ΕΜΕΙΣ ΑΔΑ ΚΙ IΝΟΥΜΕΣ,
Σ’ ΕΜΕΤΕΡΑ ΘΑ ΠΑΜΕ...

Monday, February 2, 2009

Η άλλη ιστοριογραφία


Του Βλαση Αγτζιδη - Διδάκτορος Σύγχρονης Ιστορίας

Tον Ιούλιο του 2006 ξεκίνησε η μεγαλύτερη συζήτηση για ιδεολογικά, ιστορικά και κοινωνικά ζητήματα που έλαβε ποτέ χώρα στη μεταπολιτευτική Ελλάδα. Αφορμή ήταν ένα βιβλίο Ιστορίας, που προοριζόταν για τη ΣΤ΄ Δημοτικού.

Αυτό που απεκρύβη κατά τη 13μηνη περίπου σκληρή αντιπαράθεση ήταν ότι το σύνολο των προσφυγικών οργανώσεων (πάνω από 1.000 οργανώσεις πολιτών), καθώς και ο κύρος όγκος της Αριστεράς στάθηκαν κριτικά απέναντι στη συγκεκριμένη απόπειρα αναθεώρησης της Ιστορίας.

Η πλέον ενδιαφέρουσα κριτική στον συγκεκριμένο τρόπο διαχείρισης της Ιστορίας προήλθε από τους απογόνους των προσφύγων του ’22. Με μια πρωτοφανή ομοφωνία και με τη διατύπωση ενός ψύχραιμου κριτικού λόγου, επανέφεραν στο προσκήνιο ερμηνείες, που η νεοελληνική ιστοριογραφία συστηματικά είχε απωθήσει τις δεκαετίες μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Εκφράζοντας παραδοσιακά την ιδεολογική ματιά της «μικράς πλην εντίμου» και «εξορίζοντας» κυριολεκτικά από το νεοελληνικό πεδίο τον ελληνισμό της Ανατολής, αντιμετώπισε αμήχανα την εμφάνιση ενός δυναμικού και σύγχρονου προσφυγικού λόγου.

Την αμηχανία αυτή περιέγραψε εύστοχα ένας από τους σημαντικούς σύγχρονους ιστορικούς μας, ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος:

«Δίπλα στον παλαιο-ελλαδίτικο τοπικισμό, αυτός ο αναβιωμένος προσφυγικός λόγος του πένθους και της διεκδίκησης έρχεται να διεμβολίσει από μια απροσδόκητη πλευρά το νηφάλιο εθνικό σχήμα της κοινωνικής συνοχής και της πολιτιστικής μας ταυτότητας, που με τόσες προσπάθειες πάει να συγκροτηθεί τις τελευταίες δεκαετίες, μετά τη μεταπολίτευση, στη χώρα μας. Ποντιακός ελληνισμός, μικρασιατική προσφυγιά, κυπριακός ξεριζωμός κ.ά. τραγικές στιγμές του Νέου Ελληνισμού, δεν διεκδικούν απλά μια θέση στο βιβλίο της Ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού, αλλά ζητούν ένα εφαλτήριο για ένα διορθωτικό εγχείρημα μέσα στο πεδίο της ιστορίας, προσβλέποντας σε μια αναδρομική διόρθωσή της. Ζητούν να κερδίσουν τη μάχη της μνήμης (που φυσικά δεν έχει χαθεί) ταυτίζοντάς την με τη μάχη των εδαφών και των χαμένων πατρίδων, μια μάχη που κανείς δεν τολμά ωστόσο ούτε να ομολογήσει και ούτε να προτείνει τον τρόπο της διεξαγωγής της...».

Την περιγραφή του πλαισίου μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε η προσφυγική κριτική τη διαβάσαμε στο καλό ιστολόγιο «Πόντος και Αριστερά»:

«Απ’ την πλευρά μας, η σύγκρουση για το βιβλίο της Ιστορίας δεν έγινε για την αφηρημένη “υπεράσπιση της εθνικής ταυτότητας από την παγκοσμιοποίηση”, αλλά γιατί θεωρήσαμε και θεωρούμε ότι αποκρύπτονται –με αναθεωρητικό τρόπο– πλευρές του ιστορικού παρελθόντος στο όνομα του πολιτικά ορθού. Και θεωρούμε επίσης ότι αυτό το “πολιτικά ορθόν” σήμερα εκφράζει την πραγματική εξουσία στην Ελλάδα, καθώς και τους νέους προσανατολισμοόυς του ελληνικού καπιταλισμού. Για μας, η αναθεώρηση που επιχείρησαν οι συγγραφείς του βιβλίου σχετίζεται επίσης και με την αναίρεση των κατακτήσεων της δεκαετίας του ’90 και την επανάκαμψη του ιδεολογικού απαρτχάιντ, που είχε οργανώσει μέχρι τότε η εξουσία για τους Ελληνες της Ανατολής και τους πρόσφυγες του ’22. Και η επανάκαμψη αυτή είχε πολύ πιο βίαια, κυνικά και βάρβαρα χαρακτηριστικά, από αυτά που μας είχαν συνηθίσει παλιότερα οι απλοϊκοί δεξιοί και η παραδοσιακή εθνικοφροσύνη...».

