναν πίσω
και τους Έλληνες τους παρέσυρε το κύμα»

(Από το άρθρο Γ. Θ. Αντωνιάδης, «Το τραγούδι των Ποντίων Παφραίων», περ. Ποντιακή Εστία, τεύχ. 76, 1-2-1989).