Η βαθύτατη ρήξη των προσφυγικών οργανώσεων με τη συγκεκριμένη εκδοχή της νεοελληνικής ιστοριογραφίας οφείλεται πρωτίστως στη μη συμπερίληψη των κατακτήσεων της κοινωνίας των πολιτών της δεκαετίας του ’90. Τότε κλείνουν ουσιαστικά οι πολιτικές εκκρεμότητες των προσφύγων της Ανατολής με το ελληνικό κράτος, με την αναγνώριση της γενοκτονίας που υπέστησαν από τον τουρκικό εθνικισμό κατά την περίοδο τα 1914-1923, με την καθιέρωση δύο επίσημων Ημερών Μνήμης (19 Μαΐου και 14 Σεπτεμβρίου).

Οι προσφυγικές οργανώσεις, λοιπόν, εντοπίζουν την αντίφαση να διδάσκεται στο κράτος που αναγνώρισε τις γενοκτονίες από ένα βιβλίο Ιστορίας ιστορία που υποβαθμίζει με τον πλέον απόλυτο τρόπο την προσφυγική ιστορική εμπειρία. Καταγγέλλουν με ένταση την «αναθεωρητική ερμηνεία», και παραλληλίζουν τη στάση αυτή με τη στάση των αναθεωρητών του Ολοκαυτώματος και των αρνητών των Γενοκτονιών. Επισημαίνουν ότι οι συγγραφείς του βιβλίου, όσον αφορά την αποσιώπηση της αρμενικής γενοκτονίας, θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τους νόμους στην Ευρώπη που θεωρεί ως έγκλημα την αιτιολόγηση των γενοκτονιών. Θεωρούν ότι υπεύθυνα για τη διαιώνιση των ιστορικών αποσιωπήσεων είναι «τα αντιδραστικά αντανακλαστικά της “αυτοχθόνου” ιδεολογίας».

Η «Ενωση Σμυρναίων» θα γράψει στην καταγγελία της: «Ετσι ο Μικρασιατικός Ελληνισμός εξοβελίζεται από το γνωστικό πεδίο των 12χρονων παιδιών, με συνέπειες τραγικές για το μέλλον αυτού του τόπου». Η σύγκρουση άρχισε τον Ιούλιο του 2006, όταν ψηφίστηκε ομόφωνα από εκπροσώπους 541 οργανώσεων ένα ψήφισμα στο 6ο Παγκόσμιο Συνέδριο του Ποντιακού Ελληνισμού: «Το νέο βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού, που βρίσκεται στη διαδικασία έκδοσης, έρχεται σε αντίθεση με ομόφωνες αποφάσεις της Βουλής των Ελλήνων, παραποιεί την Ιστορία, απενοχοποιεί τον τουρκικό εθνικισμό, αποσιωπά τις διώξεις των χριστιανικών πληθυσμών και προσβάλλει ιδιαίτερα τον ποντιακό ελληνισμό που υπέστη Γενοκτονία.».

Η αντίθεση που προέκυψε με αφορμή το βιβλίο Ιστορίας δεν έχει περιστασιακά χαρακτηριστικά. Οι ίδιες οι προσφυγικές οργανώσεις αναπτύσσουν μια παράλληλη ιστοριογραφία, που αμφισβητεί πολλά από τα παραδεδεγμένα στερεότυπα της κυρίαρχης νεοελληνικής. Η απορριπτική και υπεροπτική παράλληλα αντιμετώπιση δεν φαίνεται να αποδίδει καρπούς. Αντιθέτως, βαθαίνει το ρήγμα. Ακόμα και η μετανεωτερική εποχή μας, συνδυασμένη με τις απελπιστικά νεωτερικές συμπεριφορές του περιβάλλοντος παλιού κομμουνιστικού κόσμου, ενισχύει την ανάπτυξη της παράλληλης ιστοριογραφίας και την εμπέδωση των ιδεολογικών, και όχι μόνο, αντιπαθειών και προκαταλήψεων.

Ισως να είναι η κατάλληλη στιγμή να αντιμετωπιστεί με ειλικρίνεια το συγκεκριμένο φαινόμενο. Ισως θα έπρεπε να ανοίξει επιτέλους ένας διάλογος μεταξύ των «επίσημων» ιστορικών -των Νέων Ιστορικών συμπεριλαμβανομένων- με τους ιστορικούς του προσφυγικού χώρου. Ετσι ώστε μέσα από έναν ειλικρινή επιστημονικό διάλογο, να συμφωνηθεί ένα νέο ιστορικό αφήγημα, που θα συμπεριλαμβάνει το σύνολο των ομάδων που κατοικούν, οριστικά πλέον, στα εδάφη του ελληνικού έθνους - κράτους.

Καθημερινή